Hostname: page-component-78c5997874-xbtfd Total loading time: 0 Render date: 2024-11-12T22:28:42.627Z Has data issue: false hasContentIssue false

Die Natur als Künstler und Baumeister bei Galen

Published online by Cambridge University Press:  29 February 2016

Franjo Kovačić*
Affiliation:
Radolfzell am Bodensee

Extract

Der Begriff der Natur (φύ σις) ist für unsere abendländische Geistesgeschichte zum ersten Mal bei Homer belegt und bedeutet soviel wie äußere Beschaffenheit (als Folge des Wachstums), pflanzliches Wachsen, Wachstum. Später entwickelt sich eine kausal-mechanische Naturbetrachtung im Sinne der ausnahmslosen Geltung der Naturgesetze und eine teleologische im Sinne des planmäß igen Waltens der Natur. Über die Naturwissenschaft hinaus wird der Naturbegriff (φύ σις) zu einem Element der geistigen Ordnung des gesamten Seins; er kann vom Pflanzlichen auf alles, was unabhängig vom Menschen entsteht, übertragen werden. In ihm fanden die Griechen zuerst die Antwort auf die Frage nach dem Ursprung der Dinge im Sinne des zeitlichen Beginns, und dann die Antwort auf die Frage nach dem Wesen der Dinge, wobei der Blick auf die Einheit der Dinge in der Welt gerichtet wurde. In der Wissenschaft ersetzte der Begriff der Natur den Begriff der Entstehung (γέ νε σις) und eröffnete den Zugang zur Welt und ihrem Wesen. Parallel dazu hat auch das Göttliche seine anthropomorphen Züge verloren und ist zum Inbegriff des Vollkommenen geworden. In der Medizin bekommt die Natur die Bedeutung von zielgerichteter Norm und ist ein Vorbild für die Praxis. In ihr wird das Sein in seiner allgemeinen natürlichen Ordnung ausgesprochen, da die Natur allgemein und allumfassend ist, wobei sie doch auch das Individuelle und Organische umfaßt. Daher nähert sich der Begriff der Natur dem des Logos (λό γος): sie ist das allein durch die Ratio faßbare Wesen. In der Stoa bekommt sie die Bedeutung der Vorsehung (πρ όν οια). Sie ist zugleich die innere Bewegung der platonisch-aristotelisch aufgefaßten Realität, schafft also den Übergang zur Vision des Seins und des Menschen und ist, insgesamt gesehen, das “Herz” der anfänglichen griechischen Auffassung der Realität.

Type
Research Article
Copyright
Copyright © 2003 by Fordham University 

Access options

Get access to the full version of this content by using one of the access options below. (Log in options will check for institutional or personal access. Content may require purchase if you do not have access.)

References

1 Homer, , Od. 10.302–6. Vgl. Deichgräber, Karl, “Die Stellung des griechischen Arztes zur Natur,” Die Antike 15 (1939): 117; Veazie, Walter B., “The Word ΦϒΣIΣ,” Archiv für Geschichte der Philologie 33, N. F. 26 (1921): 4–5; Diller, Hans, “Der griechische Naturbegriff,” Neue Jahrbücher für Antike und deutsche Bildung 114, N. F. 2 (1939): 243.Google Scholar

2 Vgl. Diller, , “Der griechische Naturbegriff,” 241–42.Google Scholar

3 Vgl. Diller, , “Der griechische Naturbegriff,” 242.Google Scholar

4 Vgl. Deichgräber, , “Die Stellung des griechischen Arztes,” 117–18.Google Scholar

5 Vgl. Deichgräber, , “Die Stellung des griechischen Arztes,” 122 u. 124.Google Scholar

6 Vgl. Deichgräber, , “Die Stellung des griechischen Arztes,” 130; Diller, , “Der griechische Naturbegriff,” 248.Google Scholar

7 Vgl. Deichgräber, , “Die Stellung des griechischen Arztes,” 132; ders., “Natura varie ludens,” Ausgewählte kleine Schriften , hrsg. Gärtner, von H. u. a. (s. l., 1954), 265 (zuerst veröffentlicht: Deichgräber, K., Natura varie ludens. Ein Beitrag zum griechischen Naturbegriff,” Abh. Akad. Mainz 1954, 3; Diller, , “Der griechische Naturbegriff,” 255.Google Scholar

8 Vgl. Parmenides fr. 28 B 1.29: ἀληθείης εὐϰυϰλέος ἀτρεμές ἦτορ. Vgl. Disandro, Carlos A., “En torno al problema de la φύσις,” Anales de Filología Clásica 4 (1947–49): 185–86.Google Scholar

9 Vgl. Kovačić, Franjo, Der Begriff der Physis bei Galen vor dem Hintergrund seiner Vorgänger (Stuttgart, 2001). Einige Aspekte bzw. Teile der genannten Untersuchung werden neubearbeitet in diesem Artikel dargelegt.Google Scholar

10 Vgl. Kovačić, , Der Begriff der Physis bei Galen. Google Scholar

11 Kovačić, Siehe, Der Begriff der Physis bei Galen. Google Scholar

12 Für jede Ansicht und Aussage von Galen, welche in diesem Artikel dargestellt werden, könnten wir Parallelstellen bei seinen Autoritäten — Vorsokratikern, Hippokratikern, Platon, Aristoteles — angeben. Dies im einzelnen zu zeigen, übersteigt den Rahmen dieses Artikels. Kovačić, Siehe, Der Begriff der Physis bei Galen , 5381.Google Scholar

13 De naturalibus facultatibus 1.12 (2.27–28 K.): ϰατὰ δὲ τὴν προτέραν εἰρημένην αἳρεσιν οὐχ ὑστέρα τῶν σωμάτων ἡ φύσις, ἀλλὰ πολὺ προτέρα τε ϰαὶ πρεσβυτέρα. Ibid. 2.6 (2.100–101 K.): εἰ μὴ γὰρ ϰἀν τοῖς ἁπλοῖς τούτοις ἓνωσίν τινα τῆς οὐσίας ἀπολείψομεν, ἀλλ' εἰς ἄναρμα ϰαὶ ἀμέριστα ϰαταβησόμεθα στοιχεῖα, παντάπασιν ἀναιρήσομεν τῆς φύσεως τὴν τέχνην, ὣσπερ ϰαὶ πάντες οἱ ἐϰ ταύτης ὁρμώμενοι τῆς ὑποθέσεως ἰατροὶ ϰαὶ φιλόσοφοι…. διαπλάττειν δὲ ϰαὶ δημιουργεῖν οὐ τοῦ δευτέρου γεγονότος, ἀλλὰ τοῦ προϋπάρχοντός ἐστιν ὣστ' ἀναγϰαῖόν ἐστιν εὐθὺς ἐϰ σπερμάτων ὑποθέσθαι τὰς δυνάμεις τῆς φύσεως, αἷς διαπλάττει τε ϰαὶ αὐξάνει ϰαὶ τρέφει τò ζῷον ἀλλ' ἐϰείνων τῶν σωμάτων τῶν ἀνάρμων ϰαὶ ἀμερῶν οὐδὲν ἐν ἑαυτῷ διαπλαστιϰὴν ἒχει δύναμιν ἢ αὐξητιϰὴν ἢ θρεπτιϰὴν ἢ ὃλως τεχνιϰήν ἀπαθὲς γὰρ ϰαὶ ἀμετάβλητον ὑπόϰειται. Vgl. Brock, Arthur John, Galen, On the Natural Faculties (London und Cambridge, 1916, Repr. 1963), 156 Anm. 2: “in biology we must begin with living substance — with something which is specifically alive — here with the ‘unit mass of living matter.’” Die griechischen Texte Galens werden nach der von Carl Gottlob Kühn Ausgabe, Claudii Galeni opera omnia, t. 1–20 (Leipzig, 1821–33, Repr. Hildesheim, 1964), zitiert, auch wenn neuere Ausgaben benutzt werden.Google Scholar

14 De usu partium 14.7 (4.165–66 K.), bes. 4.166 K.: οὐ γὰρ ἐνδέχεται τò μὲν ἄλλως, τò δ' ἄλλως ϰινούμενον εἰς ἑνὸς ζῴου γένεσιν συντελεῖν. ὃλως δὲ τὸ νομίζειν ἄλλην μέν τινα τοῦ θήλεος ὑπάρχειν σπέρματος ὁδὸν ϰαὶ τάξιν ϰινήσεως, ἄλλην δὲ τοῦ ἄρρενος ἀγυμνάστων ἐστὶν ἀνθρώπων ἐν τοῖς περὶ φύσεως λογισμοῖς.Google Scholar

15 De usu partium 14.7 (4.168 K.): βέλτιον οὖν ἀρχὴν μὲν ϰινητιϰὴν ὑποτίθεσθαι τὸ τοῦ ἄρρενος σπέρμα, συντελεῖν δ' αὐτῷ τι πρòς τὴν τοῦ ζῴου γένεσιν ὑπολαμβάνειν τὸ τοῦ θήλεος.Google Scholar

16 De semine 2.1.37–74 (4.602–10 K.), bes. 2.1, 43 (4.604 K.): τὰ δ' ἀπò τῆς μητρòς ὃλον ἐξαλλάττειν τὸ εἶδος εἰ μὲν ὂνου σπέρμα ταῖς μήτραις ἳππος ὑποδέξαιτο, τοῦ ϰυήματος οὐ τὸ τοῦ πατρὸς εἶδος μόνον ἴσχοντος, ἀλλ' ἐξ ἀμφοτέρων τῶν γειναμένων μιϰτόν. Ibid., 2.1.49 (4.605 K.): λέγω δ' τὸ μὴ μόνον ἐγγίνεσθαι τῆ ὕλη τὸ εἶδος, ἐξ οὗ γίγνεται τὸ μὲν ἄνθρωπος, τò δὲ δρῦς ἢ πλάτανος ἢ ϰιττός, ἀλλὰ ϰαὶ τὴν μορφὴν αὐτὴν ὑπò τοῦ σπέρματος τὴν ὕλην διαπλάττοντος ἀποτελεῖσθαι.Google Scholar

17 De semine 2.1.66 (4.608 K.): ὣστε ψεῦδoς λέγεται, τò μόνου τοῦ πατρòς είναι τò σπέρμα. Ibid., 2.1.68 (4.609 K.): ἀλλὰ μὴν ἑϰατέροις τῶν γονέων ὁμοιοῦται τὰ ἒγγονα ϰατὰ ϰοινὴν αἰτίαν ἄρα ἀμφοτέροις ὑπάρχουσαν ὁμοιοῦται. Ibid., 2.1.73 (4.610 K.): εἰ διὰ τò σπέρμα τοῖς ἐγγόνοις εἰσὶν αἱ ὁμοιότητες, ἀναγϰαῖον ϰαὶ τò θῆλυ σπερμαίνειν, ὃτι πολλοὶ παῖδες ὁμοιότατοι τῇ μητρὶ φαίνονται.Google Scholar

18 De marcore 4 (7.677 K.): Ἡ φύσις δημιουργοῦσα τά τε φυτὰ ϰαὶ τὰ ζῷα πάντως μὴν δήπου τῆς γενέσεως αὐτῶν ἀρχήν τινα λαμβάνει σωματοειδῆ, οὐδενός γε τῶν ὂντων δυναμένου τὴν ἀρχὴν τῆς γενέσεως ἐϰ τοῦ παντάπασιν οὐϰ ὂντος λαβεῖν…. τὴν δὲ ἀρχὴν αὐτῶν τῆς γενέσεως ἒμπαλιν τῷ τελείῳ ζῴῳ μαλαϰὴν ἀναγϰαῖον ὑπάρχειν, ἳν' εὐρύθμιστός τε ϰαὶ εὒπλαστος, εὐπειθής τε πρòς ἃπαν ᾗ τῷ δημιουργοῦντι. De naturalibus facultatibus 2.3 (2.83 K.): ὃ γὰρ ἦν πρότερον σπέρμα, τοῦθ', ὃταν ἄρξηται φύειν τε ϰαὶ διαπλάττειν τò ζῷον, φύσις τις γίγνεται.Google Scholar

19 De naturalibus facultatibus 2.3 (2.84–85 K.): τοῦτο [sc. τò σπέρμα] γάρ ἐστιν ὁ τεχνίτης ὁ ἀναλογῶν τῷ Φειδίᾳ, τò δ' αἷμα τῷ ϰηρῷ προσέοιϰεν…. ἓλξει δὴ τοσοῦτον αἳματος ὁ τεχνίτης εἰς ἑαυτόν, ὁπόσου δεῖται. ἀλλ' ἐνταῦθα χρὴ προσέχειν ἢδη τòν νοῦν ϰαὶ σϰοπεῖν, μή πως λάθωμεν τῷ σπέρματι λογισμόν τινα ϰαὶ νοῦν χαρισάμενοι οὕτω γὰρ ἄν οὒτε σπέρμα ποιήσαιμεν οὒτε φύσιν ἀλλ' ἢδη ζῷον αὐτό…. δύναμίν τινα, ϰαθάπερ ἡ λίθος ἑλϰτιϰὴν εἶχε τοῦ σιδήρου, ϰαὶ τῷ σπέρματι φήσομεν ὑπάρχειν αἳματος ἐπισπαστιϰήν. ἠναγϰάσθημεν οὖν πάλιν ϰἀνταῦθα, ϰαθάπερ ὴδη πολλάϰις ἐμπροσθεν, ελϰτιϰὴν τινα δύναμιν όμολογὴσαι ϰατά τò σπέρμα. Τί δ' ἦν τò σπέρμα; ἡ ἀρχὴ τοῦ ζῴου δηλονότι ἡ δραστιϰή γὰρ ὑλιϰὴ τò ϰαταμήνιόν ἐστιν.Google Scholar

20 In Hippocr. Aphorismos 5.63 (17./2.870 K.): ἀναμέμιϰται μὲν γὰρ οὐσία πνευματιϰὴ τῇ τοῦ σπέρματος ὑγρότητι. De usu partium 14.3 (4.147 K.): ἣ θ' ὑγρότης ϰαὶ τò πνεῦμα, ϰαίτοι δεόμενα συνιέναι, τò μὲν ὡς ἀρχὴ ϰινητιϰή, ἡ δ' ὡς επιτήδειος ὕλη πρòς ἀγγείων γένεσιν. οὐ γὰρ δὴ τò γ' αἷμα τò ϰαταμήνιoν ἡ πρώτη ϰαὶ οἰϰεία πρòς τὴν τοῦ ζῴου γένεσιν ὕλη, ϰαθάπερ ἐπιδέδειϰται δι' ἑτέρων. ἀλλ' ὃταν ὑπò τοῦ συμφύτου πνεύματος ἡ τοῦ σπέρματος ὑγρότης φερομένη τοῖς τῶν ὑστερῶν ἐμπέσῃ χιτῶσιν, ὡς ἄν αὐτή τε γλίσχρος ὑπάρχουσα ϰαὶ τραχέσιν ὁμιλοῦσα σώμασι δίϰην ἀλοιφῆς ἑτοίμως ϰολλαται.Google Scholar

21 In De semine 1.1.1 (4.512 K.) beginnt die Diskussion gegen Aristoteles. Ein Resultat der Argumentation zeigt De semine 1.5.15 (4.530–31 K.): τήν τε γὰρ δύναμιν αὐτò [sc. τò σπέρμα] τῷ αἳματι παρέχει ϰαὶ ϰατὰ σέ, τήν τε οὐσίαν ἒχον ἐπιτηδειοτάτην φαίνεται πρòς τὴν τῶν ϰυριωτάτων ὀργάνων διάπλασιν. Vgl. ibid., 1.16.33–35 (4.589 K.).Google Scholar

22 De semine 2.2.15 (4.613 K.): οὒτε γὰρ τò σπέρμα δύναμις μóνον ἐστίν, ἀλλὰ ϰαὶ ὕλη τις, οὒτε τò ϰαταμήνιον ὕλη μόνον, ἀλλὰ ϰαὶ δύναμις. Auch nach Aristoteles enthält das Regelblut latente formende Kraft. Siehe dazu Kullmann, Wolfgang, Die Teleologie in der aristotelischen Biologie , Sb. Akad. Heidelberg, 2. Abh. (Heidelberg, 1979), 53; ders., Aristoteles und die moderne Wissenschaft (Stuttgart, 1998), 290 u. 375.Google Scholar

23 De semine 2.5.5 (4.627 K.): ἀλλ' ἑαυτò ϰινεῖ ϰαὶ ῥυθμίζει τò σπέρμα, ϰαὶ δὴ ϰαὶ αὐξάνει.Google Scholar

24 GA 2.3.737 a 24–34; 4.1.766 b 12–14.Google Scholar

25 De semine 2.5.56 (4.638 K.): χρῆται μέν ὀργάνοις ἡ φύσις εἰς τὴν τῶν μορίων δημιουργίαν ϰαὶ μάλιστα τῶν ἐχόντων ϰοιλίας ἀέρι τε ϰαὶ πυρί. De marcore 4 (7.678 K.): τò πυρῶδες, ἀναγϰαίαν ἒχον ἐπιϰράτησιν ἐν τῇ πρώτῃ τοῦ ζῴου γενέσει τε ϰαὶ συμπὴξει.Google Scholar

26 In Hippocr. Aphorismos 1.14 (17./2.407 K.): ἡ γὰρ οὐσία τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ ἀερώδης ϰαὶ ὑδατώδης ὑπάρχει, ὡς ἐϰ τοῦ σπέρματος ἔνεστι τεϰμήρασθαι, παντάπασι μὲν ὀλίγης γεώδους ουσίας μετέχοντος, τò πλεῖστον δ' ἐν αύτῷ περιέχοντος ἀέρος θερμοῦ τε ϰαὶ ὑγροῦ, ὡς ϰἀν τοῖς περὶ σπέρματος ὑπομνήμασι δεδήλωται. Adversus Lycum 2.3 (18./ 1.199 K.): siehe unten Anm. 35.Google Scholar

27 Adversus Lycum 7.2 (18./1.235–36 K.): siehe unten Anm. 35.Google Scholar

28 De sanitate tuenda 1.2.1–4 (6.3 K.): αἷμα ϰαὶ σπέρμα τῆς γενέσεως ἡμῶν εἰσὶν αἱ ἀρχαί, τò μὲν αἷμα οἷον ὕλη τις εὐρυθμός τε ϰαὶ εὐπειθὴς εἰς ἃπαν τῷ δημιουργῷ, τò δέ σπέρμα τòν τοῦ δημιουργοῦ λόγον ἒχει…. τῷ μὲν γὰρ σπέρματι πλέον ἐνυπάρχει πυρώδους τε ϰαὶ ἀερώδους οὐσίας, τῷ δ' αἳματι γεώδους τε ϰαὶ ὑδατώδους. De semine 2.5.56–57 (4.638 K.).Google Scholar

29 De usu respirationis 3 (4.48889 K.): πάσας τὰς φλόγας διττὴν ϰίνησιν ϰινουμένας, ἐτέραν μὲν ἀπò τῆς ὕλης ὃθεν ἐξάπτονται, μάλιστα μὲν ἄνω φερομένας ἢδη ϰαὶ πάντη σϰιδναμένας, ἑτέραν δὲ ἐναντίαν ταύτη πρòς τὴν ἀρχὴν ἑαὐτῶν ϰαὶ οἷον ῥίζας συστελλομένας τε ϰαὶ συνιζούσας…. ἀλλ' ἒστιν ἑϰάστη φλογὶ γένεσις ἐϰ τῆς ὑποϰειμένης ὕλης ἐξάπτεσθαι· εἰϰότως ἄρα ϰίνησιν οὐ τὴν ἒξω μόνον ἀπό τῆς ἰδίας ἀρχῆς, ἀλλὰ ϰαὶ τὴν ἐναντίαν αὐτῆ τὴν εἴσω σύμφυτον ἒχει.Google Scholar

30 De semine 1.9.1–9 (4.542–43 K.): διελώμεθα τέτταρσι χρόνοις τὴν σύμπασαν τῶν ϰυουμένων δημιουργίαν, πρῶτος μέν, ἐν ᾧ … ἡ τοῦ σπέρματος ἰδέα ϰρατεῖ…. ἐπειδὰν … ἡ ϰαρδία δὲ ϰαὶ ὁ ἐγϰέφαλος ϰαὶ τò ἧπαρ ἀδιάρθρωτα μέν ᾗ ϰαὶ ἀμόρφωτα, πῆξιν δ' ἢδη τινὰ ϰαὶ μέγεθος ἀξιόλογον ἒχῃ, δεύτερος … τρίτος … τὰς μὲν τρεῖς ἀρχὰς ἒστιν ἰδεῖν ἐναργῶς, … Τέταρτος δ' οὗτός ἐστι ϰαὶ τελευταῖος χρόνος, ἡνίϰα ἢδη τὰ τ' ἐν τοῖς ϰώλοις ἃπαντα διήρθρωται, ϰαὶ οὐδ' ἒμβρυον ἒτι μόνον, ἀλλ' ἢδη ϰαὶ παιδίον ονομάζει τò ϰυούμενον ὁ θαυμάσιος Ἱπποϰράτης, ὃτε ϰαὶ ἀσϰαρίζειν ϰαὶ ϰινεῖσθαί φησιν, ὡς ζῷον ἢδη τέλειον. Vgl. Ps.-Gal., In Hippocr. De alimento 4.14 (15.400 K.): Τέσσαρές εἰσι τῶν ϰυουμένων χρόνοι· πρῶτος μὲν ἐν ᾧ ϰατὰ τὰς ἀμβλώσεις τε ϰαὶ τὰς ἀνατομὰς ἡ τοῦ σπέρματος ἰδέα ϰρατεῖ, δεύτερος δέ, ἐν ᾧ ϰαρδία ϰαὶ ἐγϰέφαλος ϰαὶ ᾗπαρ, ϰἄν ἒτι ἄμορφα τυγχάνη, πῆξιν ἢδη τινὰ ϰαὶ μέγεθος ἒχει· τρίτον δὲ ὃταν τὰς τρεῖς ἀρχὰς ταύτας ἒστιν ἰδεῖν ἐναργῶς, ὑπογραφὴν δέ τινα τῶν ἄλλων μορίων. τέταρτος δέ ἐστι χρόνος, ἡνίϰα μὴ μόνον αἱ τρεῖς ἀρχαί, ἀλλὰ ϰαὶ τὰ ϰατὰ γαστέρα ϰαὶ τὰ ἐν ϰώλοις ἃπαντα διὴρθρωται. Vgl. Accattino, P., “Galeno e la riproduzione animale. Analisi del ‘De semine,’” in Aufstieg und Niedergang der römischen Welt (= ANRW) 2.37.2 (Berlin und New York, 1994), 1863.Google Scholar

31 Vgl. Nickel, Diethard, Untersuchungen zur Embryologie Galens (Berlin, 1989), 6467, bes. 65–66. Hier übernehmen wir Nickels Terminologie. Debru, Armelle, Le corps respirant. La pensée physiologique chez Galien (Leiden, 1996), erörtert die Entwicklung des Embryos unter dem Aspekt der Atmung.Google Scholar

32 De sanitate tuenda 1.2.4–10 (6.4–6 K.): τὸ δὲ σπέρμα ξηρότερον μέν ἐστιν ἢ ϰατὰ τò αἷμα, ῥυτòν μὴν ϰαὶ ὑγρòν ὑπάρχει ϰαὶ αὐτό. ϰαὶ οὕτως ἑϰατέρωθεν ἡμῖν ἡ ἀρχὴ τῆς γενέσεως ἐξ ὑγρᾶς οὐσίας ἐστίν, ἣν οὐχ ὑγρὰν δήπου φυλάττεσθαι προσήϰει…. συγϰαταβεβλῆσθαι τοίνυν ἀναγϰαῖόν ἐστιν εὐθὺς ἀπò τῆς πρώτης γενέσεως ἰσχυρότερον ἐν τῇ ϰράσει τò ξηραντιϰòν στοιχεῖον. ἔστι δὲ τῇ φύσει τοιοῦτον μάλιστα μὲν τò πῦρ, ἤδη δὲ ϰαὶ ἡ γῆ•… ϰαἱ γὰρ αὖ ϰαὶ τὴν πρòς τὰς ϰινήσεις ἑτοιμότητα τοσοῦτον ὑπάρχον τò θερμòν ἱϰανòν ἦν παρασχεῖν. ὑπò τούτου δὴ τὰ μὲν πρῶτα συνίσταταί τε ϰαὶ βραχεῖάν τινα πῆξιν λαμβάνει τò ϰύημα• μετὰ δὲ ταῦτα ἐπὶ μᾶλλον ἤδη ξηραινόμενον οἷον ὑπογραφάς τινας ἴσχει ϰαὶ τύπους ἀμυδροὺς ἑϰάστου τῶν μορίων• εἶτ' ἐπὶ πλέον ξηρανθὲν οὐχ ὑπογραφὰς μόνον οὐδ' ἀμυδροὺς τοὺς τύπους, ἀλλ' ἀϰριβὲς ἑϰάστου τò εἶδος ἴσχει. ϰαὶ δὴ ϰαὶ ἀποϰυηθὲν ἀεὶ ϰαὶ μᾶλλον ἑαυτοῦ γίνεται ξηρότερóν τε ϰαὶ ῥωμαλεώτερον, ἄχρι περ ἂν εἰς ἀϰμὴν ἀφίϰηται…. τò δὲ ἀπὸ τοῦδε περαιτέρω τοῦ προσήϰοντος ἤδη ξηροτέρων ἁπάντων τῶν ὀργάνων γινομένων … ϰαὶ ϰαλεῖται μὲν ἡ τοιαύτη διάθεσις γῆρας, ἀνὰ λόγον δ' ἐστὶ τῇ τῶν φυτῶν αὐάνσει. De semine 2.5.56–59 (4.638 K.). Vgl. Nickel, , Untersuchungen, 6465.Google Scholar

33 De foetuum formatione 3 (4.672 K.): ὥσπερ δὲ τὴν ϰαρδίαν ὑστέραν ἥπατος εὔλογον ἦν γενέσθαι, ϰαὶ διὰ τοῦτο τῇ τῆς ϰυούσης μήτρᾳ πλησιέστερον ἐτάχθη τò ἧπαρ, οὕτω τòν ἐγϰέφαλον ἔτι ϰαὶ ταύτης ποῤῥωτέρω ταχθῆναι προσῆϰον ἦν, ὡς ἂν ϰαὶ τῆς ϰατασϰευῆς αὐτοῦ γενησομένης ὑστέρας, ὅτι μηδὲ χρῄζει τι τò ϰυούμενον ζῷον ἐγϰεφάλου διὰ τò μήθ' ὁρᾶν αὐτò δεῖσθαι, μήτ' ἀϰούειν, … οὐδ' … ἔχειν, ἢ φαντασίαν, ἢ λογισμόν, ἢ μνήμην. De semine 1.8.9 (4.541 K.): τοῦ χρόνου δὲ προϊόντος αἱ εἰρημέναι τρεῖς ἀρχαὶ δίστανταί τε πλέον εἰς ὃλον τε τò προσπλαττόμενον τοῦ ζῴου σῶμα διαπέμπουσι τὰ βλαστήματα. Vgl. Preus, Anthony, “Galen's Criticism of Aristotle's Conception Theory,” Journal of History of Biology 10 (1977): 84; Boylan, Michael, “The Galenic and Hippocratic Challenges to Aristotle's Conception Theory,” Journal of the History of Biology 17 (1984): 102; ders., “Galen's Conception Theory,” Journal of the History of Biology 19 (1986): 73–76; Nickel, , Untersuchungen, 67–83.Google Scholar

34 In Hippocr. De natura hominis 1.28 (15.74 K.): ἐν γὰρ τοῖς Περὶ σπέρματος ὑπομνήμασιν ἐδείχθη τὰ πλεῖστα μόρια τοῦ σώματος ἐϰ τοῦ σπέρματος γιγνόμενα μόνων τῶν σαρϰωδῶν ἐξ αἳματος διαπλασσομένων. De elementis 2.2.6–7 (1.495 K.): ἄρ' οὖν ἐϰ τῆς αὐτῆς οὐσίας ᾃπαντα γέγονεν, ἢ μᾶλλον ἀγαθός τις οὖσα δημιουργòς ἡ φύσις, ἡνίϰα τò πρῶτον ἐϰ τοῦ παρὰ τῆς μητρòς αἳματος εἰς τὴν μήτραν ἰόντος ἐγέννα τε ϰαὶ διέπλαττε τò ἒμβρυον, … ἐμοὶ μὲν οὕτω δοϰεῖ μαϰρῷ φυσιϰώτερον εἶναι, ϰαὶ ϰατά τὴν πρώτην ἀρχὴν εὐθέως διαπεπλάσθαι τò ϰύημα ϰἀν τῷ μετά ταῦτα χρόνῳ παντὶ τὴν τροφὴν ϰαὶ τὴν αὒξησιν τῶν μορίων ἓϰαστον ἒχειν ἐϰ τῆς οἰϰείας ὕλης. De usu partium 6.13 (3.470 K.): ἐπεὶ δ' ὕλην ἑϰατέραις χορηγεῖν ἒδει τὴν πρέπουσαν.Google Scholar

35 Adversus Lycum 2.3 (18./1.199 K.): ἃπασι γὰρ ἡμῖν ὑπάρχει τò θερμòν στοιχεῖον ἒμφυτον ἐϰ τῆς πρώτης ἀρχῆς, ἣν ἐϰ σπέρματός τε ϰαὶ ϰαταμηνίου ϰεϰτήμεθα. Ibid., 7.2–9 (18./1.235–39 K.), bes. 7.2–5 (18./1.235–37 K.): οὕτω ϰἀπὶ τοῦ θερμοῦ σώματος ἐχρῆν πεποιηϰέναι, σϰεψάμενον ὁποῖóν τι τῶν ἐν ἡμῖν σωμάτων ἒμφυτον ὑπάρχει, τοῦτέστιν ἀρχέγονον…. ἆρ' οὖν ἄλλο τι τοῦτ' ἐστί πλὴν ϰαταμηνίου ϰαὶ σπέρματος; … τò μὲν ἒμφυτον αὐτῶν σῶμα θερμόν, ὃπερ ἦν αἷμα ϰαὶ σπέρμα, μεῖον γίγνεται. ποιϰιλία δὲ ἐπιϰτήτων προσγίγνεται σωμάτων, οὐδὲν γὰρ τῶν εἰρημένων τοῖς ζῴοις ἒμφυτόν ἐστιν, ἀλλ' ἐπίϰτητα πάντα ϰαὶ εἴπερ ὃλον οἷόν τ' ἦν γενέσθαι ποτὲ ζῷον ὂστινον ἢ νεύρινον, ἐφθείρετ' ἄν οὕτως τò ἒμφυτον θερμόν. Vgl. Nickel, , Untersuchungen, 36 u. 64–67.Google Scholar

36 Arist., GA 1.17–18.721 b 6–723 a 7. Vgl. Kullmann, , Die Teleologie in der aristotelischen Biologie (Anm. 22 oben), 4246; ders., Aristoteles und die moderne Wissenschaft (Anm. 22 oben), 284–86; vgl. Nickel, , Untersuchungen, 71 u. 73.Google Scholar

37 Die wichtigsten Arbeiten zur Vererbungstheorie Galens: Balss, Heinrich, “Über die Vererbungtheorie des Galenos,” Archiv f. Gesch. d. Med. 27 (1934): 229–34; Lesky, Erna, Die Zeugungs- und Vererbungslehren der Antike und ihr Nachwirken, Abh. Akad. Mainz, Jg. 1950, Nr. 19 (Wiesbaden, 1950), 1401–17; Preus, , “Galen's Criticism of Aristotle's Conception Theory,” 65–85; Nickel, Untersuchungen; Kollesch, Jutta, “Galens Auseinandersetzungen mit der aristotelischen Samenlehre,” in Aristoteles: Werk, und Wirkung, P. Moraux gewidmet, Bd. 2 (Berlin und New York, 1987), 17–26; Manuli, Paola, “Donne mascoline, femmine sterili, vergini perpetue. La ginecologia greca tra Ippocrate e Sorano,” in Campese, Silvia, Manuli, Paola, und Sissa, Giulia, Hrsg., Madre materia: Sociologia e biologia della donna greca (Torino, 1983), 171–78; Accattino, , “Galeno e la riproduzione animale.” Google Scholar

38 De semine 2.5.19–22 (4.630 K.): Kατὰ μὲν οὖν τòν ἔμπροσθεν λόγον ὁμοιότητες φαίνονται διτταὶ τοῖς ἐγγόνοις πρòς τὰ γεινάμενα• πρώτη μὲν ἡ ϰατὰ τò τῆς ὅλης οὐσίας εἶδος, ὅταν ἄνθρωπος ἐξ ἀνθρώπου ϰαὶ ἵππος ἐξ ἵππου γένηται, ϰαὶ ταύτης τò πλέον ἡ μήτηρ ἐφαίνετο παρέχειν. ἑτέρα δ' ἡ ϰατὰ ταὐτά τοῖς εἴδεσι διαφορά, ἀνθρώπου πρòς ἄνθρωπον ϰαὶ ἵππου πρòς ἵππον, ἐν αἷς τò ἐπιϰρατῆσαν τῶν σπερμάτων ἐδείϰνυτο παρέχειν τò πλέον, ἄλλη δ' εὕρηται νῦν ὁμοιότης τρίτη παρὰ τὰς πρόσθεν, ἡ ὡς ἄρρενος πρòς ἄρρεν ϰαὶ θήλεος πρòς θῆλυ.Google Scholar

39 Arist., Ph. 2.1.193 b 8: ἔτι γίγνεται ἄνθρωπος ἐξ ἀνθρώπου. Ibid., 2.1.193 b 12; 2.2.194 b 13; 2.7.198 a 26–27; 3.2.202 a 11–12; GC 2.6.333 b 7–8; PA 1.1.640 a 25; 2.1.646 a 33–34; GA 2.1.735 a 20–21; Metaph. 7.7.1032 a 25: ἄνθρωπος γὰρ ἄνθρωπον γεννᾷ. Ibid., 7.8.1033 b 32; 9.8.1049 b 25–26; 12.3.1070 a 8 u. 28–29; 12.4.1070 b 30–31 u. 34; 14.5.1092 a 16; EE 2.6.1222 b 17–18.Google Scholar

40 De semine 2.5.3–5 (4.626–27 K.): ϰαὶ μην εἴπερ ἐγχωρεῖ τινα μὲν τῶν μορίων ὑπò τῆς τοῦ ἄρρενος ἐπιϰρατηθῆναι ϰινήσεως, ἔνια δ' ὑπò τῆς τοῦ θήλεος, οὐϰέθ' ὁμοιομερὲς εἶναι δόξει τò σπέρμα … εἰ μή τι, ϰἂν ὁμοιομερὲς ὑπάρχη ϰαὶ μιγνύηται ϰατὰ τὴν ὑστέραν τò θῆλυ σπέρμα τῷ ἄρρενι, δυνατόν ἐστι ϰατὰ τὰς τῶν ἐμβρυόνων διαπλάσεις ἐπιϰρατεῖν ἀ λλήλων αὐτὰ ϰατὰ διαφέροντα μόρια, … εἴθ' οὕτως ἐν τῇ συμμίξει ϰρατεῖν ἐν ἄλλοις μέν τισι μορίοις τò τοῦ ἄρρενος, ἐν ἄλλοις δὲ τò τῆς θηλείας, ὅπου δ' ἂν ϰρατήσῃ, τò μέρος ἐϰεῖνο συνεξομοιοῦσθαι τῷ ϰρατοῦντι. συνυπάρχει γὰρ ἐν ἅπαντι μορίῳ τῆς ὕλης ὁ δημιουργός• οὐϰ ἀποϰέϰριται δὲ χωρίς, ἰδίᾳ μὲν τò ϰινοῦν, ἰδίᾳ δὲ τò ϰινούμενον, ἀλλ' ἑ αυτò ϰινεῖ ϰαὶ ῥυθμίζει τò σπέρμα, ϰαὶ δὴ ϰαὶ αὐξάνει.Google Scholar

41 De semine 2.5.74–75 (4.641–42 K.): Ταῦτ' οὖν εἴρηταί μοι, ϰαὶ γέγονε δῆλον ἐπὶ μὲν τῇ θερμοτέρᾳ τε ϰαὶ ξηροτέρᾳ ϰράσει τοῦ ϰυῆματος ἄρρεν ζῷον γιγνόμενον, ἐπὶ δὲ τῇ ψυχρoτέρᾳ ϰαὶ ὑγροτέρᾳ θῆλυ· τò δ' εἶδος ἢ τò γένος τοῦ ζῴου … τῇ φύσει τῆς ὑποβεβλημένης ὕλης εἰς τὴν τοῦ ζῴου γένεσιν ἀϰόλουθον ὑπάρχειν, ὣσπερ γε ϰαὶ τὴν ὁμοιότητα τῆς μορφῆς ἑϰατέρῳ τῶν γονέων τῆς τε διαπλαστιϰῆς ϰαὶ μορφωτιϰῆς γίγνεσθαι δυνάμεως ἐν τῷ σπέρματι περιεχομένης. ὣστ' ἒχειν ἡμᾶς τριῶν ὁμοιοτήτων ἀρχὰς τρεῖς, τὴν μὲν τοῦ γένους τοῦ ζῷου ϰατὰ τὴν οὐσίαν, ὃθεν ἐγένετο, τὴν δὲ τῆς μορφῆς ϰατὰ τὴν ἐϰ τοῦ σπέρματος ϰίνησιν, τὴν δ' ὡς ἄρρενος ἢ θήλεος ἐϰ τῆς ἀμφοτέρων τῶν ἀρχῶν ϰράσεως. ἀμφοτέρας δ' ἀρχὰς λέγω ϰαταμήνιόν τε ϰαὶ σπέρμα.Google Scholar

42 De semine 2.5.19–26 (4.630–31 K.), bes. 2.5.24 (4.631): ἐμοὶ μὲν δοϰεῖ μία μόνη [sc. διαφορὰ] λείπεσθαι, τῇ ϰράσει τῶν δραστιϰῶν ποιοτήτων ἑπομένη ϰαλεῖν δὲ οὕτως εἴωθα θερμότητα ϰαὶ ψυχρότητα.Google Scholar

43 De usu partium 1.2 (3.2 K.): Χρεία δ' αὐτῶν [sc. μορίων] ἁπάντων ἐστί τῇ ψυχῇ. τò γὰρ σῶμα ταύτης ὂργανον ϰαὶ διὰ τοῦτο πολὺ διενήνοχεν ἀλλήλων τὰ μόρια τῶν ζῴων, ὃτι ϰαὶ αἱ ψυχαί…. πᾶσι δ' οὖν ἐπιτήδειον τò σῶμα τοῖς τῆς ψυχῆς ἢθεσί τε ϰαὶ δυνάμεσιν. De usu partium 1.22 (3.80 K.): λέξειεν ἄν ἡ φύσις πρòς σέ, γελοίῳ τὴν ψυχὴν ζῴῳ γελοίαν ἐχρῆν δοθῆναι σώματος ϰατασϰευήν. Vgl. Accattino, , “Galeno e la riproduzione animale” (Anm. 30 oben), 1856–86, u. 1875–76 Anm. 56.Google Scholar

44 De foetuum formatione 6 (4.694–95 K.): ἡ δ' αὐτὴ τέχνη ϰαὶ ϰατὰ τὰ σπλάγχνα πάντ' ἐστί, ϰαὶ ὃλως ὁπωσοῦν μόριον, ὡς, ἄν τις ἀριθμῇ τοὺς σϰοποὺς τῆς ϰατασϰευῆς, εἰς μυριάδας, οὐ χιλιάδας, ἀριθμòν ἀναχθῆναι, ϰατωρθωμένων εἰς ἄϰρον ἁπάντων, οὕς ἐγὼ μέν, ὡς ἒφην, οὐϰ ἄν ποτε πεισθείην ἄνευ σοφωτάτου τε ϰαὶ δυνατωτάτου δημιουργοῦ γεγονέναι.Google Scholar

45 De semine 1.10.1 (4.546–47 K.): Τὴν φυτιϰὴν δ' ἀρχὴν ἁπάντων πρώτην ἒχει δημιουργοῦσαν οὐϰ ἐξ αἳματος, ἀλλ' ἐξ αὐτοῦ τοῦ σπέρματος ἀρτηρίαν ϰαὶ φλέβα ϰαὶ νεῦρον, ὀστοῦν τε ϰαὶ ὑμένα.Google Scholar

46 Vgl. Accattino, , “Galeno e la riproduzione animale” (Anm. 30 oben), 1863 Anm. 26, 1885.Google Scholar

47 De foetuum formatione 6 (4.687–702 K.), bes. 4.692–93 K.: διò ϰαὶ τῶν λεγόντων, ἑαυτοῦ περιπλάττειν τò σῶμα τὴν ψυχήν, ὁ λόγος ἒϰ τινων φαινομένων πιθανῶς ϰατασϰευαζόμενος ἐντεῦθεν ἀντιλογίαν ἴσχει. ϰατασϰευάζει μὲν γὰρ αὐτòν ἡ τῶν μερῶν τοῦ σώματος χρῆσις ἃμα τῷ γεννηθῆναι τοῖς ζῴοις ὑπάρχουσα…. ταῦτα γὰρ ἐνδείϰνυσθαι δοϰεῖ, τὴν χρωμένην τοῖς μορίοις ψυχὴν ἐπίστασθαι τὴν χρείαν αὐτῶν, ὡς ἄν αὐτὴν ϰατεσϰευαϰυῖαν, οὐχ ὑπ' ἄλλου γεγονόσι χρωμένην. ἀλλα διὰ τί, βουληθέντων ἡμῶν ϰινῆσαι μόριον ἡντιναοῦν ϰίνησιν, εὐθέως ϰινεῖται, μὴ γιγνωσϰόντων τòν ϰινοῦντα μῦν αὐτό, τῶν ἀπορωτάτων ἐστίν…. ἄπορος οὖν ὁ περὶ τῆς διαπλασάσης τὰ μόρια ψυχῆς λόγος ἐϰ πάσης λαβῆς ὑπάρχει· ἓν μόνον ἐμοί γοῦν δοϰεῖ σαφῶς ἐνδείϰνυσθαι, τὴν τέχνην τοῦ ϰατασϰευάσαντος ἡμᾶς, ἣν οὐχ οἷόν τ' ἐστὶν τòν ἐλευθέρᾳ γνώμῃ σϰοπούμενον εἰς τύχην ἄλογον ἀναφέρειν.Google Scholar

48 De methodo medendi 11.1 (10.737 K.): τύχη μὲν οὗν ϰαὶ τέχνη ϰαὶ τεχνίτης διὰ μέσων τῶν ὑλῶν ἒχουσι τò δρᾶν· ἡ φύσις δ' αὐτὴ δι' ἑαυτῆς ἐϰ τριῶν τούτων συμπληρουμένη μορίων τῆς τε τοῦ πνεύματος οὐσίας ϰαὶ τῆς τῶν ὂντως στερεῶν, ἃπερ ἐϰ σπέρματος ἐδείχθη γιγνόμενα, ϰαὶ τρίτης ἐπ' αὐτοῖς τῆς σαρϰοειδοῦς οὐσίας, ἐν ἑϰάστῳ τῶν μορίων ἰδίας ὑπαρχούσης.Google Scholar

49 De usu partium 12.2 (4.4 K.): siehe unten Anm. 133. Ibid., 14.7 (4.165 K.): Μὴ τοίνυν νόμιζε ϰατ' ἄλλους μέν τινας λόγους ϰινεῖσθαι τò σπέρμα πρòς την τῶν ἀρρένων ζῷων γένεσιν, ϰατ' ἄλλους δὲ πρòς τὴν τῶν θήλεων· οὕτω μὲν γὰρ οὐδ' ἄν ὁμοειδοῦς τινος ἀρχὴ γίγνοιτο ζῴου τῶν λόγων ὃλως τῆς ϰινήσεως ὑπαλλαττομένων. De crisibus 3.10 (9.746 K.): ὡρισμέναι γάρ εἰσι ϰαὶ τεταγμέναι τῆς φύσεως αἱ ϰινήσεις, ὃταν εὐρωστῇ τε ϰαὶ ϰρατῇ τῆς ὕλης ϰαὶ τοῖς οἰϰείοις λόγοις ἐνεργῇ, ἀόριστοι δέ ϰαὶ ἄταϰτοι ϰαὶ διὰ τοῦτ' ἄγνωστοι ϰρατουμένης. De diebus decretoriis 1.11 (9.822–23 K.): ἡ γάρ τοι τῆς φύσεως ϰίνησις γίνεται μὲν ἐν περιόδοις τεταγμέναις ϰατά γε τòν ἴδιον λόγον, ϰωλύεται δὲ ἐνίοτε φυλάττειν τὰς περιόδους ὑπò τῶν ἒξωθεν εἰς αὐτὴν ἁμαρτανομένων. Ibid., 2.2 (9.845 K.): ὡς τεταγμένον τι χρῆμά ἐστιν ἡ φύσις, ϰπειδὰν ϰρατῇ τῆς ὕλης, ἀναλογίαις τισὶν ὡρισμέναις ϰαὶ περιόδοις τεταγμέναις αἱ ϰινήσεις αὐτῆς γίνονται. τὰ δ' ἀλόγως παρεμπίπτοντά ποτε ϰαὶ συγχέοντα τὴν τάξιν, ἐπειδὰν μὴ πάντῃ ϰρατῇ τῆς ὕλης, ἀλλ' ἐμποδίζοιτό ποτε ϰαὶ ϰωλύοιτο τοῖς ἑαυτῆς λόγοις ϰινεῖσθαι, τότ' αὐτῇ συμπίπτει.Google Scholar

50 Tallmadge May, Margaret, Übers., Galen: On the Usefulness of the Parts of the Body 2 (Ithaca, N.Y., 1968): 632, übersetzt den Begriff λόγος mit “one set of rules” und “the laws of motion.” Harig, G., Die Bestimmung der Intensität im medizinischen System Galens. Ein Beitrag zur theoretischen Farmakologie, Nosologie und Therapie in der Galenischen Medizin, Schriften zur Geschichte und Kultur der Antike, 11 (Berlin, 1974), 69, erinnert daran, daß die φύσις bei den Hippokratikern “als sinnvolles Zusammenwirken von Naturgesetzen” verstanden wurde.Google Scholar

51 De usu partium 1.12 (3.33 K.): θαυμάσαι δὲ χρὴ ϰἀνταῦθα τὴν τέχνην τῆς φύσεως εἰς ἁπάσας τὰς ἐνεργείας ἐπιτηδείους ϰατασϰευασαμένης τούς δαϰτύλους. Ibid., 1.18 (3.63 K.): τò γὰρ μηδαμῇ χρήσιμον ἡμῖν ἐσόμενον τοῦτ' εὐθύς ἐξ ἀρχῆς ἡ φύσις ἀδύνατον γενέσθαι παρεσϰεύασεν.Google Scholar

52 Moraux hebt die Wirksamkeit des göttlichen Demiurgen nur bis zur Ebene der Art hervor. Moraux, Paul, “Galien comme philosophe: la philosophie de la nature,” in Galen: Problems and Prospects , ed. Nutton, V. (London, 1981), 101–2: “La providence, identifiée en quelque sorte a la puissance (δύναμις) qui part des mouvements astraux pour atteindre le monde sublunaire, s'arrête aux genres et aux espèces et ne s'étend pas aux individus, contrairement a ce que professaient les Stoïciens et, dans une certaine mesure, Platon luimeme. II ne reste pas moins que chaque individu se développe conformément au plan démiurgique établi pour son espèce.” Vgl. ders., Der Aristotelismus bei den Griechen: Von Andronikos bis Alexander von Aphrodisias, 2. Bd.: Der Aristotelismus im I. und II. Jh. n. Chr. (Berlin und New York, 1984), 771–73.Google Scholar

53 Es ist u. E. möglich, in dieser Belation zwischen Art und Individuum eine Parallele zur Aristotelischen Auffassung zu sehen, daß nämlich sowohl das Individuelle als auch Kräfte der Art und Gattung an der Zeugung des Individuums beteiligt sind. Vgl. Arist, ., GA 4.3.767 b 23–35. Kullmann, Siehe, Aristoteles und die moderne Wissenschaft (Anm. 22 oben), 294.Google Scholar

54 Kongruent mit dieser Kausalität des είδος ist Galens Definition des Werdens als ἡ εἰς οὐσίαν ἀγωγή. Siehe, De naturalibus facultatibus 1.2 (2.3 K.). Die Beschreibung der γένεσις als ἡ εἰς οὐσίαν ἀγωγή übersetzt Brock: Galen, On the Natural Faculties (Anm. 13 oben), 7, mit “a coming into existence”; ibid., 6 Anm. 4, fügt er die Übertragung von Linacre an: “Ad substantiam productio seu ad formam processus.” Siehe, Galeni Pergameni De naturalibus facultatibus libri tres, Thoma Linacro Anglo interprete (Lyon, 1548), 3 u. 67.Google Scholar

55 Wann das εἶδος zum ersten Mal in einem Individuum konkretisiert wurde, sagt Galen nicht und fragt genausowenig wie Aristoteles ausdrücklich danach. Vgl. Kullmann, , Die Teleologie in der aristotelischen Biologie (Anm. 22 oben), 6162; ders., Aristoteles und die moderne Wissenschaft (Anm. 22 oben), 230–31.Google Scholar

56 Analog diesen drei Ebenen sieht Harig, , Bestimmung der Intensität , 71, die drei Stufen in der Entwicklung des Begriffes φύσις bei den Griechen, nur daß er die oberste Stufe die “Physis des Kosmos” nennt.Google Scholar

57 Die Anregung fur diese orthographische Differenzierung des Terminus gibt Boylan, , “Galenic and Hippocratic Challenges” (Anm. 33 oben), 83112. Boylan unterscheidet “Nature” und “nature.” Mit dem Begriff “Nature” bezeichnet er die bestimmenden Regeln der Species, mit dem Begriff “nature” die individuellen, akzidentellen Bestimmungen eines Organismus, einer Einzelsubstanz bzw. Person.Google Scholar

58 De naturalibus facultatibus 1.7 (2.18 K.): μόνης οὖν τῆς φύσεως τò πάντη διιστάναι συνεχὲς ἑαυτῷ μένον ἒτι ϰαὶ τήν ἀρχαίαν ἃπασαν ἰδέαν φυλάττον τò σῶμα. Ibid., 1.14 (2.46 K.): ϰαὶ τὴν φύσιν εἰπεῖν τεχνιϰὴν ϰαὶ τὴν οὐσίαν τῶν ὂντων ἑνουμένην τε πρòς ἑαυτὴν ἀεί ϰαὶ ἀλλοιουμένην ὑπò τῶν ἑαυτῆς μορίων εἰς ἄλληλα δρώντων τε ϰαὶ πασχόντων. De usu partium 4.17 (3.327 K.): ὣστ' οὐϰ ἄν τις διαλάθοι ϰαὶ ἐϰπέσοι τοῦ ζῴου χυμòς εἰς θρέψιν χρἡσιμος, ὃταν γε νόμῳ φύσεως διοιϰῆται τὰ ϰατὰ τò σῶμα. Vgl. Ps.-Gal., In Hippocr. De humoribus 3.17 (16.423 K.): τί ποτε σημαίνεται πρòς τοῦ τῆς φύσεως ὀνόματος σημαίνει γοῦν τὴν πρώτην οὐσίαν ὑποβεβλημένην ἃπασι τοῖς γεννητοῖς ϰαὶ φθαρτοῖς σώμασιν, ὃθεν ἒνιοι τῶν παλαιῶν φιλοσόφων παρονομασθέντες ἐϰλήθησαν φυσιϰοί. ϰαὶ οὕτως οἱ περί φυτῶν ἢ βoτανών γράψαντες, τὴν οὐσίαν αὐτῶν ἐξηγούμενοι, τὴν αἰσθητὴν αὐτῶν φύσιν διδάσϰειν λέγονται. νῦν δὲ λέγει φύσιν αὐτός, ἣν ἡμεῖς ϰρᾶσιν ϰαλοῦμεν, ἐϰ τῶν τεσσάρων στοιχείων, ὑγροῦ, ξηροῦ, θερμοῦ ϰαὶ ψυχροῦ, ἢ ϰαὶ ἐϰ τεσσάρων χυμῶν, αἳματος, φλέγματος ϰαὶ χολῆς ἀμφοτέρας συγϰειμένην. Zur Einheit und zum Kontinuum bei Galen, Brock, Galen, On the Natural Faculties (Anm. 13 oben), Introduction, 26. Lacy, Phillip De, “Galen's Concept of Continuity,” Greek, Roman and Byzantine Studies 20 (1979): 355–69, bes. 364: “as possibly relevant to Galen's concept of the continuities that unify the body and underlie its activities.” Vgl. Arist., PA 2.9.654 a 32–b 16.Google Scholar

59 In Hippocr. Epid. 6, Comm. 5.5 (17./2.250–51 K.): ἒνιοι μὲν ἡγοῦνται μίαν οὐσίαν εἶναι ψυχῆς τε ϰαὶ φύσεως, οἱμέν ἐν τῷ πνεύματι τιθέμενοι τὴν ὕπαρξιν αὐτῶν, οἱ δ' ἐν τῆ τοῦ σώματος ἰδιότητι. τινὲς δὲ οὐ μίαν, ἀλλ' ἰδίαν ἐϰατέρᾳ τὴν οὐσίαν εἶναί φασι ϰαὶ οὐ σμιϰρῷ δέ τινι διαφερούσας, ἀλλ' ὃλῳ τῷ γένει, ὃπου γε ϰαὶ τὴν μὲν τῆς φύσεως φθαρτὴν εἶναι ἡγοῦνται, τὴν δέ τῆς ψυχῆς ἄφθαρτον. 'Αριστοτέλης μὲν οὖν ϰαὶ Πλάτων ὑπὸ μίαν προσηγορίαν ἀμφοτέρας ἄγουσι τὰς δυνάμεις, οὐ μόνον ἧ λογιζόμεθα ϰαὶ μεμνὴμεθα ψυχὴν ϰαλοῦντες, ἀλλὰ ϰαὶ τὴν ἐν τοῖς φυτοῖς, ἧ τρέφεταί τε ϰαὶ αὒξεται ϰαὶ διασῴζεται, μέχρι περ ἄν ἐν τῷ χρόνῳ ξηρανθῇ. τοῖς Στοϊϰοῖς δ' ἒθος ἐστί φύσιν μὲν ὀνομάζειν, ᾗ τὰ φυτὰ διοιϰεῖται, ψυχὴν δὲ ᾗ τὰ ζῷα, τὴν οὐσίαν ἀμφοτέρων μὲν τίθενται τò σύμφυτον πνεῦμα ϰαὶ διαφέρειν ἀλλὴλων οἴονται ποιότητι.Google Scholar

60 De naturalibus facultatibus 1.1 (2.1 K.): ἐπειδὴ τò μέν αἰσθάνεσθαί τε ϰαὶ ϰινεῖσθαι ϰατὰ προαίρεσιν ἴδια τῶν ζῴων ἐστί, τò δ' αὐξάνεσθαί τε ϰαὶ τρέφεσθαι ϰοινὰ ϰαὶ τοῖς φυτοῖς, εἴη ἄν τὰ μὲν πρότερα τῆς ψυχῆς, τὰ δὲ δεύτερα τῆς φύσεως ἒργα…. ὑπὸ μὲν ψυχὴς θ' ἃμα ϰαὶ φύσεως τὰ ζῷα διοιϰεῖσθαί φαμεν, ὑπὸ δέ φύσεως μόνης τὰ φυτὰ ϰαὶ τó γ' αὐξάνεσθαί τε ϰαὶ τρέφεσθαι φύσεως ἒργα φαμέν, οὐ ψυχῆς. Vgl. Gottschalk, Hans B., “Aristotelian Philosophy in the Roman World from the Time of Cicero to the End of the Second Century A.D.,” ANRW 2.36.2 (1987), 1167.Google Scholar

61 De naturalibus facultatibus 1.5 (2.10 K.): 'Έργα τοίνυν τῆς φύσεως ἒτι μὲν ϰυουμένου τε ϰαὶ διαπλαττομένου τοῦ ζῴου τὰ σύμπαντ' ἐστί τοῦ σώματος μόρια, γεννηθέντος δὲ ϰοινòν ἐφ' ἃπασιν ἒργον ἡ εἱς τò τέλειον ἐϰάστῳ μέγεθος ἀγωγὴ ϰαὶ μετὰ ταῦθ' ἡ μέχρι τοῦ δυνατοῦ διαμονή. Ἐνέργειαι δ' ἐπὶ τρισὶ τοῖς εἰρημένοις ἒργοις τρεῖς ἐξ ἀνάγϰης, ἐφ' ἑϰάστῳ μία, γένεσίς τε ϰαὶ αὒξησις ϰαὶ θρέψις. Ibid., 1.9 (2.20 K.): γένεσις ϰαὶ αὒξησις ϰαὶ θρέψις τὰ πρῶτα ϰαὶ οἷον ϰεφάλαια τῶν ἒργων ἐστὶ τὴς φύσεως.Google Scholar

62 De semine 2.2.6 (4.611 K.): συμβαίνει τοίνυν ἐϰ τούτων ὑποϰειμένων περαίνεσθαι ταῖς ὑποβεβλημέναις οὐσίαις τῆ γενέσει τὰ τῶν ζῷων ἀϰολουθεῖν εἴδη ϰαὶ εἶναι τò μὲν ζῷον ἳππον ἢ βοῦν ἢ ἄνθρωπον ἢ ότιοῦν ἄλλο εἶδος ϰατὰ τὴν οὐσίαν, ὃθεν ἐγένετο, τὴν φύσιν δὲ αὐτοῦ δύναμίν τινα τῆς οὐσίας ἐϰείνης ϰινητιϰὴν τε ϰαὶ διαπλαστιϰὴν.Google Scholar

63 De crisibus 1.11 (9.590 K.): ὃτι δὲ τέτταρες αἱ πᾶσαι φυσιϰαὶ δυνάμεις ἐν ἑϰάστῳ τῶν τοῦ σώματος μορίων ἡμῶν εἰσιν ἑτέρωθι δέδειϰται. Siehe, De naturalibus facultatibus 3.1 (2.143–44 K.). Ibid., 3.8–9 (2.177–88 K.), bes. 2.177 K.: τὰς τέτταρας ἀπεδείξαμεν ύπαρχούσας τῆ γαστρί, τὴν ἑλϰτιϰὴν μὲν ἐν τῷ ϰαταπίνειν, τὴν ϰαθεϰτιϰὴν δ' ἐν τῷ πέττειν, τὴν ἀπωστιϰὴν δ' ἐν τοῖς ἐμέτοις ϰαὶ ταῖς τῶν πεπεμμένων σιτίων εἰς τò λεπτὸν ἒντερον ὑποχωρήσεσιν, αὐτὴν δὲ τὴν πέψιν ἀλλοίωσιν ὑπάρχειν. Ibid., 3.12 (2.182–86. K.).Google Scholar

64 De naturalibus facultatibus 1.12 (2.28 K.): αὕτη [sc. ἡ φύσις] τὰ σώματα τῶν τε φυτῶν ϰαὶ τῶν ζῷων συνίστησι δυνάμεις τινὰς ἒχουσα τὰς μὲν ἑλϰτιϰάς θ' ᾃμα ϰαὶ ὁμοιωτιϰὰς τῶν οἰϰείων, τάς δ' ἀποϰριτιϰὰς τῶν ἀλλοτρίων, ϰαὶ τεχνιϰῶς ἃπαντα διαπλάττει τε γεννῶσα ϰαὶ προνοεῖται τῶν γεννωμένων ἑτέραις αὖθίς τισι δυνάμεσι, στερϰτιϰῆ μέν τινι ϰαὶ προνοητιϰῆ τῶν ἐγγόνων, ϰοινωνιϰῆ δὲ ϰαὶ φιλιϰῆ τῶν ὁμογενῶν. De symptomatum differentiis 4 (7.63 K.): ἡ γνῶσις τῶν φυσιϰῶν δυνάμεων, ἃς ἐν τῷ περὶ αὐτῶν λόγο) τέτταρας ἐν ἑϰάστῳ τῶν τοῦ σώματος μορίων ἐδείξαμεν ύπάρχειν, ἑλϰτιϰὴν τε ϰαὶ ϰαθεϰτιϰὴν ϰαὶ ἀλλοιωτιϰὴν ϰαὶ ἀποϰριτιϰὴν. In Hippocr. Epid. 6, Comm. 5.1 (17./2.228 K.): ἀρϰεῖ γὰρ ἀναμνῆσαι μόνον, ὡς ἐν τοῖς Περί τῶν φυσιϰῶν δυνάμεων ύπομνήμασιν ἐδείχθησαν αἱ ϰαθόλου δυνάμεις αὐτῆς [sc. φύσεως], αἷς ἃπαντα τὰ ϰατά τὰ ζῷον ἐργάζεται, τέτταρες οὖσαι. πρώτη μὲν ἡ τῶν οἰϰείων ἑλϰτιϰή, δευτέρα δὲ ἡ τούτων αὐτῶν ἀλλοιωτιϰή τε ϰαὶ πεπτιϰὴ ϰαὶ τρίτη ἡ ϰαθεϰτιϰὴ τῶν οἰϰείων ϰαὶ τετάρτη ἡ τῶν οὐϰ οἰϰείων ἀποϰριτιϰή. Ibid., 5.1 (17./2.233 K.).Google Scholar

65 In Hippocr. Epid. 6, Comm. 5.1 (17./2.231 K.): ϰαὶ τῶν γε τῆς φύσεως αὐτῆς δυνάμεων ἒνιαι μέν εἰσι πρῶται, ϰαθ' ἄς τò ζῷον ἐν τῆ ζωῆ διαμένει, τò τελεώτατον ἀξίωμα πρὸς τὴν ἀρίστην ζωὴν τοῦ σώματος ἒχουσαι. ϰαλῶ δὲ ἀρίστην ζωὴν τὴν ἐν ὑγείᾳ δηλονότι, μοχθηρὰ γὰρ ἡ ἐν νόσοις. ἓτεραι δ' εἰσὶ τούτων ὑπηρετιϰαί δυνάμεις, εἶτ' ἐϰείνων πάλιν ἄλλαι. Ibid., 5.1 (17./2.233 K.): ϰοιναὶ δὲ ἁπασῶν τῶν εἰρημένων δυνάμεων ἓτεραι τέτταρές εἰσιν, ὧν ἒμπροσθεν ἐμνημόνευσα, ϰληθεισῶν ὑπ' ἐμοῦ σαφηνείας ἓνεϰεν, ἑλϰτιϰὴς, ϰαθεϰτιϰῆς, ἀλλοιωτιϰῆς ϰαὶ ἀποϰριτιϰῆς.Google Scholar

66 Meyer-Steineg, Siehe Theodor, “Studien zur Physiologie des Galenos,” Archiv fur Geschichte der Medizin 6 (1913, Repr. Wiesbaden, 1964): 422–23; Moraux, , Der Aristotelismus bei den Griechen, 2. Bd. (Anm. 52 oben), 779–80. Moraux verweist auf Gal., De praesagitione ex pulsibus 2.8 (9.305–6 K.), bes. 9.305 K.: νῦν δ' ἐπειδὴ πεπείσμεθά τε τὴν οὐσίαν τῶν δυνάμεων οὐδὲν ἄλλο παρὰ τήν ποιὰν εἶναι ϰρᾶσιν. Vgl. ferner ibid., 1.4 (9.244 K.): Ἡ οὐσία τῆς δυνάμεως ἑϰάστου τῶν μορίων ἐν τῆ ϰαθ' ἓϰαστον αὐτῶν εὐϰρασίᾳ τέταϰται.Google Scholar

67 De methodo medendi 3.3 (10.174 K.): ἀλλ' ἡ φύσις ἑϰάστου τῶν σωμάτων ἐδείχθη ϰατά τινα θερμοῦ ϰαὶ ψυχροῦ ϰαὶ ξηροῦ ϰαὶ ὑγροῦ ϰρᾶσιν ἀποτελεῖσθαι. Vgl. Harig, , Bestimmung der Intensitat (Anm. 50 oben), 72. In Hippocr. De natura hominis 1.15 (15.54 K.): ὣστε οὐ τὰ σαφῶς βλεπόμενα ϰατὰ τò σῶμα τἀνθρώπου θερμὰ ϰαὶ ψυχρὰ ϰαὶ ξηρὰ ϰαὶ ὑγρὰ μόρια στοιχεῖα τῆς τοῦ ἀνθρώπου φύσεώς ἐστιν, ἀλλὰ τὰ τούτων αὐτῶν συνθετιϰά τε ϰαὶ γεννητιϰά. ταῦτα δέ ἐστιν ὕδωρ τε ϰαὶ πῦρ ἀὴρ τε ϰαὶ γῆ. Ibid., 1.16 (15.55 K.): Τοιαύτη, φησίν, οὐ μόνον ἡ τοῦ ἀνθρώπου φύσις ἐστίν, ἀλλὰ ϰαὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων, ἐϰ θερμοῦ δηλονότι ϰαὶ ψυχροῦ ϰαὶ ξηροῦ ϰαὶ ὑγροῦ ϰεϰραμένη τῶν ἁπλῶν ϰαὶ ἄϰρων. τὰ γὰρ ἐν τῷ μεταξύ πάντα τὴν ϰρᾶσιν ἐϰ τούτων ἒσχηϰεν.Google Scholar

68 In Hippocr. Epid. 1, Comm. 2.49 (17./1.145 K.): διά τε γὰρ τῶν στερεῶν σωμάτων ἡ φύσις διατέταται δύναμις ἐϰείνων οὖσα ϰαὶ τò πέττεσθαι τοῖς χυμοῖς ὑπὸ τῶν στερεῶν ὑγιαινόντων γίνεται, … θεραπευθῆναι δ' οὐ δύναται, πρὶν αὐτά τὰ στερεά σώματα τὴν οἰϰείαν ἀναϰτήσασθαι δύναμιν, ἣτις ἐν συμμετρίᾳ ϰεῖται θερμοῦ ϰαὶ ψυχροῦ ϰαὶ ξηροῦ ϰαὶ ὑγροῦ.Google Scholar

69 De naturalibus facultatibus 1.6 (2.12–13 K.): Ὀστοῦν δὴ ϰαὶ χόνδρον ϰαὶ νεῦρον ϰαὶ ὑμένα ϰαὶ συνδεσμὸν ϰαὶ φλέβα ϰαὶ πάνθ' ὃσα τοιαῦτα ϰατὰ τὴν πρώτην τοῦ ζῴου γένεσιν ἡ φύσις ἀπεργάζεται δυνάμει χρωμένη ϰαθόλου μὲν εἰπεῖν τῆ γεννητιϰῆ τε ϰαὶ ἀλλοιωτι-ϰῆ, ϰατά μέρος δὲ θερμαντιϰῆ τε ϰαὶ ψυϰτιϰῆ ϰαὶ ξηραντιϰῆ ϰαὶ ὑγραντιϰῆ ϰαὶ ταῖς ἐϰ τῆς τούτων ϰράσεως γενομέναις.Google Scholar

70 De methodo medendi 12.5 (10.837–38 K.): ἐπεὶ δὲ ἡ οὐσία τῶν διοιϰουσῶν ἡμᾶς δυνάμεων ἒν τε τῷ πνεύματι ϰαὶ τῆ τῶν στερεῶν σωμάτων ἐστὶ ϰράσει. In Hippocr. Aphorismos 1.15 (17./2.422 K.): γνωρίσεις, οἶμαι, τὴν ῥώμην τῆς διοιϰούσης ἡμᾶς δυνάμεως, ἣτις ἐστὶ τò ἒμφυτον θερμόν.Google Scholar

71 Ars medica 5 (1.318–19 K.): Τέτταρες δ' αὐτῶν εἰσιν αἱ πᾶσαι διαφοραί· τὰ μὲν γὰρ αὐτῶν ἀρχαί τινές εἰσιν· τὰ δὲ ἀπ' ἐϰείνων ἐϰπέφυϰε· τὰ δὲ οὒτ' ἄλλων ἄρχει τῆς διοιϰὴσεως, οὒθ' ὑπ' ἄλλων ἄρχεται, συμφύτους ἒχοντα τὰς διοιϰούσας αὐτὰ δυνάμεις ἒνια δὲ συμφύτους τε ἄμα ϰαὶ ἐπιρρύτους ἒχει· ἀρχαὶ μὲν οὖν εἰσιν ἐγϰέφαλος, ϰαρδία, ἧπαρ ϰαὶ ὂρχεις· ἀπ' ἐϰείνων δ' ἐϰπέφυϰε, ϰἀϰείνοις ὑπηρετεῖ, νεῦρα μὲν ϰαὶ νωτιαῖος μυελός ἐγϰεφάλῷ, τῆ ϰαρδιᾳ δὲ ἀρτηρίαι, φλέβες δὲ ἣπατι, τὰ σπερματιϰὰ δὲ ἀγγεῖα τοῖς ὂρχεσιν· αὐτὰ δὲ αύτὰ διοιϰεῖ χόνδρος, ὀστοῦν, σύνδεσμος, ὑμήν, ἀδήν, πιμελή, σὰρξ ἀ πλῆ· τὰ δ' ἀλλα πάντα μόρια ϰοινὴν τούτοις ἒχοντα τὴν ἐξ αὑτῶν διοίϰησιν, ἀρτηριῶν τε ϰαὶ φλεβῶν, ϰαὶ νεὺρων προσδεῖται· τριχῶν δὲ ϰαὶ ὀνύχων οὐδὲ διοίϰησίς τίς ἐστιν, ἀλλὰ γένεσις μόνὴ· αὗται μὲν οὖν αἱ τῶν μορίων διαφοραί. De naturalibus facultatibus 1.13 (2.35–36 K.). De usu partium 1.16 (3.45 K.): ὃτι μὲν γὰρ ἀρχὴ νεύρων ἁπάντων ἐγϰέφαλóς τε ϰαὶ νωτιαῖος ϰαὶ ὡς αὐτοῦ τοῦ νωτιαίου πάλιν ἐγϰέφαλος, ἀρτηριῶν δ' ἁπασῶν ϰαρδία, φλεβῶν δ' ἧπαρ, ϰαὶ ὡς τὰ μὲν νεῦρα παρ' ἐγϰεφάλου τὴν ψυχιϰὴν δύναμιν, αἱ δ' ἀρτηρίαι παρὰ ϰαρδίας τὴν σφυγμιϰήν, αἱ φλέβες δ' ἐξ ἣπατος τὴν φυτιϰὴν λαμβάνουσι, ἐν τοῖς Περί τῶν Ἵπποϰράτους ϰαὶ Πλάτωνος δογμάτων ἀποδέδειϰται. De locis affectis 5.1 (8.298 K.): τῆς μὲν ἐμφύτου θερμασίας οἷον πηγή τις ὑπάρχειν ἡ ϰαρδία, … ἀρχῶν οὖν οὐσῶν τριῶν, αἷς διοιϰεῖται τò ζῷον (πρὸς γὰρ τῆ τῆς ϰαρδίας ἀρχῆ ὁ μέν ἐ γϰέφαλος αἰσθὴσεώς τε ϰαὶ ϰινὴσεως ἐδείχθη χορηγός είναι πᾶσι τοῖς τοῦ ζώου μέρεσι, τò δ' ὴπαρ ἀρχὴ της θρεπτιϰὴς είναι δυνάμεως). De placitis HP 2.4.49 (5.239 K.): ἀλλ' ἒστιν οὕτως ἣ τε ϰαρδία πηγὴ τῆς ϰατὰ τούς σφυγμοὺς ϰινήσεως ὃ τ' ἐγϰέφαλος τῆς ϰατὰ προαίρεσιν οὐδ' ἒστιν οὐδεὶς λόγος, ὃς ἀναγϰάσει μίαν ἀρχὴν ἁπασῶν εἶναι τῶν ϰατὰ τò ζῷον ἐνεργειῶν. In Hippocr. De fracturis 2.23 (18./2.458 K.): οὒσης οὖν τῆς ϰαρδίας αὐτῆς τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ πηγῆς, τοῦ δ' ἐγϰεφάλου ϰαθ' ἑαυτὸν μὲν ἒχοντος τò λογίζεσθαι, διὰ δὲ τῶν μυῶν ϰινεῖν τὰ μόρια τὰς προαιρετιϰὰς ὠνομασμένας ϰινὴσεις. De usu partium 1.16 (3.45–46 K.): εἴη ἄν οὖν νεύρων μὲν χρεία δύναμιν αίσθήσεώς τε ϰαὶ ϰινήσεως ἀπὸ τῆς ἀρχῆς παράγειν τοῖς ϰατὰ μέρος· ἀρτηριῶν δὲ φυλάττειν τε τὴν ϰατὰ φύσιν θερμασίαν ϰαὶ τρέφειν τò πνεῦμα τò ψυχιϰόν· αἳματος δ' ἓνεϰα γενέσεώς τε ἃμα ϰαὶ τῆς εἰς πάντα τὰ μόρια φορᾶς αἱ φλέβες ἐγένοντο. Vgl. De placitis HP 6.1–8 (5.505–85 K.); De usu partium 14.10 (4.185–87 K.). Google Scholar

72 De placitis HP 6.1.2 (5.506 K.): ὡς ἐγϰέφαλός τε ϰαὶ ϰαρδία ϰαὶ ἧπαρ ἀρχαὶ τῶν διοιϰουσῶν ἡμᾶς δυνάμεών εἰσιν. Ibid., 6.3.7 (5.521 K.): ϰαὶ ϰάλλιον οὐσίαν ψυχῆς ὀνομάζειν, οὐ δύναμιν, ἐν ἑϰάστῳ τῶν τριῶν σπλάγχνων περιεχομένην, ἐν ἐγϰεφάλῳ μέν λογιστιϰήν, ἐν ϰαρδίᾳ δὲ θυμοειδῆ, ϰατὰ δὲ τò ἧπαρ ἐπιθυμητιϰήν ἢ φυτιϰήν ἢ γεννητιϰήν ἢ, ὡς οἱ περὶ τòν 'Aριστοτέλην, θρεπτιϰήν ἢ φυτιϰήν ἢ γεννητιϰήν, ἀφ' ἑνòς ἑϰάστου τοὒνομα θέμενον, ἀπò μὲν τοῦ φύειν φυτιϰήν, ἀπò δὲ τοῦ τρέφειν θρεπτιϰήν, ἀπò δὲ τοῦ γεννᾶν γεννητιϰήν ὁ Πλάτων δ' ἀπò τοῦ πλῆθους τῶν ἐπιθυμιῶν ἐπιθυμητιϰήν. De semine 1.15.39–43 (4.572–73 K.), bes. 1.15.42 (4.573 K.): ὣστε ταύτη γε ϰαὶ τῆς ϰαρδίας αὐτῆς πλέον ἒχουσιν οἱ ὂρχεις, ὡς πρòς τῷ θερμότητά τε ϰαὶ ῥώμην τοῖς ζῴοις παρέχειν ἒτι ϰαὶ τῆς τοῦ γένους διαμονῆς ἐξηγοῦνται. Vgl. Plato, , Ti. 69 C–72 D, bes. 70 A 2–D 6 und 71 D 2; Phd. 96 B 5–8.Google Scholar

73 De placitis HP 6.2.13 (5.518 K.): ὡς εἴδη ψυχῶν εἶναι βούλεται τὰ τρία ταυτί, λογιστιϰòν ἐπιθυμητιϰòν θυμοειδές. Ibid., 6.3.1 (5.519 K.): Ὅτι δὲ τò μὲν ἐν τῇ ϰεφαλῇ ϰαθίδρυται, τò δ' ἐν τῇ ϰαρδίᾳ, τò δ' ἐν τῷ ἣπατι. Ibid., 6.3.5–7 (5.520–21 K.): οὒτε γὰρ ἐναργοῦς ἐστι ϰινήσεως ἀρχή, ϰαθάπερ ἡ μὲν ϰαρδία τῆς σφυγμιϰῆς, ὁ δ' ἐγϰέφαλος τῆς αἰσθητιϰῆς τε ϰαὶ προαιρετιϰῆς, … Τοιαύτης γὰρ δυνάμεως ἀρχὴ τò ἧπαρ οἳα ϰαὶ τοῖς φυτοῖς ὑπάρχει. Ibid., 6.3.9 (5.522 K.): ἐναργέστερον δ' ἐστίν ἀπò τῶν φλεβῶν ἄρξασθαι ϰαὶ ζητῆσαι πότερον ϰαὶ τούτων ἐστὶ ἀρχὴ τò ἧπαρ, ὡς ἀρτηρίων μὲν ἡ ϰαρδία, τῶν νεύρων δ' ὁ ἐγϰέφαλος. In Hippocr. De victu acutorum 3.41 (15.702 K.): ὃτι δὲ [sc. ὁ οἶνος] τὴν ϰεφαλὴν ϰαϰοῖ, διὰ τοῦτο ϰαὶ τὴν γνὼμην ἐν ταύτῃ γάρ ἐστι τò φρονοῦν ϰαὶ λογιζόμενον μέρος τῆς ψυχῆς. Vgl. Ps.-Gal., In Hippocr. De alimento 3.10 (15.292–93 K.): οὐσών δὲ τριῶν ἐν ἡμῖν, τῆς ψυχιϰῆς ϰαὶ ζωτιϰῆς ϰαὶ φυσιϰῆς, αἳπερ διοιϰοῦσι τò ζῷον ϰαὶ ἑτερογενεῖς ἀλλήλων εἰσίν, ὣσπερ ἐϰ πηγῆς τινος ἰδίας ἑϰάστῃ παντὶ τῷ σώματι διανέμεται. ἒστι δ' ἡ μέν τις αύτῶν εἰς τò τρέφεσθαι τò ζῷον ἀναγϰαία ϰαὶ ϰοινὴ πρòς τὰ φυτὰ ϰαὶ οἷον πηγὴν ἒχει τò ἧπαρ. ὀχετοὺς δὲ ἐξ αὐτῆς εἰς ὃλον τò σῶμα διασπειρομένους τὰς φλέβας, ἣν ἒξεστιν ἐπιθυμητιϰήν ἢ φυσιϰὴν ἢ ϰαὶ θρεπτιϰὴν ὀνομάζειν. ἑτέρα δὲ οὐ μόνον ὡς φυτοῖς ἡμῖν ἢ ζῶσιν, ἀλλὰ ϰαὶ ὡς ζῴοις ὑπάρχουσα ψυχὴ ϰατὰ τὴν ϰαρδίαν ἳδρυται, πηγή τις οὖσα ϰαὶ ἣδε τῆς ἐμφύτου θερμασίας. ὀχετοί δὲ ταύτης τῆς πηγῆς αἱ ἀρτηρίαι· ϰαλεῖται δὲ ϰαὶ αὐτὴ πολλοῖς ὀνόμασι· ϰαὶ γὰρ δύναμις ζωτιϰὴ ϰαὶ δύναμις θυμοειδὴς ϰαὶ ψυχὴ θυμοειδὴς ὀνομάζεται. τρίτη δὲ ἐν ἐγϰεφάλῳ ἐστὶ ψυχὴ λογιϰή, τῶν ϰατὰ προαίρεσιν ἐνεργειῶν ἃμα ταῖς αἰσθήσεσιν ἐξηγουμένη. ταύτης δ' ἐστί ϰαὶ μόρια, οἷς χρῆται ὣσπερ ὀχετοῖς τισι, τὰ νεῦρα, αἴσθησίν τε ϰαὶ ϰίνησιν ἐπιπέμπουσα δι' αύτῶν τῷ ζῴῳ παντί.Google Scholar

74 Ars medica 6 (1.322 K.).Google Scholar

75 De usu partium 7.8–9 (3.538–46 K.).Google Scholar

76 De tremore 6 (7.616 K.): ἀλλὰ τò μὲν ὃλον σῶμα σύμπνουν τε ϰαὶ σύῤῥουν [sc. ἡμῶν] ἡγουμένων, τò θερμòν δ' οὐϰ ἐπίϰτητον οὐδ' ὕστερον τοῦ ζῴου τῆς γενέσεως, ἀλλ' αὐτò πρῶτóν τε ϰαὶ ἀρχέγονον ϰαὶ ἒμφυτον. ϰαὶ ἣ γε φύσις ϰαὶ ἡ ψυχὴ οὐδὲν ἄλλο ἢ τοῦτ' ἒστιν, ὣστ' οὐσίαν αὐτοϰίνητόν τε ϰαὶ ἀειϰίνητον αὐτò νοῶν οὐϰ ἄν ἁμάρτοις. Vgl. Pl., Phdr. 245 E 6–246 A 2: Εἰ δ' ἒστι τοῦτο οὕτως ἒχον, μὴ ἀλλο τι είναι τò αὐτò ἐαυτδ ϰινοῦν ἢ ψυχὴν, ἐξ ἀνάγϰης ἀγένητόν τε ϰαὶ αθάνατον ψυχὴ ἄν εἴη. Vgl. Lacy, De, Übers., Galen: On the Doctrines of Hippocrates and Plato, 3, Corpus Medicorum Graecorum 5.4.1.2 (Berlin, 1984), 675: “Galen appears to identify nature and soul with self-moving innate heat.” May, Ähnlich, Galen: On the Usefulness of the Parts 1 (Anm. 50 oben), 50–52.Google Scholar

77 De semine 2.5.4 (4.627 K.): ἢ τῆς τοῦ συμφύτου πνεύματος οὐσίας ἐλάττονος μετέχον. Ibid. 2.5.33 (4.633 K.): ἐπεὶ μᾶλλóν τι τοῦτο ἐργάζεσθαι πέφυϰεν πολὺ πνεῦμα θερμόν.Google Scholar

78 De placitis HP 7.3.27–28 (5.608 K.): τò μὲν οὖν ϰατὰ τὰς ἀρτηρίας πνεῦμα ζωτιϰόν ἐστί τε ϰαὶ προσαγορεύεται, τò δὲ ϰατὰ τóν ἐγϰέφαλον ψυχιϰόν, οὐχ ὡς οὐσία ψυχῆς ὑπάρχον, ἀλλ' ὡς ὂργανον πρῶτον αὐτῆς οἰϰούσης ϰατὰ τòν ἐγϰέφαλον, ὁποία τις ἄν ᾖ τὴν οὐσίαν. ὣσπερ δὲ τò ζωτιϰòν πνεῦμα ϰατὰ τὰς ἀρτηρίας τε ϰαὶ τὴν ϰαρδίαν γεννᾶται τὴν ὕλην ἒχον τῆς γενέσεως ἒϰ τε τῆς εἰσπνοῆς ϰαὶ τῆς τῶν ὑμῶν ἀναθυμιάσεως, οὕτω τò ψυχιϰòν ἐϰ τοῦ ζωτιϰοῦ ϰατεργασθέντος ἐπὶ πλέον ἒχει τὴν γένεσιν. Vgl. Ps.-Gal., In Hippocr. De alimento 3.1 (15.263–64 K.).Google Scholar

79 De methodo medendi 12.5 (10.839–40 K.): τοῦ μὲν δὴ ψυχιϰοῦ πνεύματος ἐναργῶς ἐδείξαμεν οἷον πηγήν τινα οὖσαν τòν ἐγϰέφαλον ἀρδομένου ϰαὶ τρεφομένου διά τε τῆς εἰσπνοῆς ϰαὶ τῆς ἐϰ τοῦ διϰτυοειδοῦς πλέγματος χορηγίας. τοῦ δὲ ζωτιϰοῦ πνεύματος οὐχ ὁμοίως μὲν ἐναργῶς ἡ ἀπóδειξις ἦν, οὐ μὴν ἀπίθανόν γε ϰατά τε τὴν ϰαρδίαν αὐτò ϰαὶ τὰς ἀρτηρίας δοϰεῖν περιέχεσθαι, τρεφόμενον ϰαὶ τοῦτο μάλιστα μὲν ἐϰ τῆς ἀναπνοῆς, ἢδη δὲ ϰαὶ τοῦ αἳματος. εἰ δέ ἐστί τι ϰαὶ φυσιϰòν πνεῦμα, περιέχοιτ' ἄν ϰαὶ τοῦτο ϰατά τε τò ἧπαρ ϰαὶ τὰς φλέβας.Google Scholar

80 Vgl.: Verbeke, Gerard, L'évolution de la doctrine du pneuma du Stoïcisme à St. Augustin (Louvain, 1945), 206–8; 218–20; Diepgen, Paul, Geschichte der Medizin 1 (Berlin, 1949), 115–16; Temkin, Owsei, “On Galen's Pneumatology,” Gesnerus 8 (1951): 180–89; Solmsen, Friedrich, “The Vital Heat, the Inborn Pneuma and the Aether,” The Journal of Hellenistic Studies 77 (1957): 119–23; Singer, Charles, A Short History of Anatomy from the Greeks to Harvey (New York, 1957), 58; Cirenei, Fortunato, “La fisiologia di Galeno,” Scientia veterum 23 (1961): 10–11 u. 14–19; Moraux, Paul, Quinta essentia, RE 47. Halbband (1963): 1205–6 u. 1252; De Martini, U., “Considerazioni sulla dottrina dello pneuma in Galeno,” Pagine di Storia della Medicina 8 (1964): 41–48; Putscher, Marielene, Pneuma, Spiritus, Geist. Vorstellungen vom Lebensantrieb in ihren geschichtlichen Wandlungen (Wiesbaden, 1973), 8, 10 u. 12–13; Durling, Richard J., “The Innate Heat in Galen,” Medizinhistorisches Journal (Hildesheim) 23 (1988): 210.Google Scholar

81 De substantia facultatum naturalium (4.759 K.): ὃτι μέντοι τὰ φυτὰ ϰινήσεως ἀρχὴν ἐν αὑτοῖς ἒχει ϰαὶ τὴν τῶν οἰϰείων τε ϰαὶ ἀλλοτρίων αἴσθησιν, ἀληθὲς εἶναι νομίζω, … ἀλλ' ἐὰν ἒρηταί μέ τις, τί πλεονεϰτεῖ τῶν φυτῶν τὰ ζῷα, τήν τε αἴσθησιν λέγω ϰαὶ τὴν ϰαθ' ὁρμὴν ϰίνησιν ϰαὶ τάς τε δυνάμεἰς, ἃς εἶπον ἄρτι, τήν τε ἑλϰτιϰήν, ϰαὶ τὴν ἀποϰριτιϰήν, ϰαὶ τὴν ϰαθεϰτιϰήν τε ϰαὶ ἀλλοιωτιϰήν, οὐ ψυχιϰάς, ἀλλὰ φυσιϰὰς ὀνομάζων, μηδὲν ἐϰ τούτου μήτε τὴν ἰατριϰὴν τέχνην μὴτε τὴν ἠθιϰὴν φιλοσοφίαν βλαπτομένην ὁρῶν. Ibid. (4.760 K.): ὣσπερ, ὃτι ψυχὴν ἒχομεν, ἐπίστανται πάντες ἄνθρωποι, θεώμενοι μὲν ἐναργῶς ϰαὶ τὰ διὰ τοῦ σώματος ἐνεργούμενα, … ἐννοοῦντες δὲ ϰαὶ τῶν ἒργων τούτων αἰτίαν τινὰ ὑπάρχειν ἒϰ τινος ἀξιώματος πιστοῦ φύσει πᾶσιν ἡμῖν, ϰαθ' ὃ μηδὲν ἀναιτίως γίνεσθαι νοοῦμεν, ἀλλὰ διὰ τò μὴ γινώσϰειν, ἣτις ἐστίν ἡ αἰτία τῶν ἒργων τούτων, ὂνομα θεμένων ἀπò τοῦ δύνασθαι ποιεῖν ἃ ποιεῖ, δύναμιν εἶναι τῶν γινομένων ἑϰάστου ποιητιϰήν.Google Scholar

82 De usu respirationis 1 (4.472 K.): ὃτι ψυχῆς οὐσίαν οὐϰ ἴσμεν. De foetuum formatione 6 (4.699 K.): τίς μὲν οὖν αὐτῆς ἐστιν ἡ οὐσία, λέγειν οὐϰ ἒχω. Ibid., 6 (4.700 K.): ἀλλ', ὃπερ ἒφην, οὐδεμίαν εὑρίσϰων δόξαν ἀποδεδειγμένην ἐπιστημονιϰῶς, ἀπορεῖν ὁμολογῶ περὶ ψυχῆς οὐσίας, οὐδ' ἄχρι τοῦ πιθανοῦ προελθεῖν δυνάμενος. ἐγὼ μὲν οὖν ἀπορεῖν ὁμολογῶ περὶ τοῦ διαπλάσσαντος αἰτίου τò ἒμβρυον. De substantia facultatum naturalium (4.759–60 K.): περί τινων δὲ ἄχρι τοῦ πιθανοῦ προσέρχομαι, ϰαθάπερ ἐπ' ἐνίων ἀπορῶ παντάπασιν. Ibid., (4.762–63 K.): τήν γε μὴν ψυχήν, εἰ μὲν ἀθάνατος οὖσα ταῖς σωματιϰαῖς οὐσίαις ϰεραννυμένη τὰ ζῷα διοιϰεῖ, γινώσϰειν βεβαίως οὐϰ ἀπαγγέλλομαι, ϰαθάπερ οὐδέ εἰ μηδεμία ϰαθ' ἐαυτήν ἐστιν ἡ οὐσία ψυχῆς.Google Scholar

83 Moraux, , Der Aristotelismus 2 (Anm. 52 oben), 786–91; hier 789: “Dabei denkt er [sc. Galen] offenbar an die unmittelbare Evidenz, welche die Beobachtung durch die Sinneswahrnehmung sowie auch das Experimentieren verschaffen. Streitet man dagegen über die Dinge, bei denen keine Beobachtung möglich ist, so haben die entsprechenden Erörterungen nur rhetorisch-dialektischen Charakter und eine echt wissenschaftliche Lösung ist nicht zu erwarten.” Donini, P. L., “Galeno e la filosofia,” ANRW 2.36.5 (1992), 3484–504; hier 3499: “L'agnosticismo nella filosofia speculativa sarebbe dunque in Galeno l'estremo sviluppo della rigorosa impostazione della sua gnoseologia e della sua epistemologia.” Google Scholar

84 De simplicium medicamentorum temperamentis ac facultatibus 5.9 (11.731 K.): ἡμεῖς δὲ περὶ οὐσίας ψυχῆς οὒτε πάνυ τι τολμῶμεν ἀποφαίνεσθαι ϰαὶ πρòς τὰ παρόντα περιττòν ὑπολαμβάνομεν. ὃτι μέντοι τò σύμφυτον πνεῦμα, ϰᾃν εἰ μὴ τῆς ψυχῆς ἐστιν ἡ οὐσία, ἀλλὰ τò πρῶτον αὐτῆς ὂργανον ὑπάρχει.Google Scholar

85 Quod animi mores 3 (4.775–76 K.): ἐπεί δ' οὒτ' ἐϰεῖνος ἒστιν ἒτι ϰαὶ τῶν Πλατωνιϰῶν διδασϰάλων οὐδεὶς οὐδεμίαν αἰτίαν ἐδίδαξέ με, δι' ἣν ὑφ' ὧν εἶπον ἡ ψυχὴ τοῦ σώματος ἀναγϰάζεται χωρίζεσθαι, τολμῶ λέγειν αὐτός, ὡς οὐ πᾶν εἶδος σώματος ἐπιτήδειόν ἐστιν ὑποδέξασθαι τὴν λογιστιϰὴν ψυχὴν. ἀϰόλουθον γὰρ ὁρῶ τοῦτο τῷ περὶ ψυχῆς δόγματι τοῦ Πλάτωνος, ἀπòδειξιν δ' οὐδεμίαν ἒχω λέγειν αὐτοῦ διὰ τò μὴ γιγνώσϰειν με τὴν οὐσίαν τῆς ψυχῆς ὁποία τίς ἐστιν, ἐϰ τοῦ γένους τῶν ἀσωμάτων ὑποθεμένων ἡμῶν ὑπάρχειν αὐτήν … ἀλλ' οὐδὲ πῶς οὐδὲν οὖσα τοῦ σώματος εἰς ὃλον αὐτò δύναιτ' ἄν ἐϰτείνεσθαι.Google Scholar

86 De foetuum formatione 6 (4.699 K.): φαίνεται γὰρ πάλιν ἡ διαπλάττουσα τò σῶμα ψυχὴ παρὰ τῶν γονέων εἰς τò ϰυούμενον ἣϰειν, ὡς ἐν τῷ σπέρματι περιεχομένη.Google Scholar

87 De placitis HP 2.3.24 (5.225 K.): ϰατὰ γὰρ τὰς ἰδίας αὐτῶν [sc. τῶν ἐϰ τοῦ Περιπάτου] διδασϰαλίας ὁ λόγος ἒσται μοι πρòς αὐτοὺς ὑπὲρ τοῦ τὴν τοῦ ἡγεμονιϰοῦ τῆς ψυχῆς ἀρχὴν ἐν ἐγϰεφάλῳ περιέχεσθαι, τῆς δὲ θυμοειδοῦς ἐν ϰαρδίᾳ, τῆς δ' ἐπιθυμητιϰῆς ἐν ἣπατι. De methodo medendi 9.10 (10.635–36 K.): Διοιϰοῦσι τò ζῷον, ὡς ἐν τοῖς περὶ τῶν Ἱπποϰράτους ϰαὶ Πλάτωνος δογμάτων ἐπεδείϰνυτο, τρεῖς ἑτερογενεῖς ἀλλήλων δυνάμεἰς ὣσπερ ἐϰ πηγῆς τινος ἰδίας ἑϰάστη παντὶ τῷ σώματι διανεμόμεναι. ϰαλεῖ δ' αὐτὰς ὁ Πλάτων ψυχὰς, ἰδίαν ἑϰάστης εὑρίσϰων τὴν οὐσίαν. ἒστι δ' ἡ μέν τις αὐτῶν εἰς τò τρέφεσθαι τò ζῷον ἀναγϰαία ϰαὶ ϰοινὴ πρòς τὰ φυτὰ, τὴν μὲν οἷον πηγὴν ἒχουσα τò ἧπαρ, ὀχετοὺς δ' ἐξ αὐτῆς εἰς ὃλον τò σῶμα διασπειρομένους τὰς φλέβας· ἣν εἴτ' ἐπιθυμητιϰὴν, εἴτε φυσιϰὴν, εἴτε θρεπτιϰὴν ὀνομάζοις, οὐδὲν διοίσει, ϰαθάπερ οὐδὲ εἰ ψυχὴν ἢ δύναμιν. ἑτέρα δ' οὐ μόνον ὡς φυτοῖς ἡμῖν ἢ ζῶσιν ἀλλὰ ϰαὶ ὡς ζῴοις ὑπάρχουσα ψυχὴ, ϰατὰ τὴν ϰαρδίαν ἳδρυται πηγή τις οὖσα ϰαὶ ἣδε τῆς ἐμφύτου θερμασίας· ὀχετοὶ δὲ ϰαὶ ταύτης τῆς πηγῆς αἱ ἀρτηρίαι, ϰαλουμένης ϰαὶ αὐτῆς ὀνόμασι πολλοῖς· ϰαὶ γὰρ δύναμις ζωτιϰὴ ϰαὶ δύναμις θυμοειδὴς ϰαὶ ψυχὴ ζωτιϰὴ ϰαὶ ψυχὴ θυμοειδὴς ὀνομάζεται. τρίτη δ' ἐν ἐγϰεφάλῳ ϰαθίδρυται ψυχὴ λογιϰή, τῶν ϰατὰ προαίρεσιν ἐνεργειῶν ἃμα ταῖς αἰσθήσεσιν ἐξηγουμένη, χρῆται δὲ μορίοις ϰαὶ ἣδε ϰαθάπερ ὀχετοῖς τισι τοῖς νεύροις, αἴσθησίν τε ϰαὶ ϰίνησιν ἐπιπέμπουσα δι' αὐτῶν τῷ ζῴῳ παντί.Google Scholar

88 Quod animi mores 4 (4.783 K.): εἰ γὰρ ἡ ψυχὴ πολλὰς ἒχει δυνάμεις οὐσία τις οὖσα ϰαὶ τοῦτ' ὀρθῶς Ἀριστοτέλει λέλεϰται ϰαὶ τοῦτῳ διώρισται ϰαλῶς ἡ ὁμωνυμία — λεγομένης γὰρ οὐσίας ϰαὶ τῆς ὕλης ϰαὶ τοῦ εἴδους ϰαὶ τοῦ συναμφοτέρου τὴν ϰατὰ τò εἶδος οὐσίαν ἀπεφήνατο ψυχὴν ὑπάρχειν —, οὐϰ ἐγχωρεῖ λέγειν ἄλλο τι παρὰ τὴν ϰρᾶσιν, ὡς ὀλίγον ἒμπροσθεν ἐδείϰνυτο.Google Scholar

89 Siegel, Rudolf Ε., Galen's System of Physiology and Medicine , 3: Galen on Psychology, Psychopathology, and Function and Diseases of the Nervous System. An Analysis of His Doctrines, Observations and Experiments (Basel und New York, 1973), 117: “Galen did not believe in a supernatural origin of the soul; he even refused to consider it as the opposite of a material body…. Furthermore, Galen also declined to speak of separate parts of a single soul but followed Aristotle's idea that the soul is nothing more than our interpretation of the bodily functions.” Ibid., 122: “Since Galen did not really believe that the soul could be separated from the body…. For Galen ‘soul’ was only the sum-total of the functions of the living body.” Vgl. Ballester, Luis Garcia, Soul and Body. Disease of the Soul and Disease of the Body in Galen's Medical Thought, Le opere psicologiche di Galeno (Napoli, 1988), 119: “Galen was not a radical materialist. In an attempt to summarize his attitude towards the subject that concerns us we may state that, as a theoretical doctor, he concentrated all his ability to elaborate doctrine on a conception of disease which only took into account the somatic element. As far as soul was concerned, he maintained a somewhat agnostic attitude, not because he doubted its existence.” Hankinson, Robert James, Actions and Passions: Affection, Emotion, and Moral Self-Management in Galen's Philosophical Psychology, Passions and Perceptions: Studies in Hellenistic Philosphy of Mind. Proceedings of the Fifth Symposium Hellenisticum, ed. Brunschwig, Jacques and Nussbaum, Martha C. (Cambridge, 1993), 221: “Thinking and deciding are, like everything else of causal significance, material processes…. The sort of person one is directly depends upon one's physiological structure; hence one's dispositions, including one's dispositions to have certain types of thought, are at least a partial functions of that structure.” Singer, P. N., “Aspects of Galen's Platonism,” Galeno: obra, pensamiento e influencia, ed. López Férez, J. A. (Madrid, 1991), 45–46, bes. 46: “The physiological definition of the highest part of the soul …, the possibility of transition, according to the πνεῦμα theory, from one kind of πνεῦμα which is definitely to do with non-psychic function to the other, psychic kind … all indicate that Galen has somatized, not just the lower parts but the whole ψυχή.” Google Scholar

90 Vgl. Singer, , Aspects of Galen's Platonism , 4546.Google Scholar

91 Quod animi mores 3 (4.773 K.): ἀναμνησθῶμεν δὲ περὶ τῆς ϰοινῆς οὐσίας ἁπάντων σωμάτων, ὡς ἐϰ δυοῖν ἀρχῶν ἡμῖν ἐδείχθη σύνθετος ὑπάρχειν, ὕλης τε ϰαὶ εἴδους, ὕλης μὲν ἀποίου ϰατ' ἐπίνοιαν, ἐχούσης δ' ἐν ἑαυτῇ ποιοτήτων τεττάρων ϰρᾶσιν, θερμότητος ψυχρότητος, ξηρότητος ὑγρóτητος. ἐϰ τούτων ϰαὶ χαλϰòς ϰαὶ σίδηρος ϰαὶ χρυσòς ἣ τε σὰρξ νεῦρόν τε ϰαὶ χόνδρος ϰαὶ πιμελὴ ϰαὶ πάνθ' ἁπλῶς τὰ πρωτόγονα μὲν ὑπό Πλάτωνος, ὁμοιομερῆ δ' ὑπ' Ἀριστοτέλους ὀνομαζόμενα γέγονεν.Google Scholar

92 Siehe oben Anm. 85.Google Scholar

93 De usu partium 1.22 (3.80 K.). Ibid., 3.16 (3.264 K.): ὡς ἡ φύσις ἐπιτήδεια τοῖς τῆς ψυχῆς ἢθεσί τε ϰαὶ δυνάμεσι τὰ τοῦ σώματος ἃπασι τοῖς ζῴοις ϰατασϰευάζει μόρια. ϰαὶ γάρ τοι ϰαὶ τῷ πιθήϰῳ, ϰαθότι ϰαὶ πρόσθεν εἴρηται, γελοίῳ τὴν ψυχὴν ὑπάρχοντι ζῴῳ ϰαὶ μιμηλῷ πρòς τò χεῖρον, οὕτως ἓχον ϰαὶ τò σῶμα περιέθηϰεν. Ibid., 13.11 (4.126–27 K.): ὣσπερ δὲ πιθήϰῳ, διότι γελοῖóν ἐστι τὴν ψυχὴν ζῷον, διὰ τοῦτο ϰαὶ τò σῶμα πᾶν διάϰειται γελοίως, οὕτως ἀνθρώπῳ, διότι λογιϰόν τ' ἐστὶ τὴν ψυχὴν τò ζῷον ϰαὶ θεῖον μόνον τῶν ἐπὶ γῆς, διὰ τοῦτ' ἄριστα τò σῶμα ϰατεσϰεύασται πρòς τὴν τῆς ψυχῆς δύναμιν. Ibid., 1.2 (3.3 K.): ἀνθρώπῳ δέ, σοφòν γὰρ τοῦτο τò ζῷον ϰαὶ μόνον τῶν ἐπὶ γῆς θεῖον, ἀντὶ πάντων ὁμοῦ τῶν ἀμυντηρίων ὃπλων χεῖρας ἒδωϰεν, ὂργανον εἰς ὁπάσας μέν τὰς τέχνας ἀναγϰαῖον, εἰρηνιϰòν δ' οὐδὲν ἧττον ἢ πολεμιϰόν.Google Scholar

94 De pulsuum differentiis 4.8 (8.739 K.): ἀρϰεῖ γὰρ ἢτοι ζῷον πεζòν δίπουν εἰπεῖν, ἢ ζῷον λογιϰòν θνητòν. In Hippocr. Epid. 6, Comm. 5.1 (17./2.227 K.): ἀλλ' ὃ γε ἰατρòς οὐχ ὃτι ζῷóν ἐστι ἢτοι πεζòν ἢ ὃτι δίπουν ἢ ὃτι λογιϰòν ἢ πολιτιϰòν ἐπίσταται ϰαιρòν ϰαὶ μέτρον ἑϰάστης τῶν ὑλῶν.Google Scholar

95 Adhortatio 1, 1 (1.2 K.): ὃτι μόνος ἄνθρωπος, ἐπιστήμης ἐπιδεϰτιϰός, ἣν ὂν ἐθελήσῃ τέχνην μανθάνει. Ibid., 1, 2 (1.2–3 K.): διά ταῦτα τοίνυν, ϰἄν εἰ λόγου μέτεστι τοῖς ἄλλοις ζῷοις, ϰατ' ἐξοχὴν ϰαὶ αὐτῶν ὁ ἄνθρωπος μόνος ὀνομάζεται λογιϰός. Vgl. Plato, , Tht. 173 E 3–174 A 2.Google Scholar

96 Adhortatio 2, 1 (1.3 K.): Πῶς οὖν οὐϰ αἰσχρόν, ᾧ μόνῳ τῶν ἐν ἡμῖν ϰοινωνοῦμεν θεοῖς, τούτου μὲν ἀμελεῖν.Google Scholar

97 De foetuum formatione 4 (4.675 K.): ϰαὶ ϰατά γε τὰς διοιϰούσας τòν βίον ἡμῶν δυνάμεις ὁ λογισμòς ἁπασῶν ὕστατος γενόμενός τε ϰαὶ τελειούμενος ὃμως αὐτòς ἄρχει, ϰαὶ διοιϰεῖ τὰ ϰατὰ τοὺς ἀνθρώπους, εὐδαιμόνως μέν, ὃταν ἡ σύμπασα ψυχὴ ϰατὰ φύσιν ἒχῃ, ϰαϰοδαιμόνως δ', ὃταν εἰς τò παρὰ φύσιν ἐϰτραπῇ.Google Scholar

98 Quod animi mores 2 (4.770–71 K.): ὃταν εἴπωμεν “ἡ ἐν ἐγϰεφάλῳ ϰαθιδρυμένη λογιστιϰὴ ψυχὴ δύναται μὲν αἰσθάνεσθαι διὰ τῶν αἰσθητηρίων, δύναται δὲ ϰαὶ μεμνῆσθαι διὰ τῶν αἰσθητῶν αὐτὴ ϰαθ' ἑαυτὴν ἀϰολουθίαν τε ϰαὶ μάχην ἐν τοῖς πράγμασιν ὁρᾶν ἀνάλυσίν τε ϰαὶ σύνθεσιν,” οὐϰ ἄλλο τι δηλοῦμεν ἢ εἰ περιλαβόντες εἴποιμεν “ἡ λογιστιϰὴ ψυχὴ δυνάμεἰς ἒχει πλείους, αἴσθησιν ϰαὶ μνήμην ϰαὶ σύνεσιν ἑϰάστην τε τῶν ἄλλων.” Google Scholar

99 De an. 3.4.429 a 27–29: ϰαὶ εὖ δὴ οἱ λέγοντες τὴν ψυχὴν εἶναι τόπον εἰδῶν, πλὴν ὃτι οὒτε ὃλη ἀλλ' ἡ νοητιϰή, οὒτε ἐντελεχείᾳ ἀλλά δυνάμει τὰ εἴδη. Ibid., 3.8.431 b 21: ότι ἢ ψυχὴ τὰ όντα πώς ἐστι πάντα. Ibid., 3.8.432 a 1–3: ώστε ἢ ψυχὴ ὣσπερ ἡ χείρ ἐστιν ϰαὶ γὰρ ἡ χεὶρ ὂργανόν ἐστιν ὀργάνων, ϰαὶ ὁ νοῦς εἶδος εἰδῶν ϰαὶ ἡ αἴσθησις εἶδος αἰσθητῶν. Daß mit der Bezeichnung der erkennenden Seele als τόπος εἰδῶν und εἶδος εἰδῶν, lat.: forma formarum, der Angelpunkt der Metaphysik und Ontologie angesprochen ist, soll hier nur erwähnt werden. Denn man könnte die Seele, insofern sie εἶδος des Menschen ist und insofern sie in ihrem hierarchisch obersten Seinsaspekt als differentia specifica Geist (νοῦς) ist, als das ganze Wesen des Menschen betrachten. Denn die differentia specifica oder hier die letzte Differenz ist zwar in ordine logico eine hinzugefügte letzte Form auf eine andere Form — genus — mit breiterem Umfang, aber in ordine ontologico vertritt sie nicht nur die Form; sie schließt alle anderen Differenzen und die zunächst nur die Materie vertretende Gattung in sich ein. Die letzte Differenz erweist sich also als die Einheit, in welcher alle in jeder οὐσία vorhandenen Strukturelemente (logisch hierarchisch auftretende Formen) verbunden sein müssen. Sie ist nicht bloß eine besondere Form, sondern sie ist als forma formarum zu verstehen. Siehe dazu: Inciarte, Fernando, Forma formarum. Strukturmomente der thomistischen Seinslehre im Rückgriff auf Aristoteles, Symposion, 32 (Freiburg und München, 1970), hier bes. 11–12, 21, 29, 41–42, 176–79.Google Scholar

100 De usu partium 11.2 (3.848 K.); ibid., 14.6 (4.160–61 K.). Vgl. De semine 2.5.67 (4.639–40 K.).Google Scholar

101 Arist., HA 8.1.588 b 4–23, bes. 588 b 4–12: οὕτω δ' ἐϰ τῶν ἀψύχων εἰς τὰ ζῷα μεταβαίνει ϰατὰ μιϰρòν ἡ φύσις, ὣστε τῇ συνεχείᾳ λανθάνειν τò μεθόριον αὐτῶν ϰαὶ τò μέσον ποτέρων ἐστίν. μετὰ γὰρ τò τῶν ἀψύχων γένος τò τῶν φυτῶν πρῶτóν ἐστιν· ϰαὶ τούτων ἓτερον πρòς ἓτερον διαφέρει τῷ μᾶλλον δοϰεῖν μετέχειν ζωῆς, ὃλον δὲ τò γὲνος πρòς μὲν τἆλλα σώματα φαίνεται σχεδòν ὣσπερ ἒμψυχον, πρòς δὲ τò τῶν ζῴων ἄψυχον. ἡ δὲ μετάβασις ἐξ αὐτῶν εἰς τὰ ζῷα συνεχής ἐστιν, ὣσπερ ἐλέχθη πρότερον. 4.5.681 a 9–15: Τὰ δὲ τήθυα μιϰρὸν τῶν φυτῶν διαφέρει τὴν φύσιν, ὃμως δὲ ζωτιϰώτερα τῶν σπόγγων· οὗτοι γὰρ πάμπαν ἒχουσι φυτοῦ δύναμιν. Ἡ γὰρ φύσις μεταβαίνει συνεχῶς ἀπò τῶν ἀψύχων εἰς τὰ ζῷα διὰ τῶν ζώντων μὲν οὐϰ ὂντων δὲ ζῴων, οὕτως ὣστε δοϰεῖν πάμπαν μιϰρòν διαφέρειν θατέρου θάτερον τῷ σύνεγγυς ἀλλήλοις. Vgl. ferner Arist., De an. 2.2.413 a 20–414 b 19; ibid., 3.12.434 a 21–b 29; GA 2.1.733 a 32-b 16; ibid., 3.11.761 a 13–32.Google Scholar

102 Diese allgemein bekannte Maxime geht auf Aristoteles, , HA 8.1.588 a 16–589 a 9 und PA 4.5.678 a 26–682 a 34, zurück. von Linné, Carl, Philosophia botanica (Berlin, 1790), §80 (S. 28), hat sie sich später zu eigen gemacht. Vgl. Tosi, Renzo, Dizionario delle sentenze latine e greche (Milano, 1992), 668 (320).Google Scholar

103 De semine 1.9.18–19 (4.545–46 K.): ὁρᾷς τε ϰἀνταῦθα ϰαὶ τὰ μὲν στελέχη [τρία] ϰαθ' ἑϰάστην ἀρχήν, ἀορτὴν ϰαὶ ϰοίλην φλέβα ϰαὶ νωτιαῖον, αὖθις δ' ἀπὸ τούτων ἀποφύσεἰς πολλὰς οἷόν περ ϰλάδους, εἰς ἄλλους αὖθις ἑαὐτῶν ἐλάττους ϰλῶνας ϰατασχιζομένους, εἶτ' ἐϰείνους αὖθις εἰς ἄλλους, ϰαὶ τοῦτο μὴ παυόμενον ἄχρι τῶν ἐσχάτων ἀποβλαστημάτων. εἰ δὲ τριπλοῦν ὁρᾷς τò φυτόν, ἢ ἒναιμον, ἢ σαρϰοειδές, οὐ χρὴ τούτων ἓνεϰα νομίζειν ἄλλο τι ϰαὶ οὐ φυτὸν ὑπάρχειν αὐτό. τὸν γοῦν δημιουργὸν τὸν αὐτὸν ἒχει ἀμφότερα, τὴν φυτιϰὴν ψυχήν. ἀλλ' ἐϰεῖνο σϰóπει, ὃτι τò φυτὸν τοῦτο μέλλει γενήσεσθαι ζῷον, οὐϰ ἀποβαλὸν ἣν εἶχεν ἐξ ἀρχῆς δύναμιν, ἀλλ' ἑτέραν ἐπιϰτησάμενον. ἐϰ τόπου δέ μεταβαίνειν εἰς τόπον αὐτὸ χρὴ τελειωθέν τε ϰαὶ ἀπολυθέν τῆς μήτρας.Google Scholar

104 Kovačić, Siehe, Der Begriff der Physis bei Galen (Anm. 9 oben), 78–81 u. 125–29.Google Scholar

105 De usu partium 11.2 (3.848 K.): ἀλλ' ἐπεὶ ϰατά βραχύ τῶν ἄϰρων ἡ φύσις ἀποχωρεῖν εἴωθεν ἐν τοῖς τῶν ζῴων γένεσιν, ὡς ϰαὶ τοῦθ' ὑπ' Ἀριστοτέλους ὀρθῶς ἐπιδέδειϰται.Google Scholar

106 De usu partium 11.5 (3.859–60 K.): ἢτοι γὰρ ἐπελάθετο τῆς ἀναλογίας ἐπὶ τούτων ἡ φύσις ἢ πάνυ τι σοφὸν εὐρίσϰουσα τὴν ἐξάλλαξιν ἐποιήσατο τῆς πρὸς τἄλλα ϰοινότητος. ἐγὼ μὲν δή μοι δοϰῶ παρ' ὃλον ἢδη δεδεῖχθαι τὸν λόγον, ὡς οὐδαμόθι μάτην ἀναχωρεῖ πολὺ τῆς ἀναλογίας, ἀλλ' ἢτοι διά τινα ἐξαίρετον χρείαν ἰδιώτερον ἀπεργάζεται τῶν ἄλλων τò μόριον ἢ διὰ μεγάλην ἀνάγϰην ἀποστερουμένη τῆς πρώτης τε ϰαὶ ϰυριωτάτης αὐτοῦ ϰατασϰευῆς ἐφ' ἑτέραν παραγίγνεται δευτέραν, ϰαθάπερ ἀμέλει ϰἀπὶ τούτων ἐποίησε τῶν μυῶν.Google Scholar

107 De usu partium 14.6 (4.160–61 K.): ἒστι γὰρ δὴ τῶν ἐν τοῖς ζῴοις φύσεων, ὡς 'Αριστοτέλης ἐπὶ πλεῖστον ἐδείϰνυεν, οὐ σμιϰρὰ διαφορά. τὰ μέν γε πρῶτον ἀποϰεχώρηϰε τῶν φυτῶν ϰαὶ ἒστιν ἀπάντων ζῴων ἀτελέστατα μίαν αἴσθησιν ἒχοντα τὴν ἁφὴν, οἷα δὴ τὰ πλεῖστα τῶν ὀστρέων ἐστίν, οἷς οὐ μόνον αἰσθήσεως ὂργανον οὐδέν, ἀλλ' ούδὲ ϰῶλον ἢ σπλάγχνον ὑπάρχεɩτι διηρθρωμένον, ἀλλ' ἒστι ὀλίγου δεῖν φυτά. τούτων δ' ἐπὶ πλέον ἀφέστηϰεν, ὃσα γεύεσθαι πέφυϰε, ϰαὶ τούτων ἒτι μᾶλλον, οἷς ϰαὶ τò τῶν ὀσμῶν ὂργανον ἐγένετο, ϰαὶ πολὺ δὴ τούτων ἒτι μᾶλλον, οἷς ϰαὶ τò τῆς ἀϰοῆς. ἐγγὺς δ' ἣϰει τῶν τελέων, οἷς ϰαὶ ταῦτα ϰαὶ τò τῆς ὂψεως ὂργανον ὑπάρχει. τοιοῦτοι μὲν δὴ ϰαὶ οἱ ἰχθύες, ἀλλ' οὕτε πόδες εἰσὶ τούτοις γε οὒτε χεῖρες. ἀλλὰ λέοντες ϰαὶ ϰύνες οὐ μόνον πόδας, ἀλλὰ ϰαὶ οἷον χεῖρας ἐϰτὴσαντο, ϰαὶ τούτων ὤτι μᾶλλον ἄρϰτοι τε ϰαὶ πίθηϰοι. τελέα δὲ χεὶρ ἢδη μόνοις τοῖς ἀνθρώποις ἐστίν, ὣσπερ γε ϰαὶ ὁ χρησόμενος αὐτῇ λογισμός, οὗ θειότερον οὐδὲν ἐγγίγνεται ζῴῳ θνητῷ. Über die anatomische Nahe bestimmter Tiere zum Menschen siehe: Ivan Garofalo, “The Six Classes of Animals in Galen,” Galeno: obra, pensamiento e influentia (Anm. 89 oben), 73–87.Google Scholar

108 De usu partium 14.6 (4.161–62 K.): ϰαθάπερ οὖν ἄνθρωπος ἁπάντων ζῴων ἐστὶ τò τελεώτατον, οὕτως ἐν αὐτῷ τούτῳ πάλιν ἀνὴρ γυναιϰὸς τελεώτερος. ἡ δ' αἰτία τῆς τελειότητος ἡ τῆς θερμότητος ὑπεροχή· τοῦτο γάρ ἐστι πρῶτον ὂργανον τῆς φύσεως.Google Scholar

109 De pulsibus ad tirones 9 (8.463 K.): ἒστι δέ τις, ὡς τύπῳ φάναι, ϰοινὴ φύσις ἀνδρῶν, ϰαὶ ἄλλη γυναιϰῶν, ϰαὶ ὃσοι θερμότερόν εἰσι ϰεϰραμένοι ϰαὶ ὃσοι ψυχρότερον.Google Scholar

110 Vgl. Moraux, , Der Aristotelismus 2 (Anm. 52 oben), 743. Kullmann, Wolfgang, Wissenschaft und Methode (Berlin und New York, 1974), 194: “Implizit ist damit zugleich ein äuβerer teleologischer Zusammenhang zwischen den einzelnen Substanzen bzw. Tierarten verneint.” Ibid., 297: “Es gibt in bezug auf die Arten lediglich eine Rangordnung, eine scala naturae, keinen kausalen Bezug.” Ders., Die Teleologie in der aristotelischen Biologie (Anm. 22 oben), 20–21, bes. 21: “Wichtig ist, daβ zwischen den einzelnen Stufen der Leiter keine teleologische Beziehung besteht, sondern nur eine Art Wertunterschied.” Siehe ders., Aristoteles und die moderne Wissenschaft (Anm. 22 oben), 268.Google Scholar

111 De elementis 1.8.11–13 (1.479–80 K.): Φέρε γάρ, ἳνα ἐπ' ἀνθρώπου διέλθω τὸν λόγον, ἐϰ πρώτων οὗτος ϰαὶ ἁπλουστάτων· αἰσθητῶν στοιχείων ἐστί, τῶν ὁμοιομερῶν ὀνομαζoμένων, ἰνὸς ϰαὶ ὑμένος ϰαὶ σαρϰὸς ϰαὶ πιμελῆς ὀστοῦ τε ϰαὶ χόνδρου ϰαὶ συνδέσμου ϰαὶ νεύρου ϰαὶ μυελοῦ ϰαὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων, ὧν τὰ μόρια τῆς αὐτῆς ἀλλὴλοις ἰδέας ἐστί σύμπαντα. γέγονε δὲ ταῦτα πάλιν ἒϰ τινων ἑτέρων προσεχῶν ἐαυτοῖς στοιχείων, αἳματος ϰαὶ φλέγματος ϰαὶ χολῆς διττῆς, ώχρας ϰαὶ μελαίνης, ὧν ἢ γένεσις ἐϰ τῶν ἐσθιομένων ϰαὶ πινομένων, ἃ δὴ πάλιν ἐξ ἀέρος ϰαὶ πυρὸς ὕδατός τε ϰαὶ γῆς ἐγένετο, ταῦτα δὲ οὐϰ ἐξ ἐτέρων σωμάτων, ἀλλ' ἐξ ὕλης τε ϰαὶ ποιοτήτων ἐστί. ϰαὶ διὰ τοῦτο πυρὸς μὲν ϰαὶ ὕδατος ἀέρος τε ϰαὶ γῆς ἀρχὰς εἶναι λέγομεν, οὐ στοιχεῖα, ταῦτα δὲ αὐτὰ τῶν ἄλλων ἁπάντων στοιχεῖα. Ibid., 1.9.1 (1.481 K.): Ἐϰ μὲν γὰρ τῶν χυμῶν τούτων ἓϰαστον τῶν ὁμοιομερῶν ἐγένετο, συνιόντων δὲ τούτων ἀλλὴλοις ἀποτελεῖται τò πρῶτον τε ϰαὶ ἀπλούστατον ὂργανον, ὃ μιᾶς ἐνεργείας ἓνεϰεν ὑπὸ τῆς φύσεως ἐγένετο. Ibid., 1.9.4–5 (1.481–82): τὰ μὲν ἴδια ϰαὶ προσεχῆ τοῦ σώματος ἡμῶν στοιχεῖα τοὺς τέσσαρας εἶναι [sc. ὁ Ἱπποϰράτης] φάμενος χυμούς, τὰ δὲ ϰοινὰ πάντων ὑγρὸν ϰαὶ ξηρὸν ϰαὶ θερμὸν ϰαὶ ψυχρόν. ἀπò γὰρ τῶν ποιοτὴτων ὀνομάζει τὰ στοιχεῖα, δι' ἃς ϰαὶ στοιχεῖα γέγονε. θερμότητος γὰρ ἄϰρας ἐγγενομένης τῇ ὕλῃ στοιχεῖον ἒσται ἢδη τò σῶμα, ϰατὰ δὲ τὸν αὐτὸν λόγον ϰαὶ ψυχρότητος ὑγρότητός τε ϰαὶ ξηρότητος.Google Scholar

112 De elementis 1.5.31–32 (1.456 K.): ϰαὶ γάρ ὂσπρια ϰαὶ ϰαρποί πάντες ἐϰ τῶν τοῦ ϰόσμου στοιχείων γεγόνασιν ϰάϰ τούτων τὰ ζῷα ϰαὶ γεννᾶται ϰαὶ τρέφεται ϰαὶ αὐξάνεται, ϰαὶ χρὴ θαρρούντως ἀποφαίνεσθαι γῆν ϰαὶ πῦρ ϰαὶ ἀέρα ϰαὶ ὕδωρ πάντων εἶναι ϰοινὰ ϰαὶ πρῶτα στοιχεῖα· πρῶτα γάρ ἐστι ταῦτα ϰαὶ ἁπλούστατα σώματα τῶν ἐν τῷ ϰόσμῳ. τὰ δ' ἄλλα πάντα ϰαὶ φυτὰ ϰαὶ ζῷα ἐϰ τούτων σύγϰεινται. Ibid., 1.6.34–35 (1.468 K.): εἰ δὲ τò πρὸς τὴν φύσιν ὁπλοῦν ζητεῖς, ἄμιϰτόν τε ϰαὶ ἄϰρατον εἶναι χρὴ τοῦτο ϰαὶ ἄϰρον τῇ ποιότητι. πάλιν οὖν ἣϰεἰς ἐπὶ πῦρ ϰαὶ ἀέρα ϰαὶ ὕδωρ ϰαὶ γῆν ἐν τούτοις γὰρ μόνοις εὑρὴσεις ἀμίϰτους τε ϰαὶ ἀϰράτους τὰς ποιότητας, ἄϰραν μὲν ἐν πυρὶ θερμότητά τε ϰαὶ ξηρότητα, ἄϰραν δὲ ἐν τῇ γῇ ξηρότητα ϰαὶ ψυχρότητα, ϰαὶ τῶν ἄλλων ἐν ἑϰατέρῳ ϰατὰ τὴν οἰϰείαν φύσιν. Ibid., 1.6.37–38 (1.469–70 K.): ὃτι τε γὰρ ἁπλούστερόν ἐστι πυρὸς ἡ ἄϰρα θερμότης ὃτι τε ταύτης ἐγγενομένης τῇ ὕλῃ πῦρ ἀποτελεῖται, τοῖς φιλοσόφοις ὡμολόγηται πᾶσιν, οἷς Ἀθήναιος ἓπεσθαι σπουδάζει. ϰαὶ μὲν δὴ ϰαὶ ὡς ἀρχὴ τῆς τοῦ πυρὸς γενέσεως ὕλη τέ ἐστιν ἡ ἃπασιν ὑποβεβλημένη τοῖς στοιχείοις ἡ ἄποιος ἣ τ' ἐγγινομένη ταύτη θερμότης ἡ ἄϰρα, ϰαὶ τοῦθ' ὁμοίως ὡμολόγηται, ϰαὶ ὡς ἡ μὲν ὕλη διὰ παντός ἐστιν τοῦ αἰῶνός ἀγέννητός τε ϰαὶ ἄφθαρτος οὖσα, τò δὲ γιγνόμενόν τε ϰαὶ ἀπογιγνόμενον αὐτῆς ἡ ποιότης ἐστίν. Ibid., 1.6.40 (1.470 K.): ὑπολείπεται τοίνυν τò ἄϰρατόν τε ϰαὶ ἄμιϰτον σῶμα ϰαὶ ἁπλοῦν ταῖς ποιότησι τò στοιχεῖον εἶναι. πάλιν οὖν ἣϰεις ἐπὶ πῦρ ϰαὶ ἀέρα ϰαὶ ὕδωρ ϰαὶ γῆν, ἐν οἷς πρώτοις ἄϰρα θερμότης ϰαὶ ψυχρότης ϰαὶ ξηρότης ϰαὶ ὑγρότης ἐστί. Vgl. Wright, Jonathan, “The Mentality and the Cosmology of Claudius Galen,” Scientific Monthly 15 (1922): 144–52.Google Scholar

113 De placitis HP 6.2.13 (5.518 K.): ἀμέλεɩμόνας αὐτὰς εἶναί φησι χωρὶς ἀλλήλων ἐν μὲν τοῖς φυτοῖς τὴν ἐπιθυμητιϰήν, ἐν δὲ τοῖς θεοῖς τὴν λογιστιϰήν. Ibid., 9.6.63 (5.776 K.): ὁ γὰρ γνοὺς οὐχ ἁπλοῦν ἓν εἶδος ἐν ἡμῖν εἶναι ψυχῆς, ὣσπερ ἐν τοῖς φυτοῖς μὲν τὸ ἐπιθυμητιϰόν, ἐν θεοῖς δὲ τὸ λογιστιϰόν, ἐν ἀνθρώπῳ δ' ἄμφω τε ταῦτα ϰαὶ τρίτον ἐπ' αὐτοῖς τò θυμοειδές. De simplicium medicamentorum temperamentis et facultatibus 2.1 (11.461 K.): αἰσθήσεως μὲν γὰρ ϰαὶ τοῖς ἀλόγοις ζῴοις μετεῖναι, λόγου δὲ μόνον τοῖς θεοῖς. Plato, , Τi. 51 Ε 1–6: Δύο δὲ δὴ λεϰτέον ἐϰείνω [sc. τὴν δόξαν ϰαὶ τὸν νοῦν], διότι χωρἰς γεγόνατον ϰαὶ ἀνομοίως τε ἒχετον…. ϰαὶ τοῦ μὲν πάντα ἄνδρα μετέχειν, νοῦ δὲ θεούς, ἀνθρώπων δὲ γένος βραχύ τι. Ibid., 71 A 3–7, bes. 71 A 3–5: Εἰδότες δὲ αὐτὸ [sc. τò ἐπιθυμητιϰόν] ὡς λόγου μὲν οὒτε συνὴσειν ἒμελλεν, εἴ τέ πῃ ϰαὶ μεταλαμβάνοι τινὸς αὐτῶν αἰσθήσεως, οὐϰ ἒμφυτον αὐτῷ τò μέλειν τινῶν ἒσοιτο λόγων.Google Scholar

114 De placitis HP 9.7.12–13 (5.780–81 K.): οὐ γάρ δή, ὣσπερ γεγονέναι τὸν ϰόσμον ἢ μὴ γεγονέναι ζητεῖν ἄχρηστον, οὕτω ϰαὶ περί προνοίας ϰαὶ θεῶν. ὃτι γάρ ἐστί τι ϰρεῖττον ἀνθρώπου δυνάμει τε ϰαὶ σοφίᾳ ϰατὰ τὸν ϰόσμον, ἃπασιν ἡμῖν ζητεῖσθαι βέλτιον, οὐ μήν, ὁποῖοί τινές εἰσι τὴν οὐσίαν οἱ θεοί, πότερον ἀσώματοι παντάπασιν ἢ ϰαθάπερ ἡμεῖς, οὕτω ϰαὶ αὐτοὶ μετὰ σωμάτων, ἀναγϰαῖον σϰοπεῖσθαι.Google Scholar

115 Adhortatio 1.1 (1.2 K.): ϰαὶ ὃτι μόνος ἄνθρωπος, ἐπιστὴμης ἐπιδεϰτιϰός, ἣν ἄν ἐθελὴσῃ, τέχνην μανθάνει.Google Scholar

116 Donini, Pierluigi, “Motivi filosofici in Galeno,” La Parola del passato 194 (1980): 343–44. Ibid., 357: “quanta è realmente la distanza dell'universo di Galeno da quello delle ‘irrazionali’ religioni misteriche e salvifiche? Non sarà forse il galenismo semplicemente il versante più illuminato e razionalizzato di quelle stesse concezioni che lo scienziato condanna come oscure, confuse e irrazionali?” Ders., “Galeno e la filosofia,” (Anm. 83 oben), 3493–96. Vgl. Moraux, P., “Galien et Aristote,” in Images of Man in Ancient and Medieval Thought, ed. Bossier, F. u. a. (Leuven, 1976), 133: “Il est clair, pourtant, qu'en dépit d'une certaine imprecision, Galien n'entend pas adherer a un naturalisme matérialiste selon lequel la nature porterait en elle le principe de son organisation; il souligne, au contraire, l'origine supérieure, divine, de cette organisation.” Ders., “Galien comme philosophe” (Anm. 52 oben), 99: “le problème de la finalité est étroitement lie à celui de la cause efficiente ou motrice.” Ibid., 101–2 (Anm. 52 oben). Ibid., 113 Anm. 117, 114 Anm. 131. Ders., Der Aristotelismus 2 (Anm. 52 oben), 764, 766 u. 771–73.Google Scholar

117 De usu partium 17.1 (4.358 K.).Google Scholar

118 Vgl. Arist, ., Ph. 8.6.258 b 10–260 a 19; ibid., 8.10.266 a 10–267 b 26; Metaph. 12.6.1071 b 3–8.1074 b 14.Google Scholar

119 Kovačić, Siehe, Der Begriff der Physis bei Galen (Anm. 9 oben), 201–7.Google Scholar

120 De elementis 2.2.6 (1.495 K.): ἆρ' οὖν ἐϰ τῆς αὐτῆς οὐσίας ἃπαντα γέγονεν, ἢ μᾶλλον ἀγαθός τις οὖσα δημιουργὸς ἡ φύσις, ἡνίϰα τò πρῶτον ἐϰ τοῦ παρὰ τῆς μητρὸς αἳματος εἰς τὴν μήτραν ἰόντος ἐγέννα τε ϰαὶ διέπλαττε τò ἒμβρυον. De temperamentis 1.9 (1.566–67 K.): οὐ μόνον γὰρ ὑγρότητός τε ϰαὶ ξηρότητος ἐν τῷ μέσῳ ϰαθέστηϰεν ὁ οὕτως εὒσαρϰος ἄνθρωπος, ἀλλὰ ϰαὶ διαπλάσεως ἀρίστης τετύχηϰεν, ἴσως μὲν ἑπομένης τῇ τῶν τεττάρων στοιχείων εὐϰρασίᾳ, τάχα δέ τινα θειοτέραν ἀρχὴν ἑτέραν ἐχούσης ἄνωθεν. Ibid., 2.6 (1.635–36 K.), bes. 1.636 K.: περὶ ταύτης [sc. τῆς διαπλαστιϰῆς δυνάμεως] γάρ τοι ϰαὶ 'Αριστοτέλης ἠπόρησε, μή ποτ' ἄρα θειοτέρας τινὸς αρχῆς εἴη ϰαὶ οὐ ϰατὰ τò θερμὸν ϰαὶ ψυχρὸν ϰαὶ ξηρὸν ϰαὶ ὑγρόν. οὒϰουν ὀρθῶς μοι δοϰοῦσι ποιεῖν οἱ προπετῶς οὕτως ὑπὲρ τῶν μεγίστων ἀποφαινόμενοι ϰαὶ ταῖς ποιότησι μόναις ἀναφέροντες τήν διάπλασιν. εὒλογον γὰρ ὂργανα μὲν εἶναι ταύτας, τò διαπλάττον δ' ἓτερον…. ἀλλ' ἐνδέχεται μὲν ϰαὶ τῆς διαπλαστιϰῆς δυνάμεως ἒργον εἶναι τò τοιοῦτον μᾶλλον ἢ τῆς ϰράσεως. Vgl. May, , Galen: On the Usefulness of the Parts 1 (Anm. 50 oben), Introduction, 10–11, bes. 11: “It is significant that, whereas Galen usually calls this wise, creative agency ‘Nature’ (ἡ φύσις, a feminine noun and concept), he frequently also refers to it, with nothing to indicate any change in his thinking, as the ‘Creator (ὁ δημιουργός, a masculine).” Moraux, , Der Aristotelismus 2 (Anm. 52 oben), 764–65: “Auch wenn er [sc. Galen] die Natur selbst als gestaltendes Prinzip betrachtet, erinnert er daran, daß Aristoteles sich gefragt hat, ob die gestaltende Kraft der Natur nicht etwa einer gottlichen Ursache, einem von oben wirkenden Prinzip entspricht.” Theiler, Willy, Demiurg, RAC 3 (1957), 694–711.Google Scholar

121 De naturalibus facultatibus 2.4 (2.91 K.). De anatomicis administrationibus 9.4 (2.727 K.): ὣστε μάτην ἄν ἡ φύσις εἰργάσατο τὴν ὀπὴν τήνδε, ϰαίτοι γε οὐδὲν εἰϰῆ ποιοῦσα. De usu partium 12.7 (4.27 K.): αὐτομάτως γὰρ αὐτò ϰαὶ οὐ ϰατὰ πρόνοιάν τινα τοῦ δημιουργοῦ γεγονέναι. Ibid., 12.7 (4.28 K.): πῶς ἄν τις ὑπονοήσειεν αὐτομάτως γεγονέναι. Ibid., 2.17 (3.164 K.): εὐλόγως τῆς φύσεως τοῦτ' ἐργασαμένης.Google Scholar

122 De naturalibus facultatibus 1.6 (2.15 K.): siehe unten Anm. 183. De usu partium 1.19 (3.67 K.): περιττòν οὐδὲν ἒπρεπεν ἐργάζεσθαι σοφῷ δημιουργῷ. Ibid., 1.21 (3.78 K.): μόνως γὰρ ἄν οὕτως ἐξελέγχοιτε τὴν φύσιν ὡς ἄτεχνον, εἰ χρηστὴν ϰίνησιν φαίνοιτο παραλελοιπυῖα· ἀλλ' οὐϰ ἒχετε. Ibid., 1.23 (3.83–84 K.): περίεργον δ' οὐδέν ἡ φύσις ἐργάζεταὶ· μέλει γὰρ ἴσον αὐτῇ περὶ τοῦ μήτ' ἐνδεῶς μηδὲν μήτε περιττῶς δημιουργεῖν. Ibid., 2.15 (3.150 K.): οὒτε γὰρ ἐνδεὲς οὐδὲν οὒτε περιττòν ϰαὶ μάταιον ἐργάζεσθαι φιλεῖ. Ibid., 3.10 (3.217 K.): οὕτω δ' ἄν ϰαὶ ἡ τέχνη τῆς φύσεως ἐναργέστερον ὀφθείη, τὴν ἀναλογίαν τῆς ϰατασϰευῆς τῶν ϰώλων ἃπασαν ἡμῶν ἐπεξερχομένων τῷ λόγῳ ϰαὶ δειϰνύντων οὒτε λεῖπον οὐδὲν οὒτε πλεονάζον αὐτῶν οὐδετέρῳ. Ibid., 3.10 (3.226 K.): ἀλλ' οὒτε παραλέλειπταί τι τῇ φύσει ϰατ' οὐδέτερον τῶν ϰώλων οὒτ' εἰς πλῆθος ἀργòν ϰαὶ μάταιον ἐϰτέταται. Ibid., 3.12 (3.245 K.): ἳν' οὖν μήτ' ἄγαν ἀναίσθητον ᾖ μήθ' ἑτοίμως τι πάσχῃ, τὰς ὑπερβολὰς ἑϰατέρας ἡ φύσις ἐφυλάξατο ϰαὶ μέσον ἀϰριβῶς ἐδημιούργησεν αὐτò μαλαϰοῦ τε ϰαὶ σϰληροῦ. Ibid., 6.1 (3.410 K.): ϰαὶ ὡς οὐδ' ἐνταῦθά τι παραλέλειπται τῇ φύσει, μὴ ὃτι περιττῶς ἢ ἐλλιπῶς ἢ ἀργῶς ἐργασαμένη περὶ αὐτόν, ἀλλὰ μηδ' ἐπίνοιαν ἀπολιπούσῃ ϰατασϰευῆς ἑτέρας ἀμείνονος. Ibid., 8.12 (3.670 K.): πολὺ γὰρ ἐν ἑϰάστῃ τῶν ὑλῶν τò περιττόν, οὗ διαϰριθέντος τε ϰαὶ ἀποϰριθέντος ϰαὶ τοῦ λοιποῦ τοῦ χρηστοῦ τῇ προσηϰοῦσῃ ποιότητι ϰοσμηθέντος, ἐπὶ τò προϰείμενον ἢδη τέλος ἀφῖχθαι λέγοιτ' ἄν όρθῶς ὁ δημιουργός. Ibid., 9.16 (3.748 K.): μηδὲν μήτε παραλείπεσθαι τῇ φύσει μήτ' ἐϰ περιττοῦ παραλαμβάνεσθαι. Ibid., 12.2 (4.4 K.): ἀλλ' ἒν γε τῷ ϰατὰ φύσιν ἒχειν ἀϰριβῶς σύμμετρα τἄλλα … οὕτως ἀϰριβές ἐστι τò σύμμετρον, ὡς, εἴτε προσθείης ἐλάχιστον εἴτ' ἀφέλοις, ἀνατρέπεσθαι τò παν ἒργον. Ibid., 12.2 (4.5 K.): ἐπὶ δημιουργιϰῆς τέχνης ἁπάσης ἀϰρίβειαν ἡ τῆς συμμετρίας στενότης ἐνδείϰνυται.Google Scholar

123 De usu partium 11.5 (3.860 K.): ὡς [sc. ἡ φύσις] οὐδαμόθι μάτην ἀναχωρεῖ πολὺ τῆς ἀναλογίας.Google Scholar

124 De naturalibus facultatibus 1.6 (2.15 K.): siehe unten Anm. 183. Ibid., 1.13 (2.35 K.): δέον γὰρ … θαυμάσαι τὴν τέχνην τῆς φύσεως, οὒτε μαθεῖν ἐθέλουσι ϰαὶ λοιδοροῦνται προσέτι μάτην ὑπ' αὐτῆς ἄλλα τε πολλὰ ϰαὶ τοὺς νεφροὺς γεγονέναι φάσϰοντες…. ἐτόλμησαν εἰπεῖν οἱ μέν, ὃτι μάτην ϰαὶ οὗτοι γεγόνασι. Ibid., 2.4 (2.91–92 K.): οἴεται … μάτην αὐτὰ γεγονέναι. Ibid., 2.9 (2.132 K.): ὑπò τῆς τεχνιϰῆς φύσεως ὂργανον τηλιϰοῦτον μάτην … ϰατεσϰευάσθαι. De usu partium 1.18 (3.63 K.): τò γὰρ μηδαμῇ χρήσιμον ἡμῖν ἐσόμενον … ἡ φύσις ἀδύνατον γενέσθαι παρεσϰεύασεν. Ibid., 1.21 (3.77 K.): θαυμαστὴν ἀναλογίαν ὁρῶντες. Ibid., 2.15 (3.150 K.): οὒτε γὰρ ἐνδεὲς οὐδέν οὒτε περιττòν ϰαὶ μάταιον ἐργάζεσθαι φιλεῖ. Ibid., 3.10 (3.226 K.): ἀλλ' οὒτε παραλέλειπταί τι τῇ φύσει ϰατ' οὐδέτερον τῶν ϰώλων οὒτ' εἰς πλῆθος ἀργον ϰαὶ μάταιον ἐϰτέταται. Ibid., 4.15 (3.315 K.): ὑπο τῆς μηδὲν ἀλόγως ἐργαζομένης φύσεως, … μάτην φάσϰων γεγονέναι. Ibid., 4.15 (3.316 K.): ὣσπερ οὐϰ ἐνòν … μηδὲν δεῖσθαι ματαίου δημιουργίας. Ibid., 5.5 (3.364 K.): ἐν οἷς ἀποροῦσι, ματαιόπονον ἀποϰαλεῖν τὴν φύσιν. Ibid., 5.5 (3.364–65 K.): ὡς οὀδὲν μάτην ἐργασαμένην. Ibid., 5.5 (3.367 K.): ὁ μηδὲν ἐργαζόμενος εἰϰῇ δημιουργός. Ibid., 6.17 (3.492 K.): ϰαίτοι τεχνιϰῶς ὑπò τῆς φύσεως οἰόμενοι ϰατεσϰευάσθαι πάντα ϰαὶ μάτην οὐδέν. Ibid., 7.8 (3.537 K.): μάτην γὰρ ἄν οὕτως ἡ μηδὲν είϰῇ δημιουργοῦσα … φύσις. Ibid., 7.8 (3.539 K.): πρòς τῆς μηδὲν ἀλόγως ἐργαζομένης φύσεως. Ibid., 10.14 (3.835 K.): μηδὲν εἰϰῇ τὴν φύσιν ἐργάζεσθαι. Ibid., 11.5 (3.857 K.): μάτην μὲν γὰρ οὐδὲν ὑπò τῆς φύσεως γίγνεται. Ibid., 11.10 (3.884 K.): οὐ γὰρ δὴ ἁπλῶς γ' οὐδ' ὡς ἒτυχεν, ἀλλὰ μετὰ θαυμαστῆς τινος ἐγένετο συμμετρίας. Ibid., 12.14 (4.56 K.): οὐδέν ἡ φύσις ἐργάζεται μάτην. Ibid., 13.2 (4.78 K.): μάτην μὲν γὰρ οὐδέν ἡ φύσις ἐργάζεται. Ibid., 13.8 (4.112 K.): μάτην μὲν γὰρ ἡ φύσις οὐδέν ἐργάζεται. Ibid., 15.4 (4.228 K.): μηδὲν μάτην ἡ φύσις ἐργαζομένη. Ibid., 15.5 (4.240 K.): οὐδέν δ' ἡ φύσις ἐργάζεται μάτην. Ibid., 17.1 (4.354–55 K.): οὕτω δὲ … τὴν ἀναλογίαν σϰοπούμενος … ϰαὶ τῶν ϰατ' ἐϰείνην μορίων πρòς ἄλληλα θαυμαστή τίς ἐστιν ἡ ἀναλογία. De placitis HP 6.4.4 (5.533 K.): ἡ μηδὲν μάτην ἐργαζομένη φύσις ἐποίησεν. Ibid., 6.6.18 (5.552 K.) ἡ μηδὲν εἰϰῇ ποιοῦσα φύσις.Google Scholar

125 Cael. 1.4.271 a 33: ὁ δὲ θεòς ϰαὶ ἡ φύσις οὐδὲν μάτην ποιοῦσιν. Ibid., 2.11.291 b 13–14: ἡ δὲ φύσις οὐδὲν ἀλόγως οὐδὲ μάτην ποιεῖ. De an. 2.4.415 b 16–17: ὣσπερ γὰρ ὁ νοῦς ἓνεϰά του ποιεῖ, τòν αὐτòν τρόπον ϰαὶ ἡ φύσις. Somn. Vig. 2.455 b 17: λέγομεν τὴν φύσιν ἓνεϰά του ποιεῖν. 2.13.658 a 8–9: οὐδὲν γὰρ ἡ φύσις ποιεῖ μάτην. Ibid., 3.1.661 b 23–24: διὰ τò μηδὲν μάτην ποιεῖν τὴν φύσιν μηδὲ περίεργον. Ibid., 4.11.691 b 4: οὐδὲν γὰρ ποιεῖ περίεργον ἡ φύσις. Ibid., 4.12.694 a 15: οὐδὲν ἡ φύσις ποιεῖ περίεργον. Ibid., 4.13.695 b 19: ἐπεὶ οὒτε περίεργον οὐδὲν οὒτε μάτην ἡ φύσις ποιεῖ. GA 1.23.731 a 24: Kαὶ ταῦτα πάντα εὐλόγως ἡ φύσις δημιουργεῖ. Ibid., 2.5.741 b 4–5: ἡ δὲ φύσις οὐδὲν ποιεῖ μάτην. Ibid., 2.6.744 a 36–37: ἐπεὶ δ' οὐδὲν ποιεῖ περίεργον οὐδὲ μάτην ἡ φύσις. Ibid., 5.2.781 b 22: Εὐλόγως δ' ἀπείργασται ἡ φύσις. Metaph. 11.8.1065 a 26–27: τò δὲ ἓνεϰά τοῦ ἐν τοῖς φύσει γιγνομένοις. Pol. 1.2.1253 a 9: οὐδὲν γάρ, ὡς φαμέν, μάτην ἡ φύσις ποιεῖ. Ibid., 1.8.1256 b 20–21: εἰ οὖν ἡ φύσις μηθὲν μήτε ἀτελὲς ποιεῖ μὴτε μάτην.Google Scholar

126 De temperamentis 1.9 (1.567 K.): ἀλλὰ ϰαὶ διαπλάσεως ἀρίστης τετύχηϰεν, ἴσως μὲν ἐπομένης τῇ τῶν τεττάρων στοιχείων εὐϰρασίᾳ, τάχα δέ τινα θειοτέραν ἀρχὴν ἑτέραν ἐχούσης ἄνωθεν. Ibid., 2.6 (1.635–36 K.): ὃτι τῆς διαπλαστιϰῆς ἐν τῇ φύσει δυνάμεως οὐ μέμνηνται τεχνιϰῆς τ' οὒσης ϰαὶ τοῖς τῆς ψυχῆς ἢθεσιν ἀϰολούθως διαπλαττούσης τὰ μόρια. περὶ ταὺτης γάρ τοι ϰαὶ 'Αριστοτέλης ἠπόρησε, μή ποτ' ἄρα θειοτέρας τινòς ἀρχῆς εἴη ϰαὶ οὐ ϰατὰ τò θερμòν ϰαὶ ψυχρòν ϰαὶ ξηρòν ϰαὶ υγρόν. οὒϰουν ὀρθῶς μοι δοϰοῦσι ποιεῖν οἱ προπετῶς οὕτως ὑπὲρ τῶν μεγίστων ἀποφαινόμενοι ϰαὶ ταῖς ποιότησι μόναις ἀναφέροντες τὴν διάπλασιν. εὒλογον γὰρ ὂργανα μὲν εἶναι ταύτας, τò διαπλάττον δ' ἓτερον…. ἀλλ' ἐνδέχεται μὲν ϰαὶ τῆς διαπλαστιϰῆς δυνάμεως ἒργον εἶναι τò τοιοῦτον μᾶλλον ἢ τῆς ϰράσεως. De foetuum formatione 6 (4.694–95 K.): ἡ δ' αὐτὴ τέχνη ϰαὶ ϰατὰ τὰ σπλάγχνα πάντ' ἐστί, ϰαὶ ὃλως ὁπωσοῦν μόριον, ὡς, ἄν τις ἀριθμῇ τοὺς σϰοποὺς τῆς ϰατασϰευῆς, εἰς μυριάδας, οὐ χιλιάδας, ἀριθμòν ἀναχθῆναι, ϰατωρθωμένων εἰς ἄϰρον ἁπάντῶν, οὕς ἐγὼ μέν, ὡς ἒφην, οὐϰ ἄν ποτε πεισθείην ἄνευ σοφωτάτου τε ϰαὶ δυνατωτάτου δημιουργοῦ γεγονέναι.Google Scholar

127 Mete. 4.12.390 b 9–14, bes. b 13–14: ἀλλ' ἐνταῦθα μὲν τέχνη, ἐϰεῖ δὲ φύσις ἢ ἄλλη τις αἰτία. Vgl. Althoff, Jochen, Warm, kalt, flüssig und fest bei Aristoteles. Die Elementargualitäten in den zoologischen Schriften, Hermes, Einzelschriften, 57 (Stuttgart, 1992), 20 u. 26.Google Scholar

128 De foetuum formatione 6 (4.688–89 K.): τοῦτο γὰρ Ἐπιϰούρου τε ϰαὶ τῶν ἄνευ προνοίας ἃπαντα γίγνεσθαι νομιζόντων ἀϰούοντες οὐ πειθόμεθα. ϰαὶ μὴν ἀναγϰαῖόν ἐστιν, ἢ ϰατά τινα ϰίνησιν ἄλογόν τε ϰαὶ ἄτεχνον εἰς χρηστòν τέλος ἀφιϰνεῖσθαι τὴν διάπλασιν τῶν ἐμβρύων, ἢ, ϰαθάπερ οἱ τὰ θαύματα ϰατασϰευάζοντες, ἀρχὴν ϰινήσεως αὐτοῖς παρασχόντες, ἀπέρχονται μὲν αὐτοί, τὰ δὲ ϰατασϰευασθέντα μέχρι τινòς οὐ πολλοῦ χρόνου ϰινεῖται τεχνιϰῶς, οὕτω ϰαὶ τὰ σπέρματα τῶν φυτῶν ϰαὶ τῶν ζῴων ϰατασϰευάσαντας τοὺς θεοὺς εἰς τοσαύτην διαδοχὴν ϰινήσεων ἐπιτήδεια μηδὲν ἒτι πράττειν αὐτούς. ἀλλὰ τò μὲν πρότερον ἐλέγχειν οὐ χρῄζω ϰατεγνωσμένον ὑπò τῶν ἀνθρώπων, πρòς οὕς ὁ λόγος ἐστί μοι μάλιστα· τò δεύτερον δ' ἐπισϰεπτέον ἀϰριβέστερον, εἰ δυνατόν ἐστιν ὑγρότητι τοιαύτῃ, οἳα γοῦν φαίνεται ϰατὰ τὴν γονήν, εἰς τοσοῦτον ἀριθμòν ἀλλήλας διαδεχομένων ϰινήσεων, μηδὲν ἁμαρτεῖν ἄχρι τοῦ προσήϰοντος τέλους. ὣσπερ γὰρ ἄριστον τò ϰατὰ τύχην ἐν τοσούτῳ πλήθει μορίων ἁμαρτηθῆναι μηδέν, οὕτω ϰαὶ τολμηρòν τὴν ἀϰολουθίαν τῆς ϰινήσεως γενέσθαι τεχνιϰὴν ὑπό τινος οὐσίας ἀλóγου, ϰαθάπερ αὐτοί φασιν.Google Scholar

129 De foetuum formatione 6 (4.693 K.): ϰαὶ διὰ τοῦτο ἐνίοις ἒδοξεν, ἄλλην μὲν εἶναι ψυχὴν τὴν ϰατασϰευάσασαν ἓϰαστον τῶν μορίων, ἄλλην δὲ τὴν ἐξορμῶσαν ἐπὶ τὰς προαιρετιϰὰς ἐνεργείας. ϰαὶ φαίνεται ϰατὰ τοῦτον τòν λόγον ἐν τοῖς τῶν ζῴων σώμασιν ἒτι διαμένειν ἡ διαπλάσασα ψυχὴ τὰ μόρια· οὐ γὰρ οἇόν τε χρῆσθαι μὲν ἑϰάστῳ προσηϰόντως τὴν νῦν οὖσαν, οἴχεσθαι δὲ τὴν ϰατασϰευάσασαν. ἄπορος οὖν ὁ περὶ τῆς διαπλασάσης τὰ μόρια ψυχῆς λόγος ἐϰ πάσης λαβῆς ὑπάρχει· ἓν μόνον ἐμοὶ γοῦν δοϰεῖ σαφῶς ἐνδείϰνυσθαι, τὴν τέχνην τοῦ ϰατασϰευάσαντος ἡμᾶς, ἣν οὐχ οἷόν τ' ἐστὶν τòν ἐλευθέρᾳ γνώμῃ σϰοπούμενον εἰς τύχην ἄλογον ἀναφέρειν.Google Scholar

130 De theriaca ad Pisonem 11 (14.253 K.): διόπερ ϰαὶ θαυμάζειν ἐπέρχεταί μοι, ὃταν αὐτòν ὁρῶ τῇ οὕτω θαυμαστὰ τῆς φύσεως ἒργα μὴ βλέποντα, ϰαὶ μάλιστα τὰς ἐξ ἀρχῆς ἐν αὐτῇ τῇ γενέσει τοῦ ἀνθρώπου γιγνομένας τέχνας, … oἳᾳ δέ τινι θείᾳ τέχνῃ ϰαὶ ὁμοιότητι τύπον ἐν τοῖς γεννωμένοις ἐργάζεται.Google Scholar

131 In Hippocr. Aphorismos 5.39 (18./2.830 K.): οὐ γὰρ τῷ γινώσϰειν ἐς ὃ τι χρήσιμος ὁ χυμòς ἒσται τῷ ζῴῳ τὴν γένεσιν αὐτοῦ ποιεῖται τò μόριον, εἴ γε μὴ μέλλει νοῦν ἒχειν τòν τοιοῦτον, ὁποῖον ἀξιοῦμεν ἒχειν τοὺς πολιτιϰοὺς ἄνδρας, ἀλλ' ὁ μὲν δημιουργήσας τò ζῷον ἒχει τòν νοῦν….Google Scholar

132 Ε. Chauvet, , “La médecine grecque et ses rapports a la Philosophie,” Revue Philosophique 16 (1883): 262; Moraux, , “Galien et Aristote” (Anm. 115 oben), 133.Google Scholar

133 De usu partium 12.2 (4.4 K.): ἀλλ' ἒν γε τῷ ϰατὰ φύσιν ἒχειν ἀϰριβῶς σύμμετρα τἄλλα τὰ περὶ τοῖς ἄρθροις ἐστὶ σώματα … ὃτι δ' ἐν τούτοις χρὴ θαυμάζειν ἃπασαν τέχνην, ἐν οἷς οὕτως ἀϰριβές ἐστι τò σύμμετρον, ὡς, εἴτε προσθείης ἐλάχιστον εἴτ' ἀφέλοις, ἀνατρέπεσθαι τò πᾶν ἒργον, οὐδεὶς ἀγνοεῖ. Ibid., 17.1 (4.354–55 K.): οὕτω δὲ ϰαὶ μηροῦ πρòς ϰνήμην ϰαὶ ϰνήμης πρòς πόδα τὴν ἀναλογίαν σϰοπούμενος ἄϰραν τινὰ τέχνην ἐξευρήσεἰς τῆς φύσεως, … ϰαθάπερ γε ϰαὶ βραχίονος πρòς πῆχυν ϰαὶ τούτου πρòς ἄϰραν χεῖρα ϰαὶ τῶν ϰατ' ἐϰείνην μορίων πρòς ἄλληλα θαυμαστή τίς ἐστιν ἡ ἀναλογία. ϰαὶ ταῦτα μέν οὖν πάντα τὴν τέχνην ἐνδείϰνυται τοῦ δημιουργοῦ.Google Scholar

134 De anatomicis administrationibus 2.2 (2.285 K.): εὐγνώμονι δὲ ἀνθρώπῳ τὴν τέχνην τῆς φύσεως ἐνῆν αὐτάρϰως ϰατανοῆσαι ϰαὶ δι' ἑνòς ἢ δυοῖν ἀϰριβῶς ἀνατμηθέντων, ἐν οἷς τò τε ϰατὰ τὴν ἰατριϰὴν τέχνην χρήσιμον πάμπολυ, ϰατά τε τò πάρεργον ἡ σοφία τῆς φύσεως ϰαταφανὴς γίνεται.Google Scholar

135 De usu partium 11.8 (3.873–74 K.): ὃ δὲ δὴ πάντων μάλιστ' ἄν τις θαυμάσειε … ϰαὶ τινος ἐπιστάτου διϰαίου μᾶλλον ἢ ϰινήσεως εὐτυχοῦς ἒργον εἶναι φήσειεν, ἡ τῶν δδόντῶν ἰσότης ἐστίν. τò γὰρ ἴσους ἀϰριβῶς γενέσθαι τοὺς ϰάτω τοῖς ἄνω, ϰαίτοι γ' οὐχ οὕτως ὑπαρχουσῶν τῶν γενύων ἑϰατέρων, ἄϰρας ἐστὶ διϰαιοσύνης ἐπίδειγμα.Google Scholar

136 De placitis HP 9.8.10–12 (5.786–87 K.): Τὴν αὐτὴν οὖν ἒννοιαν ἒχοντες οἱ ἀνατομιϰοὶ τῶν ἰατρῶν ἐθαύμασαν ἃπαντες τὴν τέχνην τῆς φύσεως…. διò ϰαὶ θαυμαστῶς ὁ Ἱπποϰράτης ἒφη “τοῦτο μέν, ἐπεὶ δίϰαιον ἒχουσι τò σῶμα οἱ ἄνθρωποι.” μέγιστον γάρ ἐστι σημεῖον τῆς ἐν τοῖς μορίοις διϰαιοσύνης ϰαὶ ἡ τοῦ σχήματος ὁμοιότης ἣ τε τῆς χώρας … ἣ τε τῆς ἐν αὐτοῖς σχέσεως ἐναντιότης οὐ διϰαιοσύνην μόνον ἐν τῇ ϰατασϰευῇ τοῦ σώματος ἐνδείϰνυται σαφῶς, ἀλλὰ ϰαὶ δύναμιν ἄϰραν τοῦ ϰατασϰευάσαντος αὐτò τò σῶμα. Ibid., 9.8.19 (5.788 K.): τὴν δὲ αὐτὴν εὑρήσεις διϰαιοσύνην ἐν ἃπασι τοῖς ὀργανιϰοῖς τοῦ σώματος μορίοις. Vgl. Ps.-Gal., In Hippocr. De alimento 3.14 (15.309 K.): εἰ δ' ἐθέλει τις τῆς φύσεως πρόνοιάν τε ϰαὶ σοφίαν γνῶναι ἀϰριβῶς, τοῦτο μὲν εἰδέναι δυνήσεται, εἰ ἐπιβλέψειεν ἐν ταῖς ἀνατομαῖς ϰαὶ σϰέψαιτο, πότερον πλημμελῶς ἢ διϰαίως, οὐϰ ἴσα τοῖς μέρεσιν ἃπασι διένειμεν, ἀλλὰ τοῖς μὲν μείζω, τοῖς δ' ἐλάττω, εἰς ὃσον ἄν ἢρϰει τò ϰατὰ τὴν ἀξίαν, ἀϰριβῶς ἐν ἑϰάστῳ μετρήσασα, τò μὲν μεῖζον ἀπένειμε μέρος, τò δ' ἒλαττον· ἑϰάστῳ δὲ τηλιϰοῦτον, ἡλίϰον ἦν δοθῆναι διϰαιότατον. Vgl. R. J. Hankinson, “Galen's Theory of Causation,” ANRW 2.37.2 (1994), 1769; ders., “Galen's Anatomical Procedures,” ANRW 2.37.2 (1994), 1834–55, bes. 1847–51.Google Scholar

137 De usu partium 6.13 (3.470 K.): ἡμεῖς μὲν γὰρ ἁπάντῶν οὐχ ἓν αἰτίας γένος, ἀλλὰ σύμπαντα λέγομεν, ἓν μὲν τò πρῶτóν τε ϰαὶ ϰυριώτατον, ὃτι βέλτιον οὕτως, ἐφεξῆς δ' αὐτῷ τὰ ἀπδ τῶν ὀργάνων ϰαὶ τῆς ὕλης, οἷς χρώμενος ὁ δημιουργòς εἰς τò βέλτιον εἶδος ἓϰαστον τῶν γιγνομένων ἄγει. Ibid., 6.13 (3.476 K.): οὕτως ἐν ἃπασιν ὁ δημιουργòς ἡμῶν ἓνα σϰοπòν ἒχει τῆς διαπλάσεως τῶν μορίων, τὴν ἒϰλεξιν τοῦ ϰρείττονος.Google Scholar

138 De usu partium 11.14 (3.906 K.): ἀμφοτέρων οὖν τòν θεòν αἴτιον εἶναί φαμεν, τῆς τε τοῦ βελτίονος ἐν αὐτοῖς τοῖς δημιουργουμένοις αἱρέσεως ϰαὶ τῆς περὶ τὴν ὕλην ἐϰλέξεως. Ibid., 11.14 (3.910–11 K.): ϰαὶ γὰρ ϰαὶ τοῖς ἀναγϰαίαν ἒχουσιν τήν γένεσιν εἰς δέον ὁ δημιουργòς ἡμῶν ϰαταχρῆται πολλαχόθι περιττòς ὢν ἐν ἃπασι ϰαὶ δεινῶς εὐμήχανος εἰς τὴν τοῦ βελτίονος αἳρεσίν τε ἃμα ϰαὶ δημιουργίαν. Hankinson spricht hier von einer “gelenkten Teleologie” (directed teleology). Siehe Hankinson, R. J., “Galen and the Best of All Possible Worlds,” Classical Quarterly 39 (1989): 206–27; ders., “Galen's Anatomical Procedures,” 1839.Google Scholar

139 De anatomicis administrationibus 7.1 (2.590 K.): ταὐτὶ μὲν οὖν ἃπαντα ϰατὰ πρῶτον λόγον ἡ φύσις ἐποίησε, τὰ μὲν ἀναγϰαίων ἓνεϰα χρειῶν, εἰς τò ζῆν αὐτό, τὰ δ' ὠφελίμων μέν, οὐ μὴν ἀναγϰαίων γε τοῖς ζῴοις.Google Scholar

140 De usu partium 11.7 (3.866 K.): ταῦτα ϰαὶ τὰ τοιαῦτα δηλονότι τέχνης ἒργα ϰαὶ σοφίας ἐροῦμεν, εἴπερ γε τύχης ἐστὶ τὰ ἐναντία. Ibid., 11.10 (3.884 K.): εἰς ταῦτ' οὖν ἃπαντα θαυμαστῶς τηλιϰοῦτον ἡ φύσις παρεσϰεύασε τòν δεσμόν, ἡλίϰος μάλιστα ἐπιτήδειος ἒμελλεν ἒσεσθαι. οὐ γὰρ δὴ ἁπλῶς γ' οὐδ' ὡς ἒτυχεν, ἀλλά μετὰ θαυμαστῆς τινος ἐγένετο συμμετρίας.Google Scholar

141 De usu partium 14.2 (4.143–44 K.): Μάλιστα μὲν οὖν ἀθάνατον ἡ φύσις, εἴπερ οἷόν τ' ἦν, ἐσπούδασε τò ἑαυτῆς ἀπεργάσασθαι δημιούργημα· μὴ συγχωρούσης δὲ τῆς ὕλης — ἐξ ἀρτηριῶν γὰρ ϰαὶ φλεβῶν ϰαὶ νεύρων ϰαὶ οστῶν ϰαὶ σαρϰῶν οὐχ οἷόν τ' ἦν τò συνϰείμενον ἄφθαρτον γενέσθαι — τὴν ἐνδεχομένην αὐτῷ βοήθειαν εἰς ἀθανασίαν ἐμηχανήσατο δίϰην ἀγαθοῦ πόλεως οἰϰιστοῦ μὴ τῆς ἐν τῷ παραχρῆμα συνοιϰήσεως μόνης φροντίσαντος, ἀλλ' ὃπως ἐπὶ τò πᾶν ἢ τò πλεῖστόν γε τοῦ αἰῶνος ἡ πόλις αὐτοῦ διαφυλάττοιτο προνοησαμένου. πόλις μὲν οὖν εὐτυχὴς εἰς τοσοῦτον, ὡς διὰ μῆϰος τοῦ χρόνου μηϰέτι μνημονεύεσθαι τòν οἰϰιστὴν αὐτῆς, οὐδεμία πω φαίνεται γεγενημένη. τὰ δὲ τῆς φύσεως ἒργα πολλαῖς μυριάσιν ἐτῶν ἢδη τε διήρϰεσε ϰαὶ εἰσαῦθις παραμενεῖ θαυμαστήν τινα τέχνην ἐξευρούσης αὐτῆς, ὡς ἀεί τῷ διαφθειρομένῳ ζῴῳ νέον ἓτερον ἀντιϰαθίσταιτο.Google Scholar

142 De usu partium 5.4 (3.354–55 K.): ἡμεῖς μὲν γὰρ ἀπερισϰεπτότερον αἱρούμεθα τò λυσιτελοῦν, εἰ ϰαὶ τύχοι ποτὲ μειζόνως εἰς ἓτερα βλάπτειν πεφυϰòς ἢ ὠφελεῖν εἰς ἃ χρῄζομεν. ἡ φύσις δ' οὐδὲ ϰαθ' ἓν τῶν ἑαυτῆς ἒργων ἀπερισϰέπτως οὐδ' ὑπò ῥᾳθυμίας ἐνίοτε μέγα ϰαϰòν αἱρουμένη δι' ἒλαττον ἀγαθόν, ἀλλ' ἀϰριβεῖ μέτρῳ τò ποσòν ἐν ἑϰάστῳ ϰρίνουσα πολλαπλάσιον ἀεὶ τò χρηστòν ἀποτελεῖ τοῦ μοχθηροῦ. μάλιστα μὲν γάρ, εἴπερ οἷόν τ' ἦν, ἄνευ παντòς ϰαϰοῦ ϰατεσϰεύαστ' ἄν ἃπαντα ταῦτα· νυνὶ δέ, οὐ γὰρ ενδέχεται τῆς ὕλης φυγεῖν τὴν μοχθηρίαν οὐδεμίᾳ τῶν τεχνῶν οὐδ' ἀδαμάντινόν τε ϰαὶ πάμπαν ἀπαθὲς ἐργάσασθαι τò δημιούργημα, ϰαταλείπεται ϰοσμεῖν αὐτò τòν ἐνδεχόμενον ϰόσμον. ἐνδέχεται δ' ἄλλον ἄλλη τῶν ὑλῶν· οὐ γὰρ ἐϰ τῆς αὐτῆς δήπουθεν οὐσίας τά τ' ἄστρα γέγονε ϰαὶ ἡμεῖς. οὒϰουν οὐδὲ τὴν ἀπάθειαν τὴν αὐτὴν ἐπιζητεῖν χρὴ ϰαὶ μέμφεσθαι τῇ φύσει, σμιϰρòν εἴ τί που βλαβερòν ἴδοιμεν ἐπὶ μυρίοις χρηστοῖς, ἀλλ' ἐϰεῖνο δείξαντας, ὡς οἷόν τ' ἦν φυγεῖν τουτὶ τò σμιϰρòν ἄνευ τοῦ πολλὰ τῶν ϰαλῶς γεγενημένων ταράξαι τε ϰαὶ συγχέαι, τότ' ἐγϰαλεῖν αὐτῆ ϰαὶ μέμφεσθαι τῆς ὀλιγωρίας.Google Scholar

143 De usu partium 17.1 (4.355–56 K.): σὺ δ ', ὦ γενναιότατε ϰατήγορε τῶν ἒργων τῆς φύσεως, οὐδὲν μὲν τούτων βλέπεις, ὃτι δ' ἐν μυρίοις μυριάϰις ἀνθρώποις ἃπαξ πού τιν' ἐποίησεν ἓξ δαϰτύλους ἒχοντα, τοῦτο μόνον ὁρᾷς. εἰ δὲ ὁ Πολύϰλειτος ἓν τι σμιϰρòν οὕτως ἣμαρτεν ἐν χιλίοις ἀνδριάσιν, οὒτ' ἄν αὐτòς ἐμέμψω ϰαὶ τοὺς ἐγϰαλοῦντας ἀγνώμονας ἐϰάλεἰς. ἀντίστρεψον οὖν αὐτò ϰαὶ σϰέψαι, τί ποτ' ἄν εἶπες, εἰ ϰατὰ μὲν τοὺς χιλίους ἣμαρτεν ἡ φύσις, ἐν ἑνὶ δὲ μόνῳ ϰατώρθωσεν. ἆρ' οὐϰ ἄν τύχης ἒφασϰες, οὐ τέχνης ἒργον εἶναι τò ϰατορθούμενον; εἰ δ' ἐν μυρίοις, ἒτι δή μᾶλλον; ἀλλὰ νῦν οὐϰ ἐν χιλίοις ἢ μυρίοις ἀνθρώποις, ἐν μυριάϰις δὲ μυρίοις ὁρῶν ἓν τι διημαρτημένον εἰς τύχην ἀναφέρειν τολμᾷς τὰ ϰατορθούμενα θαυμαστῇ τινι διϰαιοσύνῃ περὶ τὴν φύσιν χρώμενος.Google Scholar

144 Vgl. Hankinson, , “Galen and the Best of All Possible Worlds,” 225: “But because of two crucial features of Galen's system, namely the constraint of material necessity, and the fact that the Demiurge is not perfect (merely extraordinarily good), the analogues to Judeo-Christian Problem of Evil arguments are far less damaging to the hypothesis. You don't have to show, heroically and implausibly, that this world is absolutely the best of all logically or conceptually possible worlds; you simply have to establish that it's pretty nearly the best of all causally possible ones.” Google Scholar

145 De diebus decretoriis 3.1 (9.901 K.): τῷ λόγῳ δ' ἐξιχνεύουσιν ἡμῖν τὰς τούτων αἰτίας ἐφαίνετο δύο ἀρχὰς θέσθαι χρῆναι τὰς πρώτας ἁπάντων τῶν γινομένων, ἄταϰτον μὲν τὴν ἐϰ τῆς ἐνταῦθ' ὕλης ὁρμωμένην, ἐν τάξει δέ τινι ϰαὶ ϰόσμῳ προϊοῦσαν ἀεὶ τὴν ἐϰ τῶν ϰατ' οῦρανόν, ἃπαντα γὰρ τὰ τῇδε πρòς ἐϰείνων ϰοσμεῖται.Google Scholar

146 De usu partium 17.1 (4.358–59 K.): τίς οὖν οὕτως ἒμπλεϰτος ἄλλος γ' ἢ ὃστις ἐχθρός ἐστι ϰαὶ πολέμιος τοῖς ἒργοις τῆς φύσεως, ὃς οὐϰ ἐϰ τοῦ δέρματος εὐθέως ἁπάντων πρώτου συνῆϰε τῆς τέχνης τοῦ δημιουργοῦ; τίς δ' οὐϰ ἄν εὐθὺς ἐνθυμηθείη νοῦν τινα δύναμιν ἒχοντα θαυμαστὴν ἐπιβάντα τῆς γῆς ἐϰτετάσθαι ϰατὰ πάντα τὰ μόρια; πανταχόθι γοῦν ὁρᾶται γιγνόμενα ζῷα θαυμαστὴν ἃπαντα ϰατασϰευὴν ἒχοντα. ϰαίτοι τί ἄν εἴη τῶν τοῦ ϰόσμου μορίων ἀτιμότερον τῶν περὶ τὴν γῆν; ἀλλ' ὃμως ϰἀνταῦθα φαίνεται νοῦς τις ἀφιϰνούμενος ἐϰ τῶν ἄνω σωμάτων, ἃ ϰαὶ θεασαμένῳ τινὶ παραχρῆμα θαυμάζειν ἐπέρχεται τò ϰάλλος τῆς οὐσίας, ἡλίου μὲν πρῶτα ϰαὶ μάλιστα, μετ' αὐτòν δὲ σελήνης, εἶτα τῶν ἀστέρων, ἐν οἷς εἰϰός, ὃσῳπέρ ἐστιν ϰαὶ ἡ τοῦ σώματος οὐσία ϰαθαρωτέρα, τοσούτῳ ϰαὶ τòν νοῦν ἐνοιϰεῖν πολὺ τοῦ ϰατὰ τὰ γήϊνα σώματα βελτίω τε ϰαὶ ἀϰριβέστερον. Ibid., 17.1 (4.360 K.): ὡς, ὃστις γε ἐλευθέρᾳ τῇ γνώμη σϰοπεῖται τὰ πράγματα, θεασάμενος ἐν τοσούτῳ βορβόρῳ σαρϰῶν τε ϰαὶ χυμῶν ὃμως ἐνοιϰοῦντα νοῦν, ἰδὼν δὲ ϰαὶ ζῴου ϰατασϰευὴν ὃτου δή — πάντα γὰρ ἒνδειξιν ἒχει σοφοῦ δημιουργοῦ —, τὴν ὐπεροχὴν ἐννοήσει τοῦ ϰατὰ τòν οὐρανòν νοῦ· ϰαὶ τò δοϰοῦν αὐτῷ σμιϰρòν εἶναι πρότερον, ἡ περὶ χρείας μορίων πραγματεία, θεολογίας ἀϰριβοῦς ἀληθῶς ἀρχὴ ϰαταστήσεται, πολὺ μείζονός τε ϰαὶ πολὺ τιμιωτέρου πράγματος ὃλης τῆς ἰατριϰῆς. Vgl. Arist., PA 1.5.644 b 22–645 a 26.Google Scholar

147 Vgl. Temkin, Owsei, “Greek Medicine as Science and Craft,” Isis 44 (1953): 224: “Galen knows that Plato and Aristotle ascribe divinity to the stars, but he does not mention it. Likewise, he does not confirm, on his part, that the world has a soul.” Google Scholar

148 De usu partium 3.10 (3.237–38 K.): ἀλλὰ γὰρ ἴσως εἰ τοιούτῶν ἐπὶ πλέον μνημονεύοιμι βοσϰημάτων, οἱ σωφρονοῦντες ὀρθῶς ἄν μοι μέμφοιντο ϰαὶ μιαίνει φαῖεν ἱερòν λόγον, ὃν ἐγὼ τοῦ δημιουργήσαντος ἡμᾶς ὕμνον ἀληθινòν συντίθημι, ϰαὶ νομίζω τοῦτ' εἶναι τὴν ὂντως εὐσέβειαν, οὐϰ εἰ ταύρων ἑϰατόμβας αὐτῷ παμπόλλας ϰαταθύσαιμι ϰαὶ τάλαντα μυρία θυμιάσαιμι ϰασίας, ἀλλ' εἰ γνοίην μὲν αὐτòς πρῶτος, ἒπειτα δὲ ϰαὶ τοῖς ἄλλοις ἐξηγησαίμην, οἷος μέν ἐστιν τὴν σοφίαν, οἷος δὲ τὴν δύναμιν, ὁποῖος δὲ τὴν χρηστότητα. τò μὲν γὰρ ἐθέλειν ϰοσμεῖν ἃπαντα τòν ἐνδεχόμενον ϰόσμον ϰαὶ μηδενὶ φθονεῖν τῶν ἀγαθῶν τῆς τελεωτάτης χρηστότητος ἐγὼ δεῖγμα τίθημαι, ϰαὶ ταύτῃ μὲν ὡς ἀγαθòς ἡμῖν ὑμνείσθω· τò δ', ὡς ἄν μάλιστα ϰοσμηθείη πᾶν, ἐξευρεῖν ἄϰρας σοφίας· τò δὲ ϰαὶ δρᾶσαι πάνθ', ὃσα προείλετο, δυνάμεως ἀηττὴτου.Google Scholar

149 De usu partium 12.6 (4.21 K.): ϰαὶ μέντοι ϰαὶ ὁ δημιουργòς ἡμῶν εἰδὼς ἀϰριβῶς τῶν τοιούτων ἀνδρῶν τὴν ἀχαριστίαν ὃμως δημιουργεῖ, ϰαὶ τὰς ὣρας τοῦ ἒτους ὁ ἣλιος ἀπεργάζεται ϰαὶ τοὺς ϰαρποὺς τελεοῖ μηδὲν φροντίζων οἶμαι μήτε Διαγόρου μήτ' Ἀναξαγόρου μήτ' Ἐπιϰούρου μήτε τῶν ἄλλων τῶν εἰς αὐτòν βλασφημησάντων. ἀγαθῷ γὰρ οὐδενὶ περὶ οὐδενòς ἐγγίγνεται φθόνος, ἀλλ' ὠφελεῖν πάντα ϰαὶ ϰοσμεῖν πέφυϰεν.Google Scholar

150 Magnus, Hugo, Medicin und Religion in ihren gegenseitigen Beziehungen (Breslau, 1902), 22; Malloch, Archibald, “Galen,” Annals of Medical History 8 (1926): 68; Strohmaier, Gotthard, “Galen als Vertreter der Gebildetenreligion seiner Zeit,” Neue Beiträge zur Geschichte der alten Welt 2 (1965): 77; Nuland, Sherwin B., Doctors (New York und Toronto, 1988), 33–34; Hankinson, , “Galen and the Best of All Possible Worlds” (Anm. 137 oben), 216.Google Scholar

151 Walzer, Richard, Galen on Jews and Christians (Oxford und London, 1949), 8.Google Scholar

152 Walzer, , Galen on Jews and Christians , 7986; ders., “Galenos,” RAC 8 (1972), 783–85.Google Scholar

153 Walzer, , Galen on Jews and Christians , 97: “the primacy of faith and religion was inconceivable to him.” Google Scholar

154 Walzer, , Galen on Jews and Christians , 1011, bes. 11, wo er ein nur arabisch überliefertes Zitat aus De Hippocratis anatomia in englischer Übersetzung anführt; vgl. ders., “Galenos,” 777–86, bes. 780; ders., Galen on Jews and Christians, 10–13: De usu partium 11.14 (3.905–6 K.); vgl. ders., “Galenos,” 780–81; ders., Galen on Jews and Christians, 13–14: De pulsuum differentiis 2.4 (8.579 K.); vgl. ders., “Galenos,” 782; ders., Galen on Jews and Christians, 14: De pulsuum differentiis 3.3 (8.657 K.); vgl. ders., “Galenos,” 782; ders., Galen on Jews and Christians, 14–15: Zitat aus der verlorenen, nur in der arabischen Übersetzung erhaltenen Schrift gegen die aristotelische Theologie, , In primum movens immotum (Εἰς τò πρῶτον ϰινοῦν ἀϰίνητον), in der englischen Übersetzung; vgl. ders., “Galenos,” 782; ders., Galen on Jews and Christians, 15–16; ders., “Galenos,” 782–83, bes. 783, wo er ein nur arabisch überliefertes Zitat entweder aus der verlorenen Zusammenfassung der Platonischen Politeia von Galen oder aus seinem Kommentar zu Platons Phaidon in deutscher Übersetzung anführt.Google Scholar

155 Vgl. Walzer, , Galen on Jews and Christians , 27.Google Scholar

156 De constitutione artis medicae 2.4 (1.231 K.): θεòς μὲν γὰρ ϰαὶ φύσις, ὡς ὁ πρῶτον οἰϰίαν ἐργασάμενος, οὕτω προγιγνώσϰουσι τὰ μέρη τῆς χρείας αὐτοῖς τò παράδειγμα γεννώσης, ἡμεῖς δ' ὡς ὁ τὴν ἢδη γεγενημένην οἰϰίαν ἱστορῶν· ϰαίτοι ϰαὶ ἡμεῖς εἰ μή ϰαθ' ὃσν οἷόν τε παραπλησίαν θεῷ ποιησαίμεθα τὴν γνῶσιν, ἀδύνατον ἡμῖν ἒσται διαγνῶναι, πότερον ἃπαντα διὰ χρείαν τινὰ γέγονεν ἢ μάτην ἒνια. ϰαὶ γὰρ ταῦτα ἄμφω δυνατόν ἐστιν ἐπινοεῖν ϰαὶ πρòς τούτοις ἒτι πρòς ϰαϰοῦ τινα γεγονέναι.Google Scholar

157 Adhortatio 9.2 (1.21 K.): Τò δὴ τῶν ἀνθρώπων γένος, ὦ παῖδες, ἐπιϰοινωνεῖ θεοῖς τε ϰαὶ τοῖς ἀλόγοις ζῴοις, τοῖς μέν, ϰαθ' ὃσον λογιϰόν ἐστι, τοῖς δέ, ϰαθ' ὃσον θνητόν.Google Scholar

158 De usu partium 1.2 (3.3 K.): ἀνθρώπῳ δέ, σοφòν γὰρ τοῦτο τò ζῷον ϰαὶ μόνον τῶν ἐπὶ γῆς θεῖον, ἀντί πάντων ὁμοῦ τῶν ἀμυντηρίων ὃπλων χεῖρας ἒδωϰεν [sc. ἡ φύσις], ὂργανον εἰς ἁπάσας μὲν τὰς τὲχνας ἀναγϰαῖον, εἰρηνιϰòν δ' οὐδὲν ἧττον ἢ πολεμιϰόν. Ibid., 1.2 (3.4–5 K.): εἰρηνιϰòν δ' ὃμως ϰαὶ πολιτιϰòν ζῷον ἄνθρωπος χερσὶ ϰαὶ νόμους ἐγράψατο ϰαὶ βωμοὺς ϰαὶ ἀγάλματα θεοῖς ἱδρύσατο ϰαὶ ναῦν ϰατεσϰευάσατο ϰαὶ αὐλòν ϰαὶ λύραν ϰαὶ σμίλην ϰαὶ πυράγραν ϰαὶ τἄλλα πάντα τῶν τεχνῶν ὂργανα ϰαὶ ὑπομνήματα δ' αὐτῶν τῆς θεωρίας ἐν γράμμασιν ὑπελίπετο. ϰαί σοι διά τε γράμματα ϰαὶ χεῖρας ἒτι ϰαὶ νῦν ὑπάρχει ὁμιλεῖν Πλάτωνί τε ϰαὶ Ἀριστοτέλει ϰαὶ Ἱπποϰράτει ϰαὶ τοῖς ἄλλοις παλαιοῖς.Google Scholar

159 Adhortatio 5.1 (1.7 K.): ϰατὰ μέρη μὲν οὕτω ϰεϰόσμηνται, πάντες δὲ πρòς τòν θεòν ἀποβλέπουσι ϰοινῷ τῷ παρ' αὐτοῦ προστάγματι πειθόμενοι.Google Scholar

160 Adhortatio 5.2 (1.7–8 K.): θεάση δὲ ϰἀνταῦθα πολλοὺς μετ' αὐτοῦ τοῦ θεοῦ, τετάρτην δή τινα τάξιν ἀπò τῶν ἄλλων ἒϰϰριτον, οὐχ οἷοί τινες ἦσαν οἱ μετὰ τῆς Τύχης· … Σωϰράτης γάρ ἐστιν ἐν αὐτῷ ϰαὶ Ὁμηρος ϰαὶ Ἱπποϰράτης ϰαὶ Πλάτων ϰαὶ οἱ τούτων ἐρασταί, οὕς ἴσα ϰαὶ τοὺς θεοὺς σέβομεν, οἷον ὕπαρχοί τινες ϰαὶ ὑπηρέται τοῦ θεοῦ.Google Scholar

161 Arist., Mete. 4.3.381 b 6: μιμεῖται γὰρ ἡ τέχνη τὴν φύσιν. Ph. 2.2.194 a 21–22; ibid., 2.8.199 a 15–17. Protrepticus fr. 11 Ross (= fr. 73.308 b 18–19 Gigon): μιμεῖται γὰρ οὐ τὴν τέχνην ἡ φύσις ἀλλά αὐτὴ τὴν φύσιν. Vgl. Kullmann, , Wissenschaft und Methode (Anm. 109 oben), 2931; ders., Aristoteles und die moderne Wissenschaft (Anm. 22 oben), 389.Google Scholar

162 Vgl. Kullmann, , Wissenschaft und Methode , 288–89, bes. 289: “Dem Techniten entspricht also die Physis gemäß dem Eidos (oder auch die Seele).” Siehe ders., Aristoteles und die moderne Wissenschaft, 259–61.Google Scholar

163 De placitis HP 9.8.22–24 (5.789–90 K.): 'Ωσπερ οὐν ἐπὶ τῶν ἀνθρωπείων πλαστῶν ποιούμεθα τὰς ϰρίσεις, οὕτω χρὴ ϰἀπὶ τῶν θείων ποιεῖσθαι ϰαὶ θαυμάζειν τòν τοῦ σώματος ἡμῶν δημιουργόν, ὃστις ποτέ ἐστιν θεῶν. εἰ δ' ἐϰ τοῦ μὴ βλέπειν αὐτòν οὐδ' εἶναι φήσομεν, οὐ φυλάξομεν ἒτι τὴν ὁμοιότητα τῆς πρòς τὰς τέχνας ϰρίσεως, ἐφ' ὧν οὐϰ ἐν τῷ θεᾶσθαι τòν συμπήξαντα τὴν ναῦν ἢ τòν σϰίμποδα τὴν ϰρίσιν τῆς τέχνης ἐποιούμεθα παραλιπόντες σϰοπεῖσθαι τὴν χρείαν ἑϰάστου τῶν μορίων, ἀλλ' ἐν τούτῳ τò ϰῦρος αὐτῆς ἐθέμεθα. γελοῖον γὰρ εἴ τις ἐν τῷ θεάσασθαι τòν ϰατασϰευάζοντα τούτων τι τεχνίτην εἶναι νομίζοι, ϰαὶ εἰ ἒνια τῶν μερῶν εὑρίσϰοι ϰαϰῶς ϰατεσϰευασμένα· γελοῖον δὲ ϰἀν ἄριστα ϰατεσϰευασμένης τῆς νεὼς ἢ τῆς οἰϰίας ἢ τῆς ϰλίνης, ἀγνώστου δ' ὂντος τοῦ ϰατασϰευάσαντος, νομίζειν ἄνευ τῆς τέχνης γεγονέναι τὰ τοιαῦτα ἢ ϰατὰ τύχην, διαϰρινόντων ἁπάντῶν τò τὴν μὲν σπανιάϰις ἁμαρτάνειν τοῦ σϰοποῦ, τὴν δ' ἐπιτυγχάνειν ὀλιγάϰις, ἀχρείαν δὲ ϰαὶ μὴ τεχνιϰὴν ἡγεῖσθαι τὴν τῆς τοῦ σώματος ἡμῶν ϰατασϰευῆς αἰτίαν εἶναι φυλάττοντα τὴν ὁμοιότητα τῆς ϰρίσεως ἐπὶ τῶν ὁρατῶν τεχνιτῶν πρòς τοὺς μὴ ὁρωμένους.Google Scholar

164 De usu partium 17.1 (4.359 K.): ἰδεῖν δ' ἒστι νοῦ φύσιν ϰαὶ ϰατ' αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ἐννοὴσαντα Πλάτωνα ϰαὶ Ἀριστοτέλη ϰαὶ Ἱππαρχον ϰαὶ Ἀρχιμήδην ϰαὶ πολλοὺς ἄλλους τοιούτους. ὁπότ' οὖν ἐν βορβόρῳ τοσούτῳ — τί γὰρ ἄν ἄλλο τις εἴποι τò συγϰείμενον ἐϰ σαρϰῶν αἳματός τε ϰαὶ φλέγματος ϰαὶ χολῆς ξανθῆς ϰαὶ μελαίνης — ἐπιγίγνεται νοῦς περιττός, πόσην τινὰ χρὴ νομίζειν αὐτοῦ τὴν ὑπεροχὴν εἶναι ϰαθ' ἣλιον ἢ σελήνην ἢ τινα τῶν ἀστέρων.Google Scholar

165 Musaios fr. 2 B 4 D.-K.: ὡς αἰεὶ τέχνη μέγ' ἀμείνων ἰσχύος ἐστίν. Thales fr. 11 A 1 (1.71.11) D.-K.: ϰάλλιστον ϰόσμος· ποίημα γὰρ θεοῦ. Heraklit fr. 22 B 10 D.-K.: συνάψιες ὃλλα ϰαὶ οὐχ ὃλα, συμφερόμενον διαφερόμενον, συνᾷδον διᾷδον, ϰαὶ ἐϰ πάντῶν ἓν ϰαὶ ἐξ ἑνòς πάντα. Vgl. ibid., 22 B 51 D.-K.: οὐ ξυνιᾶσιν ὃϰως διαφερόμενον ἑωυτῷ ὁμολογέει· παλίντροπος ἁρμονίη ὃϰωσπερ τόξου ϰαὶ λύρης. – Ibid., 22 B 102 D.-K.: τῷ θεῷ μὲν ϰαλὰ πάντα ϰαὶ ἀγαθὰ ϰαὶ δίϰαια, ἄνθρωποι δὲ ἃ μὲν ἄδιϰα ὑπειλήφασιν ἃ δὲ δίϰαια. Epicharm fr. 23 B 4 D.-K.: τò δὲ σοφòν ἁ φύσις τόδ' οἶδεν ὡς ἒχει / μόνὰ πεπαίδευται γὰρ αὐταύτας ὕπο. Ibid., 23 B 5 D.-K.: θαυμαστòν οὐδὲν ἁμὲ ταῦθ' οὕτω λέγειν / ϰαὶ ἁνδάνειν αὐτοῖσιν αὐτοὺς ϰαὶ δοϰεῖν / ϰαλῶς πεφύϰειν· ϰαὶ γὰρ ὁ ϰύων ϰυνί / ϰάλλιστον εἶμεν φαίνεται, ϰαὶ βοῦς βοΐ / ὂνος δ(ὲ) ὂνῳ ϰάλλιστον, ὗς δέ θην ὑί. Ibid., 23 B 57 D.-K.: ὁ δέ γε ταῖς τέχναις ἁπάσαις συνέπεται θεῖος λόγος, / ἐϰδιδάσϰων αὐτòς αὐτοὺς, ὃ τι ποιεῖν δεῖ συμφέρον. / οὐ γὰρ ἄνθρωπος τέχναν τιν' εὗρεν, ὁ δὲ θεòς τοπάν. Vgl. PL, Sph. 242 D 6–E 3; Arist., Mu 396 b 7–22, bes. b 19–22.Google Scholar

166 Polyklet fr. 39 A 2 (1.391.12–15) D.-K.: “idem et doryphorum viriliter puerum fecit et quem Canona artifices vocant liniamenta artis ex eo petentes veluti a lege quadam, solusque hominum artem ipsam fecisse artis opere iudicatur.” Google Scholar

167 Polyklet fr. 40 B 1: χαλεπώτατον αὐτῶν (?) τò ἒργον, οἷς ἄν ἐν ὂνυχι ὁ πηλòς γένηται.Google Scholar

168 Polyklet fr. 40 B 2: τò εὖ παρὰ μιϰρòν διὰ πολλῶν ἀριθμῶν γίνεται.Google Scholar

169 Galen, , De temperamentis 1.9 (1.566 K.): ϰαί πού τις ἀνδριὰς ἐπαινεῖται Πολυϰλείτου ϰανὼν ὀνομαζόμενος, ἐϰ τοῦ πάντῶν τῶν μορίων ἀϰριβῆ τὴν πρòς ἄλληλα συμμετρίαν ἒχειν ὀνόματος τοιούτου τυχών. Galen, , PHP 5.3 (5.449 K.): τò δὲ ϰάλλος οὐϰ ἐν τῇ τῶν στοιχείων, ἀλλὰ ἐν τῇ τῶν μορίων ἁρμονίᾳ συνίστασθαι νομίζει, … ϰαθάπερ ἐν τῷ Πολυϰλείτου ϰανόνι γέγραπται. πάσας γὰρ ἐϰδιδάξας ἡμᾶς ἐν ἐϰείνῳ τῷ συγγράμματι τὰς συμμετρίας τοῦ σώματος ὁ Πολύϰλειτος ἒργῳ τòν λόγον ἐβεβαίωσε δημιουργήσας ἀνδριάντα ϰατὰ τὰ τοῦ λόγου προστάγματα ϰαὶ ϰαλέσας δὴ ϰαὶ αὐτòν τòν ἀνδριάντα, ϰαθάπερ ϰαὶ τò σύγγραμμα, ϰανόνα. τò μὲν δὴ ϰάλλος τοῦ σώματος ἐν τῇ τῶν μορίων συμμετρίᾳ ϰατὰ πάντας ἰατρούς τε ϰαὶ φιλοσόφους ἐστίν, ἡ δὲ ὑγίεια τῶν στοιχείων αὖ πάλιν, ἃττα ποτὲ ἄν ᾖ, πρòς ἄλληλά ἐστι συμμετρία.Google Scholar

170 De temperamentis 1.9 (1.566–67 K.): οὐ μόνον γὰρ ὑγρότητός τε ϰαὶ ξηρότητος ἐν τῷ μέσῳ ϰαθέστηϰεν ὁ οὕτως εὒσαρϰος ἄνθρωπος, ἀλλά ϰαὶ διαπλάσεως ἀρίστης τετύχηϰεν, ἴσως μὲν ἑπομένης τῇ τῶν τεττάρων στοιχείων εὐϰρασίᾳ, τάχα δέ τινα θειοτέραν ἀρχὴν ἑτέραν ἐχούσης ἄνωθεν. Ferner ibid., 2.6 (1.635–36 K.). An dieser Stelle beruft sich Galen auf Aristoteles' Erklärung der ἀνομοιομερῆ in Mete. 4.12.390 b 9–14, bes. 390 b 13–14: ἀλλ' ἐνταῦθα μὲν τέχνη, ἐϰεῖ δὲ φύσις ἢ ἄλλη τις αἰτία. Vgl. Althoff, , Warm, kalt, flüssig und fest bei Aristoteles (Anm. 126 oben), 20 u. 26.Google Scholar

171 De temperamentis 2.4 (1.609 K.): ἀλλὰ ϰαὶ νῦν φαίνεται σχεδòν ἐν ὃλῳ τῷ λόγῳ τὴν μὲν εὒϰρατόν τε ϰαὶ μέσην φύσιν οἷον ϰανόνα τινὰ τῶν ἄλλων ἀεὶ τιθεμὲνων ἡμῶν.Google Scholar

172 Vgl. Harig, , Die Bestimmung der Intensität (Anm. 50 oben), 65 u. 67.Google Scholar

173 Hippocr, ., De diaeta 1.2.1–3 (6.468–70 L.): δεῖ γὰρ ἐπίστασθαι τῶν τε ἰσχυρῶν φύσει ὡς χρὴ τὴν δύναμιν ἀφαιρεῖσθαι, τοῖσί τε ἀσθενέσιν ὃπως χρὴ ἰσχὺν προστιθέναι διὰ τέχνης, ὃπου ἄν ὁ ϰαιρòς ἑϰάστῳ παραγένηται…. δεῖ δὲ, ῶς ἒοιϰε, τῶν πόνων διαγιγνώσϰειν τὴν δύναμιν …, ἀλλὰ ϰαὶ τὰς συμμετρίας τῶν πόνων πρòς τò πλῆθος τῶν σίτων ϰαὶ τὴν φύσιν τοῦ ἀνθρώπου … ἄστρων τε ἐπιτολὰς ϰαὶ δύσιας γινώσϰειν δεῖ, ὃπως ἐπίστηται τὰς μεταβολὰς ϰαὶ ὑπερβολὰς φυλάσσειν ϰαὶ σίτων ϰαὶ ποτῶν ϰαὶ πνευμάτων ϰαὶ τοῦ ὃλου ϰόσμου, ἐξ ὧνπερ τοῖσιν ἀνθρώποισιν αἱ νοῦσοί εἰσιν. ταῦτα δὲ πάντα διαγνώντι οὒπω αὒταρϰες τò εὕρημά ἐστιν· εἰ μὲν γὰρ ἦν εὑρετòν ἐπὶ τούτοισι πρòς ἑϰάστου φύσιν σίτου μέτρον ϰαὶ πόνων ἀριθμòς σύμμετρος μὴ ἒχων ὑπερβολὴν μήτε ἐπὶ τò πλέον μήτε ἐπὶ τò ἒλασσον, εὕρητο ἄν ὑγιείη τοῖσιν ἀνθρώποισιν ἀϰριβέως…. ὣστε διαφυλάσσειν ὑγιαίνοντα, τῶν μὲν ἀφαιρέων, τοῖσι δὲ προστιθείς.Google Scholar

174 Hippocr, ., De diaeta 1.6.1–2 (478 L.): ϰαὶ τὰ μὲν λαμβάνοντα μεῖον ποιεῖ, τὰ δὲ διδόντα πλέον, πρίουσιν ἄνθρωποι ξύλον· ὁ μὲν ἓλϰει, ὁ δὲ ὠθεῖ, τò δ' αὐτò τοῦτο ποιέουσι· μεῖον δὲ ποιέοντες πλέον ποιέουσι. τοιοῦτον φύσις ἀνθρώπου· τò μὲν ὠθεῖ, τò δὲ ἓλϰει· το μὲν δίδωσι, το δὲ λαμβάνει· ϰαὶ τῷ μὲν δίδωσι, τοῦ δὲ λαμβάνει· ϰαὶ τῷ μὲν δίδωσι τοσούτῳ πλέον, τοῦ δὲ λαμβάνει τοσοῦτο μεῖον. In unseren Tagen versucht Jean Starobinski, das Prinzip des Gebens und Nehmens, das er Aktion und Reaktion nennt, als Grundprinzip des Kosmos, der Natur und der Geschichte darzustellen. Starobinski, Siehe Jean, Aktion und Reaktion. Leben und Abenteuer eines Begriffspaars, übers, von Horst Günther (= Action et Reaction. Vie et aventures d'un couple [Paris, 1999]), (München und Wien, 2001), bes. 16: “Die Tatsache, daß das Paar ‘Aktion/Reaktion’ nacheinander das materielle Universum in seiner Totalität oder in der Intimität seiner Elementarteilchen betreffen konnte, den lebenden Körper, die Ereignisse der Geschichte und das seelische Verhalten, erlaubt einiges von der Beobachtung der Weise zu erwarten, auf die sich sein Übergang von einem Bereich zum anderen im Lauf der europäischen Geistesgeschichte vollzogen hat.” Ibid., 244: “Ein einfaches Gesetz von Aktion und Reaktion regiert die Welt durch und durch von der unbelebten Materie bis zu den höheren Formen des Lebens. Alle Erscheinungen folgen aus ‘empfangenen und erwiderten Anstößen.’” Google Scholar

175 Hippocr, ., De diaeta 1.7.2 (480 L.): ὣσπερ οἱ τέϰτονες τò ξύλον πρίζουσι, ϰαὶ ὁ μὲν ἓλϰει, ὁ δὲ ὠθεῖ, τωὐτò ποιέοντες· ϰάτω δὲ πιεζόντων ἄνω ἓρπει, οὐ γὰρ ἄν παρὰ ϰαιρòν δέχοιτο ϰάτω ἰέναι· ἢν δὲ βιάζηται, παντòς ἁμαρτήσεται. τοιοῦτον τροφὴ ἀνθρώπου· τò μὲν ἓλϰει, τò δὲ ωθεῖ· ἒσω δὲ βιαζομένου ἒξω ἓρπει· ἢν δὲ βιᾶται παρὰ ϰαιρόν, παντòς ἀποτεύξεται.Google Scholar

176 De constitutione artis medicae 15.5–6 (1.281 K.): ἡ μὲν γὰρ πρόγνωσις … ἐϰ πολλοῦ τε προδιδάσϰει τòν ϰαιρòν τῶν βοηθημάτων. ἡ δὲ τῶν βοηθημάτῶν χρῆσις ἐπιδέξιος, ὃτι μὲν αὐτò τò ϰυριώτατόν ἐστι τῆς τέχνης. … In Hippocr. Epid. 6, Comm. 2.45 (17./1. 1000 K.): διαφέρει πάμπολυ τοῦ χρῆσθαι τούτοις προσηϰόντως, ὃπερ ὀνομάζουσιν οἰϰονομίαν, οὕτω ϰαὶ ϰατὰ τὴν ἰατριϰὴν οὐ ταὐτόν ἐστι τò μαθεῖν τὴν τέχνην τῷ χρήσασθαι προσηϰόντως οἷς ἒμαθε τις, ἐπιστάμενος ἐν ϰαιρῷ μὲν αὐτòς ἐρωτῆσαι ϰαὶ εἰπεῖν. … In Hippocr. Epid. 6, Comm. 3.15 (17./2.43 K.): ὃταν ἃπαξ μή ϰατὰ τòν προσήϰοντα ϰαιρòν ἐϰϰριθὲν ἒνδον ἐπὶ πλέον μείνη, συστάσεώς τε ϰαὶ πήξεως ἀρχὴν λαμβάνει.Google Scholar

177 Adhortatio 3.1 (1.4–5 K.): τòν δ' Ἑρμῆν ἃτε λόγου μὲν ὂντα δεσπότην, ἐργάτην δὲ τέχνης ἁπάσης θέασαι πάλιν, ὃπως ἐξ ὑπεναντίου τῇ Τύχῃ ϰεϰοσμήϰασιν οἱ γράφοντές τε ϰαὶ πλάττοντες. νεανίσϰος ἐστὶν ὡραῖος, οὐϰ ἐπίϰτητον οὐδὲ ϰομμωτιϰòν ἒχων ϰάλλος, ἀλλ' εὐθὺς ὣστε…. Ibid., 10.6 (1.26 K.): μόνη γὰρ [sc. Φρύνη] ἦν ἀϰαλλώπιστός τε ϰαὶ αὐτοφυῶς ϰαλλὴ μηδεμιᾶς πανουργίας ϰομμωτιϰῆς δεομένη. ὣσπερ οὖν τò ἀληθινòν ϰάλλος ἀϰριβῶς ἐξετάζεται μόνον αὐτò ϰαθ' ἑαυτò τῶν ἒξωθεν αὐτῷ προσιόντων….Google Scholar

178 De placitis HP 5.3.14–17 (5.448–49 K.): ἐπὶ μὲν γὰρ τοῦ σώματος ἀϰριβῶς αὐτὰ διωρίσατο τὴν μὲν ὑγίειαν ἐν τῇ τῶν στοιχείων συμμετρίᾳ θέμενος, τò δὲ ϰάλλος ἐν τῇ τῶν μορίων. ἐδήλωσε γὰρ σαφῶς τοῦτο διὰ τῆς προγεγραμμένης ὀλίγον ἒμπροθεν ῤήσεως, ἐν ᾗ τὴν μὲν ὑγίειαν τοῦ σώματος ἐν θερμοῖς ϰαὶ ψυχροῖς ϰαὶ ξηροῖς ϰαὶ ὑγροῖς συμμετρίαν εἶναί φησιν, ἃπερ δὴ στοιχεῖα δηλονότι τῶν σωμάτων ἐστί, τò δὲ ϰάλλος οὐϰ ἐν τῆ τῶν στοιχείων ἀλλ' ἐν τῇ τῶν μορίων συμμετρίᾳ συνίστασθαι νομίζει, δαϰτύλου πρòς δάϰτυλον δηλονότι ϰαὶ συμπάντων αὐτῶν πρóς τε μεταϰάρπιον ϰαὶ ϰαρπòν ϰαὶ τούτων πρòς πῆχυν ϰαὶ πήχεως πρòς βραχίονα ϰαὶ πάντῶν πρòς πάντα, ϰαθάπερ ἐν τῷ Πολυϰλείτου Kανόνι γέγραπται. πάσας γὰρ ἐϰδιδάξας ἡμᾶς ἐν ἐϰείνῳ τῷ συγγράμματι τὰς συμμετρίας τοῦ σώματος ὁ Πολύϰλειτος ἒργῳ τòν λόγον ἐβεβαίωσε δημιουργήσας ἀνδριάντα ϰατὰ τὰ τοῦ λόγου προστάγματα ϰαὶ ϰαλέσας δὴ ϰαὶ αὐτòν τòν ἀνδριάντα, ϰαθάπερ ϰαὶ τò σύγγραμμα, Kανόνα. τò μὲν δὴ ϰάλλος τοῦ σώματος ἐν τῇ τῶν μορίων συμμετρίᾳ ϰατὰ πάντας ἰατροὺς ϰαὶ φιλοσόφους ἐστίν, ἡ δ' ὑγίεια τῶν στοιχείων αὖ πάλιν, ἃττα ποτ' ἄν ᾖ, πρòς ἄλληλά ἐστι συμμετρία. Polyklet fr. 40 A 3 (1.391).Google Scholar

179 De temperamentis 1.9 (1.566 K.): ϰαὶ πού τις ἀνδριὰς ἐπαινεῖται Πολυϰλείτου ϰανὼν ὀνομαζόμενος, ἐϰ τοῦ πάντων τῶν μορίων ἀϰριβῆ τὴν πρòς ἄλληλα συμμετρίαν ἒχειν ὀνόματος τοιούτου τυχών. De usu partium 15.7 (4.248 K.); ibid., 17.1 (4.352 K.): ἢ Πολύϰλειτον μέν ἐστι δίϰαιον θαυμάζειν ἐπὶ τῇ τῶν μορίων ἀναλογίᾳ τοῦ ϰαλουμένου ϰανόνος ἀνδριάντος. Ibid., 17.1 (4.355 K.); De placitis HP 5.3.15–17 (5.449 K.); De sanitate tuenda 2.7.7–11 (6.126–27 K.). Siehe: Schulz, Dietrich, “Zum Kanon Polyklets,” Hermes 83 (1955): 200–220. Tobin, Richard, “The Canon of Polykleitos,” American Journal of Archeology (New York) 79 (1975): 321: “The Canon of Polykleitos may represent the first known instance in Greek sculpture of an artist's successful attempt to create a rare and elusive balance between the laws of nature and the demands of his craft: ‘artem ipsam fecisse artis opere.”’ Stewart, Andrew, “The Canon of Polykleitos: A Question of Evidence,” Journal of Hellenic Studies 98 (1978): 122–31. Zur Beziehung von Galens Ästhetik, Anatomie und Physiologie zu Polyklets Kanon : Pigeaud, Jackie, “L'esthétique de Galien,” Metis 6 (1991): 9–42; Barras, V. und Birchler, T., “La perfection de l'homme selon Galien,” Équinoxe (Lausanne) 11 (1994): 27–38.Google Scholar

180 De placitis HP 5.3.2122 (5.451–52 K.): ϰαθάπερ ὁ Πλάτῶν ἐποίησεν ἐν ἄλλοις τέ τισι ϰαὶ τῷ Σοφιστῇ, τὴν μὲν τῶν μερῶν τῆς ψυχῆς πρòς ἄλληλα στάσιν ἀποφηνάμενος εἶναι νόσον ψυχῆς, τὰς δὲ παραφóρους τε ϰαὶ ἀμετρους ϰινήσεις αὐτῆς, τουτέστι τὰς ἐνεργείας τὰς ϰαθ' ὁρμήν, αἶσχος, ὣσπερ γε τὴν μὲν συμφωνίαν τε ϰαὶ συμμετρίαν πρòς ἄλληλα τῶν μορίων αὐτῆς ὑγίειαν, τὴν δὲ συμμετρίαν τῶν ϰινήσεων [τò] ϰάλλος. ὣσπερ γὰρ τò σῶμα τò ϰαλòν ἐν τῇ συμμετρίᾳ τῶν μορίων τὴν γένεσιν ἴσχει, ϰατὰ τòν αὐτòν τρόπον ἐνέργεια ϰαλὴ διά τὴν τῶν ϰατὰ μέρος ϰινήσεων γίγνεται συμμετρίαν. Pl., Sph. 227 D 13–228 B 1.Google Scholar

181 De placitis HP 7.1.24–32 (5.593–95 K.), bes. 7.1.24–26 (5.593–94 K.): ἀρετὴ δὲ διάθεσις, ὣς φασιν, ἡ βελτιστη, ἢ τελειότης τῆς ἑϰάστου φύσεως. ἀλλ' εἴπερ τι τοιοῦτον πρᾶγμά ἐστιν ἡ ἀρετή, μία ϰαθ' ἓϰαστον ὑπάρξει τῶν ὂντων …, ἑξῆς μὲν αὗται τρεῖς, ἄλλη δ' ἐϰ τῆς πρòς ἀλλήλας αὐτῶν σχέσεως γίγνεται τετάρτη. Ibid., 7.1.30 (5.595 K.): ἐπεί δ' ἓϰαστον μόριον τῆς ὃλης ψυχῆς τò ϰατὰ τὴν ἀξίαν ἑαυτοῦ ϰάλλος ἒχει, τὴν ψυχὴν ὃλην εἰϰότως ἄν εἴποις δίϰαιαν.Google Scholar

182 De usu partium 11.13 (3.897–98 K.): Ὅπως δὲ ϰαὶ τοῦ ϰάλλους αὐτῶν προὐνοήσατο — ϰαὶ γὰρ ϰαὶ τοῦτ' ἐϰ περιουσίας ἐργάζεσθαι πέφυϰεν — οὐδὲν ἀδιάξεστον οὐδ' ἀργόν ἀπολιποῦσα μόριον οὐδ' ἄρρυθμον, ἒνεστί σοι σϰοπεῖν. ὣσπερ γὰρ οἱ ἀγαθοὶ δημιουργοὶ πάρεργόν τι τῆς ἑαυτῶν τέχνης ἐπίδειγμα … οὕτω ϰαὶ ἡ φύσις ἐϰ περιουσίας ἃπαντα τὰ μέλη ϰαὶ μάλιστ' ἀνθρώπων ἐϰόσμησε. Ibid., 11.13 (3.898–99 K.): ὃτι τò πρòς τὴν χρείαν ϰάλλος ὑπερέχει πολὺ τῆς πρòς τὴν ὂψιν ἡδονῆς…. ἀλλὰ ταῦτα μέν, ὡς ἒφην, ἃπαντα τῆς φύσεως οὐ ϰατὰ τòν πρῶτον λόγον, ἀλλ' οἷον πάρεργά τε ϰαὶ παίγνια γέγονεν· ὧν δ' ἒχεται μάλιστα ϰαὶ πρòς ἃ διὰ παντòς ἀποβλέπει, τά τε τῶν ἐνεργειῶν ἐστι ϰαὶ τὰ τῶν χρειῶν, εἴρηται γὰρ ἒμπροσθεν, ὃπη διήνεγϰεν ἐνέργεια χρείας, ϰαὶ ὡς τῇ μὲν ϰατασϰευῆ ϰαὶ γενέσει τῇ ϰατὰ τò μόριον ἡ ἐνέργεια προτέρα, τῷ δ' ἀξιώματι προτέρα μὲν ἡ χρεία, δευτέρα δ' ἡ ἐνέργεια. δέδειϰται δὲ ϰαί, ὃτι τò ἀληθινòν ϰάλλος εἰς τò τῆς χρείας ἀναφέρεται ϰατόρθωμα, ϰαὶ ὡς ὁ πρῶτος σϰοπòς ἁπάντων τῶν μορίων τῆς ϰατασϰευῆς ἡ χρεία. Schönheit, Zur: De usu partium 1.9 (3.24–25 K.): ϰαὶ γὰρ οὖν ϰαὶ ὀφθαλμῶν ϰαὶ ῥινῶν εὐφυΐαν ζητῶν ταῖς ἐνεργείαις συνάπτων αὐτῶν τὴν ϰατασϰευὴν ἐξευρήσεἰς αὕτη γάρ σοι ϰανὼν ϰαὶ μέτρον ϰαὶ ϰριτήριον εὐφυΐας τε ϰαὶ ϰάλλους ἀληθινοῦ. οὐδὲ γὰρ ἄλλο τι τò ἀληθινòν ϰάλλος ἐστὶ πλὴν τῆς ἀρίστης ϰατασϰευῆς, ἣν ταῖς ἐνεργείαις ϰρινεῖς Ἱπποϰράτει πειθόμενος, οὐ λευϰότησιν ἢ μαλαϰότησιν ἢ τισιν ἑτέροις τοιούτοις, δι' ὧν τò ϰομμωτιϰόν τε ϰαὶ νόθον, οὐ τò τῆς φύσεως οὐδὲ τò αληθινòν ἐπιδείϰνυται ϰάλλος. De placitis HP 5.3.15–23 (5.449–51 K.), bes. 5.3.22 (5.451 K.): siehe oben Anm. 180. Über die spielende Natur vgl. Deichgräber, , Natura varie ludens (Anm. 7 oben): 265–87 [67–86, 205–7], bes. 278–79 [80–81].Google Scholar

183 De naturalibus facultatibus 1.6 (2.11 K.): Περὶ πρώτης οὖν γενέσεως εἴπωμεν, ἣν ἐξ ἀλλοιώσεώς θ' ἃμα ϰαὶ διαπλάσεως ἐλέγομεν γίγνεσθαι. Ibid., 1.6 (2.15 K.): Αἱ δὲ ϰατὰ μέρος ἃπασαι δυνάμεἰς τῆς φύσεως αἱ ἀλλοιωτιϰαὶ αὐτὴν μὲν τὴν οὐσίαν τῶν χιτώνων … ἀπετέλεσαν, οἳαπέρ ἐστι· τὴν δὲ σύνθεσιν αὐτῶν ϰαὶ τὴν τῶν ἐμφυομένων πλοϰὴν … ϰαὶ τἆλλ' ὃσα τοιαῦτα δύναμίς τις ἑτέρα διέπλασεν, ἣν διαπλαστιϰὴν ὀνομάζομεν, ἣν δὲ ϰαὶ τεχνιϰὴν εἶναι λέγομεν, μᾶλλον δ' ἀρίστην ϰαὶ ἄϰραν τέχνην ϰαὶ πάντα τινòς ἓνεϰα ποιοῦσαν, ὡς μηδὲν ἀργòν εἶναι μηδὲ περιττòν μηδ' ὃλως οὕτως ἒχον, ὡς δύνασθαι βέλτιον ἑτέρως ἒχειν.Google Scholar

184 De naturalibus facultatibus 1.14 (2.46 K.): χαλεπòν οὐδέν ἦν τὴν τεχνιϰὴν ἐϰείνην φύσιν ὁμολογῆσαι δυνάμεις ἒχειν ἐπισπαστιϰὴν μὲν τῶν οἰϰείων, ἀποϰριτιϰὴν δὲ τῶν ἀλλοτρίων. οὐ γὰρ δι' ἄλλο τί γ' ἦν αὐτῇ τò τεχνιϰῇ τ' εἶναι ϰαὶ τοῦ ζῴου διασωστιϰῇ ϰαὶ τῶν νοσημάτων ϰριτιϰῇ παρὰ τò προσίεσθαι μὲν ϰαὶ φυλάττειν τò οἰϰεῖον, ἀποϰρίνειν δὲ τò ἀλλότριον. In Platonis Timaeum 3.2 (8 Daremberg = CMG Suppl. 1.11, 15–20 Schröder): δέδειϰται γὰρ ἡμῖν … γνωριστιϰὴν δύναμιν ἒχειν αὐτὰ τῶν τ' οἰϰείων οὐσιῶν, ὑφ' ὧν τρέφεται, τῶν τ' ἀλλοτρίων, ὑφ' ὧν βλάπτεται, … ϰαὶ διὰ τοῦτ' οὖν ὁ Πλάτων εἶπεν αἰσθήσεως γένους ἰδίου μετέχειν τὰ φυτὰ· τò γὰρ οἰϰεῖόν τε ϰαὶ ἀλλότριον γνωρίζει. Siehe Fragments du commentaire de Galien sur le Timée de Platon , ed. Daremberg, Charles (Paris und Leipzig, 1848); Galeni In Platonis Timaeum Fragmenta, ed. Schroeder, H. O., CMG Suppl. 1 (Leipzig und Berlin, 1934). Vgl. Larrain, Carlos J., Galens Kommentar zu Platons Timaios, Beiträge zur Altertumskunde, 29 (Stuttgart, 1992).Google Scholar

185 De crisibus 3.10 (9.746 K.): ὡρισμέναι γάρ εἰσι ϰαὶ τεταγμέναι τῆς φύσεως αἱ ϰινήσεις, ὃταν εὐρωστῇ τε ϰαὶ ϰρατῇ τῆς ὕλης ϰαὶ τοῖς οἰϰείοις λόγοις ἐνεργῇ, ἀόριστοι δὲ ϰαὶ ἄταϰτοι ϰαὶ διὰ τοῦτ' ἄγνωστοι ϰρατουμένης.Google Scholar

186 De diebus decretoriis 1.11 (9.822–23 K.): siehe oben Anm. 49. Ibid., 2.2 (9.845 K.): siehe oben Anm. 49.Google Scholar

187 De diebus decretoriis 2.2 (9.844 K.): οἶμαι πεπεῖσθαι τοῦτον εἰς ὃσον ἣϰουσιν προνοίας τε ἃμα ϰαὶ τάξεως αἱ τῆς φύσεως ϰινήσεις. εἰ δή τις ὑπò τούτων πέπεισται ϰαὶ θαυμάζει τὴν τέχνην θ' ἃμα ϰαὶ τὴν τάξιν τῆς φύσεως, ἀναμνησθεὶς αὖθις ὃσον ἀπολείπεται ϰαὶ προνοίᾳ ϰαὶ τάξει τῶν ϰατ' οὐρανόν, ἀταξίαν τινά, οἶμαι, δώσει σύμφυτον τῇ τῆς ἐνταῦθα οὐσίας ϰινήσει. ϰαὶ τò μὲν ϰαλòν ἃπαν, ὃσον ἄν ᾖ ϰαλòν ἐνταῦθα, ϰαὶ μέντοι ϰαὶ τò τεταγμένον τε ϰαὶ τεχνιϰòν ἄνωθεν ἐγγίνεσθαι φήσει, τò δ' ἄταϰτόν τε ϰαὶ πεπλανημένον ἐϰ τῆς ἐνταῦθα ὕλης ὁρμᾶσθαι.Google Scholar

188 De usu partium 3.10 (3.238 K.): siehe unten Anm. 191.Google Scholar

189 De usu partium 3.10 (3.240 K.): siehe unten Anm. 191.Google Scholar

190 De usu partium 5.4 (3.355 K.): νυνὶ δέ, οὐ γὰρ ἐνδέχεται τῆς ὕλης φυγεῖν τὴν μοχθηρίαν οὐδεμιᾷ τῶν τεχνῶν οὐδ' ἀδαμάντινóν τε ϰαὶ πάμπαν ἀπαθὲς ἐργάσασθαι τò δημιούργημα, … οὐ γὰρ ἐϰ τῆς αὐτῆς δήπουθεν οὐσίας τά τ' ἄστρα γέγονε ϰαὶ ἡμεῖς.Google Scholar

191 De usu partium 3.10 (3.238 K.): μὴ τοίνυν, ὃτι ϰαλῶς ἣλιóς τε ϰαὶ σελήνη ϰαὶ τῶν ἄλλων ἄστρων ὁ χορòς ἃπας διατέταϰται, θαυμάσης, μηδ' ἐϰπλήξῃ σε τò μέγεθος αὐτῶν ἢ τò ϰάλλος ἢ τò τῆς ϰινήσεως ἀϰατάπαυστον ἢ ἡ τῶν περιόδων τάξις, ὣστε τὰ τῇδε παραβάλλοντα σμιϰρὰ δοϰεῖν εἶναι ϰαὶ ἀϰόσμητὰ ϰαὶ γὰρ σοφίαν ϰαὶ δύναμιν ϰαὶ πρόνοιαν ὁμοίαν εὑρήσεις ἐνταυθοῖ. σϰóπεɩγάρ μοι τὴν ὕλην, ἐξ ἧς ἓϰαστον ἐγένετο, ϰαὶ μὴ μάτην ἐλπίσῃς ἐϰ ϰαταμηνίου ϰαὶ σπέρματος ἀθάνατον δύνασθαι συστῆναι ζῷον ἢ ἀπαθὲς ἢ ἀειϰίνητον ἢ λαμπρòν οὕτω ϰαὶ ϰαλόν, ὡς ἣλιον, ἀλλ', ὡς τὴν Φειδίου ϰρίνεἰς τέχνην, οὕτω ϰαὶ τὴν τοῦ πάντων ἐξέταζε δημιουργοῦ. Ibid., 3.10 (3.239 K.): ἐϰπλήττει γὰρ ἰδιώτην μὲν τò τῆς ὕλης ϰάλλος, τεχνίτην δὲ τò τῆς τέχνης αὐτῆς. ἄγε δή μοι ϰαὶ σὺ περὶ φύσιν γίγνου δεινός, ἳνα σε μηϰέτ' ἰδιώτην, ἀλλὰ φυσιϰòν ὀνομάζωμεν. ἀπóστηθι τῆς ἐν ταῖς ὕλαις διαφορᾶς, αὐτὴν δὲ ψιλὴν ὃρα τὴν τέχνην. Ibid., 3.10 (3.240 K.): ὡς οὖν οὐϰ ἄν ποτε, δοὺς τῷ Φειδίᾳ πηλόν, ἐλεφάντινον ᾔτησας ἄγαλμα, τòν αὐτòν τρόπον, αἷμα δούς, οὐϰ ἄν ποτε λάβοις ἡλίου ἢ σελήνης τò λαμπρòν οὕτω ϰαὶ ϰαλòν σῶμα. θεῖα μὲν γὰρ ἐϰεῖνα ϰαὶ οὐράνια, γήϊνα δ' ἡμεῖς ἀγάλματα; τέχνη δ' ἐν ἀμφοῖν ἴση τοῦ δημιουργοῦ.Google Scholar

192 De usu partium 3.10 (3.241 K.): τί δὲ μέγιστον ϰαὶ ϰάλλιστον τῶν ὂντων; ὁ ϰόσμος. τίς δ' οὒ φησιν; ἀλλὰ ϰαὶ τò ζῷον οἷον μιϰρόν τινα ϰόσμον εἶναί φασιν ἄνδρες παλαιοὶ περὶ φύσιν ἱϰανοί, ϰαὶ τὴν αὐτὴν ἐν ἀμφοῖν εὑρήσεἰς σοφίαν τοῦ δημιουργοῦ.Google Scholar

193 1.1.640 b 24–29: ἐπειρώμεθα μᾶλλον ἄν διορίζειν τò εἶδος αὐτῆς ἢ τὴν ὕλην…. Ἡ γὰρ ϰατὰ τὴν μορφὴν φύσις ϰυριωτέρα τῆς ὑλιϰῆς φύσεως. Ibid., 1.5.645 a 25–26: οὗ δ' ἓνεϰα συνέστηϰεν ἢ γέγονε τέλους, τὴν τοῦ ϰαλοῦ χώραν εἴληφεν. Ibid., 1.5.645 a 30–36: Ὁμοίως τε δεῖ νομίζειν τòν … διαλεγόμενον μὴ περὶ τῆς ὕλης ποιεῖσθαι τὴν μνήμην, μηδὲ ταύτης χάριν, ἀλλὰ τῆς ὃλης μορφῆς, … ϰαὶ τòν περὶ φύσεως περὶ τῆς συνθέσεως ϰαὶ τῆς ὃλης οὐσίας, ἀλλὰ μὴ περὶ τούτων ἃ μὴ συμβαίνει χωριζόμενά ποτε τῆς οὐσίας αὐτῶν. Vgl. Kullmann, , Wissenschaft und Methode (Anm. 109 oben), 83; ders., Aristoteles und die moderne Wissenschaft (Anm. 22 oben), 165–67, 171–74, u. 218–19.Google Scholar

194 De difficultate respirationis 1.1 (7.754 K.): ἐπειδὴ γὰρ ἓν μέν τι τò ϰατὰ φύσιν ϰαὶ οἷον ϰανὼν ϰαὶ μέτρον ϰαὶ ὃμοιον ἑαυτοῦ, ποιϰίλον δὲ ϰαὶ ἀνόμοιον ϰαὶ πολυειδὲς τοῖς σφάλμασιν τò παρὰ φύσιν ὡς ϰινδυνεύειν ἄπειρον μὲν τῷ πλήθει, τῇ τέχνη δ' ἀπεριόριστον ὑπάρχειν, ἀδύνατον ἒδοξε περιλαβεῖν ὃροις τισὶ τὴν ἀπειρίαν αὐτοῦ χωρὶς τῆς τοῦ ϰατὰ φύσιν γνώσεως…. εἰ δὲ ἄμμετρον, διττòν μὲν τῷ γένει πάντως· ἢ γὰρ ἐλλείπει τι τοῦ ϰατὰ φύσιν ἢ ὑπερβάλλει.Google Scholar

195 De diebus decretoriis 3.11 (9.935–36 K.).Google Scholar

196 De usu partium 12.2 (4.4–5 K.): ὃτι δ' ἐν τούτοις χρὴ θαυμάζειν ἃπασαν τέχνην, ἐν οἷς οὕτως ἀϰριβές ἐστι τò σύμμετρον, ὡς, εἴτε προσθείης ἐλάχιστον εἴτ' ἀφέλοις, ἀνατρέπεσθαι τò πᾶν ἒργον, οὐδεὶς ἀγνοεῖ. τὰ γοῦν ἱϰανòν ἒχοντα πλάτος ἐν τῇ δημιουργίᾳ ϰαὶ τοῖς ἰδιώταις ἐπιτολμᾶται· στενòν δ' εἴ τι παντελῶς ἐστι ϰαὶ ἀπλατές, οὒτε σοφίας τῆς τυχοῦσης οὐτ' ἐμπειρίας δεῖται βραχείας. ταῦτ' ἄρα ϰαὶ αὐτὴν τὴν ἰατριϰὴν τέχνην μαϰρὰν εἰπὼν Ἱπποϰράτης ἐπὴνεγϰεν “ὁ δὲ ϰαιρòς ὀξύς” ὡς, εἴπερ μὴ ὀξὺς ἦν, ἀλλ' ἱϰανòν ἐϰέϰτητο πλάτος, οὐϰ ἄν οὖσαν μαϰράν. οὕτως οὖν ϰαὶ ἐπὶ δημιουργιϰῆς τέχνης ἁπάσης ἀϰρίβειαν ἡ τῆς συμμετρίας στενότης ἐνδείϰνυται. Vgl. Pigeaud, , “L'esthétique de Galien” (Anm. 178 oben), 26–29.Google Scholar

197 De sanitate tuenda 2.7.10 (6.126–27 K.): τò δ' ἄριστον σῶμα, περὶ οὗ νῦν ὁ λόγος, ὣσπερ ὁ Πολυϰλείτου ϰανών ἐστιν· ᾧ ϰατὰ μὲν τὴν ἡμετέραν χώραν, ὡς ἄν εὒϰρατον ὑπάρχουσαν, ὦπται πολλῶν πολλὰ παραπλήσια σώματα, παρὰ δὲ Kελτοῖς ἢ Σϰύθαις ἢ Αἰγυπτίοις ἢ Ἂραψιν οὐδ' ὂναρ ἒστιν ἰδεῖν τοιοῦτον σῶμα. Vgl. Bloch, A., “Galien anthropologiste,” Bulletins et mémoires de la Société d'anthropologie de Paris 1, 5ième série (1900): 352–57.Google Scholar

198 Siehe Anm. 196.Google Scholar

199 Es sei hier auf die Erörterung von E. Panofsky über die griechische und insbesondere die Polykletische Proportionslehre hingewiesen: Sinn und Deutung in der bildenden Kunst [Meaning of the Visual Arts] (Köln, 1975). Eine Proportionslehre zeigt das “Kunstwollen” mehr als die Kunstwerke selbst. Allgemein ist die Proportionslehre die Lehre von den Größenverhältnissen der Teile verschiedener Lebewesen, insbesondere des Menschen. Aus einer Proportionslehre läßt sich ermitteln: 1. das Streben nach der Verwirklichung des Schönen; 2. das Interesse an der Norm; 3. das Bedürfnis nach einer Festlegung des Traditionellen (vgl. ibid., 69). Werden die objektiven Maßverhältnisse, die von Fall zu Fall variieren, ermittelt, dann handelt es sich um reine Anthropometrie. Polyklet ist der Vater der griechischen Anthropometrie, welche die “objektiven” Maße des normalen Menschen ermittelt. Dabei sind die “fakturalen” Abmessungen nicht im voraus bestimmt. Das ist das “organische” Prinzip der Polykletischen Proportionslehre, in der das Verhalten der Teile zueinander und zum Ganzen berücksichtigt wird (vgl. ibid., 75). Polykletischen, Dem Kanon liegt nicht das Prinzip der mechanischen Gleichheit, sondern das Prinzip der organischen Differenzierung zugrunde. Der gegebene Ausdruck für eine solche Relation ist der Bruch — das einzig wirklich legitime mathematische Symbol für die “Verhältnismäßigkeit der Längen.” Die Größe ist nicht das Vielfache eines in allen enthaltenen Modulus. Die Proportionen sind als aliquote Bruchteile der Körperlänge gegeben. Beim Doryphoros sind die Maße der wichtigeren Körperteile als solche Bruchzahlen ausdrückbar (vgl. ibid., 77). So hat die Polykletische Proportionslehre einen anthropometrischen und organischen wie auch einen normativ-ästhetischen Charakter. Der Polykletische Kanon will die Schönheit ergreifen, und Galen versteht ihn als eine Zusammenstellung desjenigen, worin die Schönheit besteht (ϰάλλος συνίσταται). Konkret bedeutet dies, daß das Schöne nach und nach durch viele Zahlen entsteht. Das gilt als ästhetisches Gesetz. In der antiken Ästhetik war also, mit Ausnahme Plotins, das Prinzip der Schönheit mit der Übereinstimmung der Teile zueinander und zum Ganzen identisch. Diese Proportionslehre ist ein elastisches, dynamisches und ästhetisch-normatives Beziehungssystem, in dem die Proportionen auch nach der Gesichtsvorstellung bestimmt werden können. Die Proportion — das muß man hinzufügen — bestimmt nicht die Schönheit, sondern trägt lediglich dazu bei, sie zu realisieren. Die Proportion ist “Reduktion auf den Maßstab,” die Schönheit aber besteht in der Symmetrie (Ebenmaß), welche bedeutet, daß die Glieder sich untereinander schön und passend verhalten sollen (vgl. ibid., 78). Das kanonische Maßsystem ist Veränderungen unterworfen, sobald es in die Praxis umgesetzt wird. Bei den Griechen handelt es sich bei der Proportionslehre nicht nur um eine Rekonstruktion, sondern auch um eine Imitation. So bleibt trotz aller Gesetzmäßigkeiten immer Raum für das Irrationale der künstlerischen Freiheit (vgl. ibid., 88).Google Scholar